Δύο μόλις ημέρες μείνανε μέχρι να επιβάλει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δασμούς 50% στα βραζιλιάνικα προϊόντα, καθώς λήγει η προθεσμία που έδωσε στις 9 Ιουλίου δεν επιτευχθεί λύση. Τι διακινδυνεύει όμως ο Λευκός Οίκος;
Αν εφαρμοστεί, αυτός ο δασμός θα είναι ο υψηλότερος που έχει επιβληθεί σε οποιαδήποτε άλλη χώρα — εξέλιξη εντυπωσιακή, αν σκεφτεί κανείς ότι τον Απρίλιο, την «Ημέρα Απελευθέρωσης» του Τραμπ, η Βραζιλία είχε αντιμετωπίσει έναν απλό δασμό 10% και δεν είχε τραβήξει ιδιαίτερη προσοχή από τον Λευκό Οίκο μέχρι πρόσφατα. Μέχρι στιγμής, οι προσπάθειες της Βραζιλίας να διαπραγματευτεί με την αμερικανική κυβέρνηση δεν έχουν αποφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα.
Η επιστολή του Τραμπ που απείλησε με την επιβολή των δασμών, δημοσιευμένη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στις 9 Ιουλίου, περιλάμβανε σειρά κατηγοριών κατά της Βραζιλίας: Πρώτον, ότι οι δικαστικές διαδικασίες κατά του πρώην προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρο για την απόπειρα πραξικοπήματος στις 8 Ιανουαρίου 2023 είναι «κυνήγι μαγισσών».
Δεύτερον, ότι η λογοκρισία από το Ανώτατο Δικαστήριο της Βραζιλίας σε αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας παραβιάζει το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης των Αμερικανών. Και τρίτον, ότι η Βραζιλία διεξάγει άδικη εμπορική σχέση με τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, σύμφωνα με τους Όλιβερ Στούενκελ, επίκουρο καθηγητή διεθνών σχέσεων στο Ίδρυμα Getulio Vargas στο Σάο Πάολο και Μάργκοτ Τρέντγουελ, από το Carnegie Endowment for International Peace, η αμερικανική απειλή προκάλεσε μια εθνικιστική αντίδραση στη Βραζιλία, χώρα με έντονη μνήμη των αμερικανικών παρεμβάσεων τον προηγούμενο αιώνα.
Η κίνηση Τραμπ υποδηλώνει ότι η Βραζιλία έχει χάσει την επιρροή της στην Ουάσινγκτον, υπέρ αντιπολιτευτικών προσώπων όπως ο Έδουαρντο Μπολσονάρο, που ενίσχυσαν την έντονη εχθρότητα της αμερικανικής κυβέρνησης προς την βραζιλιάνικη κυβέρνηση, αναφέρουν σε ανάλυσή τους στο Foreign Policy.
Επιπλέον, προσθέτουν η επίθεση του Τραμπ στη Βραζιλία αποδεικνύει ότι δεν έχει απομονωτικές πεποιθήσεις, λένε, υπογραμμίζοντας πως «πρόκειται μάλλον για το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα προώθησης αυταρχισμού μέχρι σήμερα».
Τέλος, η άμεση ανάμειξη του Τραμπ στα εσωτερικά της Βραζιλίας θα ωθήσει το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα να μειώσουν την εξάρτησή τους από την Ουάσινγκτον, υπογραμμίζουν. «Ακόμη κι αν η Βραζιλία καταλήξει σε παραχωρήσεις, η τακτική του Τραμπ έχει διαρρήξει την αίσθηση προβλεψιμότητας και αξιοπιστίας των ΗΠΑ στα μάτια των Βραζιλιάνων, γεγονός που αναπόφευκτα θα μειώσει την επιρροή των ΗΠΑ στη χώρα — και, αν οι γείτονες παρακολουθούν στενά, σε ολόκληρη τη Νότια Αμερική».
Οι δύο ειδικοί τονίζουν ότι πολλοί Βραζιλιάνοι πολιτικοί καταδίκασαν την κίνηση ως ωμή επίθεση στην εθνική κυριαρχία και στις δημοκρατικές θεσμούς. Ο Βραζιλιάνος πρόεδρος Λουίζ Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα χαρακτήρισε τις απειλές «απαράδεκτο εκβιασμό με τη μορφή απειλών προς βραζιλιάνους θεσμούς».
