Για εβδομάδες, η παγκόσμια κοινότητα έβλεπε τις ΗΠΑ να εκτοξεύουν το ύψος των δασμών παντού και ίσως κάποιους στον Λευκό Οίκο να νομίζουν ότι θα καταφέρουν έτσι να τινάξουν την «μπάνκα» στον αέρα. Η συμφωνία όμως που επετεύχθη με την Κίνα, για κάποιους αναλυτές, όχι μόνο έδειξε τα όρια της Ουάσιγκτον, αλλά ότι δεν κατάφερε να πάρει αυτά που ήθελε από τους Κινέζους.
Υπενθυμίζεται ότι οι εμπορικές συνομιλίες ΗΠΑ-Κίνας το Σαββατοκύριακο στη Γενεύη, κατέληξαν σε συμφωνία για μείωση δασμών κατά περισσότερο από ό,τι ανέμεναν πολλοί αναλυτές.
Οι κινεζικές εισαγωγές θα είχαν δασμούς 30%, από 145%. Η Κίνα θα μειώσει τους δασμούς στα αμερικανικά προϊόντα σε 10% από 125%. Οι δύο χώρες συμφώνησαν επίσης να πραγματοποιήσουν συνομιλίες για τη σταθεροποίηση της σχέσης.
Μένει να δούμε ποιες συμφωνίες μπορούν να επιτευχθούν σε μελλοντικές διαπραγματεύσεις.
Οι δασμοί σε κινεζικά προϊόντα, τους οποίους οι ΗΠΑ αύξησαν στο ελάχιστο στο 145% στις αρχές Απριλίου, οδήγησαν σε στασιμότητα μεγάλο μέρος του εμπορίου μεταξύ των χωρών. Προκάλεσαν την ανακατεύθυνση των δραστηριοτήτων των εταιρειών παγκοσμίως, εισάγοντας λιγότερα από Κίνα και περισσότερα από άλλες χώρες, πχ Βιετνάμ και Μεξικό. Ανάγκασαν τα κινεζικά εργοστάσια να κλείσουν και έφεραν ορισμένους Αμερικανούς εισαγωγείς στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Δεν έδωσαν και τίποτα οι Κινέζοι
Σύμφωνα όμως με τους New York Times, οι Κινέζοι δεν φαίνεται να κάνουν άλλες άμεσε παραχωρήσεις στους Αμερικανούς.
Αυτό έχει θέσει υπό αμφισβήτηση το κατά πόσον οι εμπορικές διαταραχές του περασμένου μήνα – οι οποίες οδήγησαν πολλές αμερικανικές επιχειρήσεις να ακυρώσουν παραγγελίες για κινεζικές εισαγωγές, να παγώσουν τα σχέδια επέκτασης και να προειδοποιήσουν για υψηλότερες τιμές – άξιζαν τον κόπο.
«Η συμφωνία της Γενεύης αντιπροσωπεύει μια σχεδόν πλήρη υποχώρηση των ΗΠΑ που δικαιώνει την απόφαση του Σι να προβεί σε βίαια αντίποινα», δήλωσε ο Σκοτ Κένεντι, ειδικός για την Κίνα στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών, αναφερόμενος στον Κινέζο ηγέτη.
Αν και ο Τραμπ και οι σύμβουλοί του υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ κατέχουν τα ισχυρότερα χαρτιά στις εμπορικές διαπραγματεύσεις, η συναίνεση του προέδρου αποκάλυψε ορισμένους από τους περιορισμούς του χεριού του.
Μέσω των λεγόμενων αμοιβαίων δασμών και των μαξιμαλιστικών εισφορών στην Κίνα, ο Τραμπ χρησιμοποιεί μια στρατηγική που περιλαμβάνει την κατασκευή εμπορικών κρίσεων με την ελπίδα να αποσπάσει γρήγορες οικονομικές παραχωρήσεις. Όπως αναφέρεται όμως στο δημοσίευμξα, τελικά οι δασμόί αποδείχθηκαν πολύ επώδυνοι για τις αμερικανικές επιχειρήσεις για να τους διατηρήσει ο Τραμπ.
Μέσα σε λίγες εβδομάδες, αξιωματούχοι του Τραμπ έλεγαν ότι οι δασμοί που είχε επιλέξει να επιβάλει ο πρόεδρος σε έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Αμερικής ήταν μη βιώσιμοι και ότι προσπαθούσαν να τους μειώσουν.
«Όταν αντιμετωπίζει μια οικονομική δύναμη με παρόμοια ισχύ και ίσως μεγαλύτερη προθυμία να υπομείνει τον πόνο, ο Τραμπ επέλεξε να παραιτηθεί, δηλώνοντας ότι η συμφωνία της Κίνας να τον συνοδεύσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων νίκη» αναφέρει το αμερικανικό δημοσίευμα.
Από την πλευρά των ΗΠΑ, οι αξιωματούχοι ουσιαστικά δήλωσαν ότι είχαν αποφασίσει ότι δεν ήθελαν – ή δεν σκοπεύουν – να ακολουθήσουν την πορεία στην οποία οι δασμοί του προέδρου είχαν θέσει τις ΗΠΑ, της πλήρους αποσύνδεσης της οικονομίας τους από την Κίνα.
Άλλα έλεγε ο Μπέσεντ
Το αμερικνακό δημοσίευμα δίνει έμφαση στο πως άλλαξε την ρητορική του ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ.
«Έχουν την πιο ανισόρροπη οικονομία στην ιστορία του σύγχρονου κόσμου», δήλωσε ο Μπέσεντ στο Fox Business Network τον περασμένο μήνα. «Και μπορώ να σας πω ότι αυτή η κλιμάκωση είναι μια απώλεια για αυτούς».
