Η τετραήμερη εργασία κερδίζει έδαφος σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, με πιλοτικά προγράμματα και νομοθετικές πρωτοβουλίες να δοκιμάζουν το μοντέλο, εστιάζοντας κυρίως στη μείωση του εργασιακού χρόνου χωρίς απώλεια μισθού και στη βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.
Το νέο εργασιακό νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, εισάγει τη δυνατότητα τετραήμερης εργασίας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, στο πλαίσιο ευελιξίας του εργασιακού ωραρίου. Μέχρι σήμερα, η δυνατότητα τεραήμερης εργασίας (10 ώρες την ημέρα), σε συνεννόηση με τον εργοδότη, ισχύει για έξι μήνες. Με το νέο νομοσχέδιο, η δυνατότητα αυτή δίνεται για ολόκληρο το έτος. Κάθε εργαζόμενος, χωρίς περιορισμό, για παράδειγμα ένας γονέας με ανήλικο τέκνο, θα μπορεί να εργάζεται εφεξής σε 4ήμερη βάση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, κατόπιν συνεννόησης με τον εργοδότη.
Η ιδέα της μείωσης του χρόνου εργασίας δεν ήρθε από το πουθενά. Εδώ και αρκετά χρόνια, το θέμα αυτό εμφανίζεται τακτικά στη δημόσια συζήτηση, σε πολλές άλλες χώρες
Για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος μπορεί να εργάζεται 10 ώρες ημερησίως για δύο ημέρες και τις υπόλοιπες δύο ημέρες να έχει μειωμένο ωράριο, παίρνοντας ρεπό την πέμπτη ημέρα, υπό την προϋπόθεση τήρησης του ημερήσιου χρόνου ανάπαυσης (11 ώρες) και του μέγιστου εβδομαδιαίου ορίου εργασίας.
Μετά την παρουσίαση του σχεδίου ξέσπασαν αντιδράσεις από συνδικάτα και την αντιπολίτευση που υποστηρίζουν ότι η τετραήμερη εργασία, όπως ορίζεται, μπορεί να οδηγήσει σε υπερεκμετάλλευση, καθώς οι εργαζόμενοι μπορεί να εργάζονται έως και 13 ώρες ημερησίως σε κάποιες περιπτώσεις, με προσαύξηση 40% στην αμοιβή τους, κάτι που θεωρείται ότι αποδυναμώνει το παραδοσιακό 8ωρο.


Συνέντευξη τύπου από την υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, για την παρουσίαση του νέου νομοσχεδίου του υπουργείου
Το παράδειγμα της Ευρώπης
Το μοντέλο της τετραήμερης εργασίας δεν είναι καινούργιο. Η Ισλανδία ήταν η πρώτη που άνοιξε τον δρόμο στην Ευρώπη εφαρμόζοντας ένα πιλοτικό πρόγραμμα (2015-2019) με τη συμμετοχή 2.500 εργαζομένων. Το ωράριο μειώθηκε σε 35-36 ώρες εβδομαδιαίως από 40, χωρίς μείωση μισθού.
Το Βέλγιο έγινε η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που νομοθέτησε το δικαίωμα τετραήμερης εργασίας, με ισχύ από τον Νοέμβριο 2022. Οι εργαζόμενοι μπορούν να επιλέξουν να συμπυκνώσουν το εβδομαδιαίο ωράριο (38 ώρες) σε τέσσερις αντί για πέντε ημέρες, χωρίς απώλεια μισθού.
Τον Φεβρουάριο 2024, στη Γερμανία, 45 εταιρείες δοκίμασαν την τετραήμερη εργασία για έξι μήνες. Το πρόγραμμα εστίασε στη μείωση ωρών χωρίς απώλεια μισθού.
Πιλοτικά προγράμματα εφαρμόστηκαν επίσης στην Πορτογαλία, την Ισπανία, τη Σουηδία, τη Γαλλία με μείωση ωρών εργασίας και χωρίς απώλεια μισθού.
Το δικαίωμα να ζητά κανείς σύντομη εβδομάδα εργασίας, με τέσσερις μεγαλύτερες «βάρδιες» και τρία ρεπό, προτείνεται στο πλαίσιο της νέας νομοθεσίας για την ευέλικτη εργασία στο Ηνωμένο Βασίλειο. Γνωστό και ως εργασία με «συμπιεσμένο ωράριο», το πρόγραμμα αυτό μπορεί να ακούγεται ελκυστικό, με αναφορές που υποστηρίζουν βελτιωμένη αποδοτικότητα και παραγωγικότητα. Και, φυσικά, χωρίς περικοπή μισθού για τους εργαζόμενους. Ωστόσο, όπως υποστηρίζουν ερευνητές του πανεπιστημίου του Surrey στο επιστημονικό περιοδικό Τhe Conversation, η συμπίεση του τυπικού φόρτου εργασίας σε λιγότερες μέρες θα μπορούσε να έχει αρνητικές συνέπειες.
Από την 1η Ιουλίου 2025, η Πολωνία ξεκίνησε την πιλοτική εφαρμογή της μειωμένης εβδομάδας εργασίας. Το σχέδιο προβλέπει τη δυνατότητα εργασίας 32 ωρών σε τέσσερις ημέρες ή 35 ωρών σε πέντε ημέρες.


Το δικαίωμα στη σύντομη εβδομάδα εργασίας με ένα επιπλέον ρεπό
Ανοίγει ο διάλογος σε όλη την Ευρώπη
Όλα τα πιλοτικά προγράμματα αξιολογούνται από ειδικούς ανοίγοντας το δημόσιο διάλογο.
Μελέτες σε άλλες χώρες δείχνουν αύξηση της αποδοτικότητας, λιγότερη χρήση πόρων, λιγότερα λάθη και περισσότερη δημιουργικότητα στις ομάδες.
Η τεχνολογία, η αυτοματοποίηση και οι κοινωνικές αλλαγές αποδεικνύουν ότι πολλές εργασίες μπορούν να γίνουν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα. Στόχος της τετραήμερης εργασίας είναι η μείωση του στρες, της εξουθένωσης, καλύτερη ψυχική και σωματική υγεία, αύξηση της παραγωγικότητας, περιβαλλοντικά οφέλη (λιγότερες μετακινήσεις) και καλύτερη ισορροπία εργασίας – ζωής.
Οι υποστηρικτές της μικρότερης εβδομαδιαίας εργασίας υποστηρίζουν ότι «το λιγότερο δεν είναι χειρότερο». Αντιθέτως, με καλά οργανωμένη εργασία, τα ίδια (ή και καλύτερα) αποτελέσματα μπορούν να επιτευχθούν σε λιγότερο χρόνο.
Ορισμένοι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι θα μπορούσε να υπάρξει αύξηση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων και, κατά συνέπεια, μείωση της ανταγωνιστικότητας ή καταστολή της αύξησης του ΑΕΠ.
Σε αντίθεση με την τάση στην Ευρώπη η Ελλάδα εισάγει το δικό της «μοντέλο», μόνο κατόπιν συμφωνίας εργαζομένου-εργοδότη και χωρίς μείωση ωρών.