Σε πολιτικές συγκεντρώσεις δήλωσε: «Κανένας ξένος δεν θα δώσει διαταγές σε αυτόν τον πρόεδρο!» και υποστήριξε ότι «η ανάμειξη μιας χώρας στη δικαστική λειτουργία άλλης είναι απαράδεκτη και παραβιάζει τις βασικές αρχές σεβασμού και κυριαρχίας μεταξύ των εθνών».
Αδικία Τραμπ
Υποτίθεται ότι ο σοβαρότερος λόγος επιβολής δασμών είναι για να βελτιωθεί το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ. Ωστόσο, σύμφωνα με το ίδιο το Γραφείο Διοίκησης του Γραφείου του Εκπροσώπου των ΗΠΑ για το Εμπόριο, οι εμπορικές συναλλαγές αγαθών μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Βραζιλίας ανήλθαν σε εκτιμώμενα 92 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024.
Οι εξαγωγές αγαθών των ΗΠΑ προς τη Βραζιλία έφτασαν τα 49,7 δισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 11,3% (ή 5 δισ. δολάρια) σε σύγκριση με το 2023. Οι εισαγωγές αγαθών των ΗΠΑ από τη Βραζιλία ανήλθαν σε 42,3 δισεκατομμύρια δολάρια, αυξημένες κατά 8,3% (ή 3,2 δισ. δολάρια) σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Το εμπορικό πλεόνασμα των ΗΠΑ στις συναλλαγές αγαθών με τη Βραζιλία ανήλθε σε 7,4 δισεκατομμύρια δολάρια, καταγράφοντας αύξηση 31,9% (ή 1,8 δισ. δολάρια) σε σύγκριση με το 2023.
Συνεπώς για τους δύο ειδικούς ο ισχυρισμός Τραμπ είναι παντελώς λάθος.
Προωθεί αυταρχικά καθεστώτα
Η ανάμειξη του Τραμπ στα εσωτερικά της Βραζιλίας σηματοδοτεί το πρώτο εξάμηνο της δεύτερης θητείας του, που χαρακτηρίζεται από έντονη ανάμειξη σε παγκόσμιο επίπεδο -είτε μέσω της στήριξης του Αμερικανού αντιπροέδρου στο AfD στη Γερμανία, είτε μέσω επικρίσεων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για νομοθεσίες στο Ηνωμένο Βασίλειο, είτε μέσω των ίδιων των κατηγοριών του Τραμπ κατά της κυβέρνησης της Νότιας Αφρικής για γενοκτονία.
«Ο ρόλος του στη Βραζιλία δείχνει ότι η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση δεν προασπίζεται τη δημοκρατία, αλλά ενδέχεται να προωθεί αυταρχικά καθεστώτα, υποστηρίζοντας αυταρχικούς ηγέτες όπως ο Μπολσονάρο» αναφέρουν οι Στούενκελ και Τρέντγουελ.
Τελικά, οι απειλές για δασμούς από τον Τραμπ μπορεί να επιτύχουν το ακριβώς αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αντί να υποτάξουν τη Βραζιλία, έχουν ενισχύσει την εθνική αντίσταση, έχουν αποδυναμώσει τις φιλοαμερικανικές φωνές και έχουν εκθέσει τους κινδύνους υπερβολικής εξάρτησης από έναν απρόβλεπτο εταίρο.
«Για τη Βραζιλία, το μάθημα είναι ξεκάθαρο» σημειώνουν οι ειδικοί στην ανάλυσή του «η μακροπρόθεσμη κυριαρχία και σταθερότητα απαιτούν μια πιο διαφοροποιημένη εξωτερική πολιτική. Για την Ουάσινγκτον, η ζημιά μπορεί να αποδειχθεί δύσκολο να ανατραπεί».
Ακόμα κι αν αυτή η συγκεκριμένη κρίση εκτονωθεί, καταλήγουν οι δύο ειδικοί, η αντίληψη ότι οι ΗΠΑ είναι πρόθυμες να χρησιμοποιήσουν οικονομική δύναμη για να εξοφλήσουν προσωπικούς ή ιδεολογικούς λογαριασμούς πιθανότατα θα διατηρηθεί πολύ μετά τη σημερινή κυβέρνηση, διαβρώνοντας την εμπιστοσύνη όχι μόνο στη Βραζιλία αλλά σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.