Ωστόσο, στη συνέντευξη Τύπου στη Γενεύη ήταν διαφορετικό. «Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι έχουμε κοινό συμφέρον», δήλωσε. «Η συναίνεση και από τις δύο αντιπροσωπείες είναι ότι καμία πλευρά δεν ήθελε αποσύνδεση».
Αυτή η γλώσσα ήταν μια έντονη αλλαγή από τις προηγούμενες διακηρύξεις του κ. Μπέσεντ ότι ο εμπορικός πόλεμος θα ήταν πολύ χειρότερος για την Κίνα δεδομένης της εξάρτησής της από τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, σχολιάζει η Wall Street Journal.
Ανακούφιση με πολλά αλλά
Η απόφαση για προσωρινή μείωση των δασμών στην Κίνα παρέχει μια ευπρόσδεκτη ανακούφιση για τις επιχειρήσεις, αλλά δεν θα κάνει επίσης πολλά για να μετριάσει τη μακροπρόθεσμη αβεβαιότητα που επιβαρύνει τις αμερικανικές εταιρείες, αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Οι δύο κυβερνήσεις έχουν τώρα προθεσμία μέχρι τα μέσα Αυγούστου για να σημειώσουν πρόοδο προς μια εμπορική συμφωνία, ενώ ο Τραμπ έχει προειδοποιήσει ότι αν δεν επιτευχθεί αυτή οι δασμοί μπορεί να ανέβουν ίσως και στο 145% ξανά.
Οι New York Times πάντως κταγράφουν την ανακούφιση λιανοπωλητών και εισαγωγέων των ΗΠΑ.
Ο Μάθιου Σέι, διευθύνων σύμβουλος της αμερικανικής Ομοσπονδίας Λιανικού Εμπορίου, χαρακτήρισε την προσωρινή παύση «ένα κρίσιμο πρώτο βήμα για την παροχή βραχυπρόθεσμης ανακούφισης στους λιανοπωλητές και άλλες επιχειρήσεις που βρίσκονται στη μέση της παραγγελίας εμπορευμάτων για την χειμερινή εορταστική περίοδο».
Ο Τζιν Σεροκά, εκτελεστικός διευθυντής του Λιμένα του Λος Άντζελες, δήλωσε ότι ο δασμός 30% που παρέμεινε στην Κίνα ήταν ακόμα σημαντικός και ότι ο ενθουσιασμός των Αμερικανών καταναλωτών και των εταιρειών που βασίζονταν στις αγοραστικές τους συνήθειες είχε πληγεί από την απειλή των δασμών. 90 ημέρες είναι επίσης ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα για τις εταιρείες να προσπαθήσουν να επανεκκινήσουν τις σταματημένες αποστολές από την Κίνα, είπε, δεδομένου του χρόνου που μπορεί να χρειαστεί για να κρατηθεί χώρος σε υπερωκεάνια και να μεταφερθούν προϊόντα δια θαλάσσης.
«Αυτό εξακολουθεί να είναι ένα είδος αχαρτογράφητου εδάφους, οπότε θα δούμε πώς θα αντιδράσει ο κόσμος», είπε ο Σεροκά. «Αλλά δεν νομίζω ότι, με βάση το καταναλωτικό κλίμα, την καταναλωτική εμπιστοσύνη, ο κόσμος είναι πρόθυμος να παρέμβει αμέσως και να πει: «Εντάξει, αυτό είναι πραγματικά υπέροχο. Ας ξεκινήσουμε»».
90 μέρες είναι ελάχιστες
Πράγματι, οι ειδικοί στο εμπόριο προειδοποίησαν ότι οι 90 ημέρες ήταν επίσης ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα για να σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος στον μακρύ κατάλογο των εμπορικών διαφορών μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, συμπεριλαμβανομένου του αυξανόμενου εμπορικού πλεονάσματος του Πεκίνου.
Η Γουέντι Κάτλερ, αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Πολιτικής της Κοινωνίας της Ασίας, δήλωσε ότι τρεις μήνες ήταν «ένα εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα για να αντιμετωπιστεί το φάσμα των αμφιλεγόμενων εμπορικών ζητημάτων που παραμένουν μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας, της υπερβολικής επιδότησης κινεζικών εταιρειών και των προσπαθειών μεταφόρτωσης από κινεζικές εταιρείες».
«Παρόμοιες διαπραγματεύσεις συνήθως διαρκούν πάνω από ένα χρόνο», πρόσθεσε.
Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι οι συνομιλίες θα επικεντρωθούν εν μέρει στο «άνοιγμα» της Κίνας στις αμερικανικές επιχειρήσεις. Αξιωματούχοι δήλωσαν ότι συμφώνησαν να καθιερώσουν έναν τακτικό ρυθμό συνομιλιών με την Κίνα και υπέδειξαν ότι ορισμένες από αυτές θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στις κινεζικές αγορές αμερικανικών προϊόντων που θα βοηθούσαν στην εξισορρόπηση του εμπορίου.
Αξιωματούχοι του Τραμπ έχουν επικρίνει το είδος των επαναλαμβανόμενων, χαμηλού επιπέδου διαλόγων που είχαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις των ΗΠΑ με τους Κινέζους ως ουσιαστικά χάσιμο χρόνου.
Βέβαια, εάν μια χώρα δέχεται να δασμολογείς τα προϊόντα της με φόρο 30%, ενώ εκείνη τα δικά σου με 10% είναι μάλλον καλό…