Έξι χρόνια έχουν περάσει από την εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας τον Ιούλιο του 2019. Στο μεσοδιάστημα, η χώρα αντιμετώπισε αλλεπάλληλες κρίσεις – πανδημία, γεωπολιτική αστάθεια, ενεργειακή ακρίβεια, κλιματικές καταστροφές – με την κυβέρνηση να προβάλλει ένα αφήγημα ασφάλειας, σταθερότητας, μεταρρυθμίσεων και υψηλών δημοσιονομικών επιδόσεων. Πράγματι, η Ελλάδα έχει αφήσει πίσω της τα χρόνια της κρίσης των ελλειμμάτων και του χρέους επιστρέφοντας στη δημοσιονομική εξυγίανση και στο κλαμπ των χωρών με επενδυτική βαθμίδα.
Η κυβέρνηση μπορεί να έχει λάβει μέτρα, ωστόσο τα νοικοκυριά εξακολουθούν να βιώνουν έντονη οικονομική πίεση
Ωστόσο, μια προσεκτική ανάγνωση των αριθμών αποκαλύπτει γκρίζες ζώνες στο κοινωνικό πεδίο και θολά σημεία πίσω από τη βιτρίνα της προόδου. Η ακρίβεια επιμένει και πιέζει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, τα επίπεδα των μισθών υπολείπονται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου, μεγάλο μέρος του πληθυσμού εξακολουθεί να βρίσκεται στο κατώφλι της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού ενώ παραμένουν σε υψηλά επίπεδα οι κοινωνικές ανισότητες.
Στο μέτωπο της φορολογίας τα μεσαία εισοδήματα σηκώνουν τα μεγαλύτερα βάρη, ενώ παρά την ενεργοποίηση των μέτρων και νέων ψηφιακών εργαλείων στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής το Δημόσιο εξακολουθεί να χάνει δισεκατομμύρια ευρώ από κρυφά εισοδήματα και μαύρο χρήμα.
Ακρίβεια
Η ακρίβεια αποτελεί το υπ’ αριθμόν 1 πρόβλημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια, οι τιμές βασικών αγαθών και υπηρεσιών έχουν κάνει άλμα, πλήττοντας τα νοικοκυριά με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα.
Η ενεργειακή κρίση και η γεωπολιτική αστάθεια συνέβαλαν στην άνοδο του κόστους ζωής, με τον πληθωρισμό να τρέχει με υψηλές ταχύτητες την περίοδο 2022-23. Παρότι ο πληθωρισμός έχει παρουσιάσει τάσεις αποκλιμάκωσης, οι τιμές σε βασικά είδη όπως τρόφιμα, καύσιμα και ενοίκια παραμένουν υψηλές, ασκώντας πίεση στην αγοραστική δύναμη των πολιτών, την ώρα μάλιστα που οι αυξήσεις στους μισθούς κινούνται με ρυθμούς χαμηλότερους του πληθωρισμού.
Η κυβέρνηση μπορεί να έχει λάβει μέτρα, όπως επιδοτήσεις στην ενέργεια και ελέγχους στην αγορά, ωστόσο τα νοικοκυριά εξακολουθούν να βιώνουν έντονη οικονομική πίεση. Τον Ιούνιο ο πληθωρισμός βρέθηκε στο υψηλότερο σημείο του 2025, αγγίζοντας το 3%. Βασικοί τροφοδότες της ακρίβειας ήταν οι ανατιμήσεις που καταγράφονται όχι μόνο στα τρόφιμα και στις υπηρεσίες, αλλά πλέον ξανά και στα ενεργειακά προϊόντα, μετά τις νέες γεωπολιτικές εντάσεις.
Στεγαστικό
Η στεγαστική κρίση βρίσκεται εκτός ελέγχου και έχει εξελιχθεί σε μάστιγα κυρίως για τους νέους. Οι τιμές κατοικιών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη αυξήθηκαν κατά 45% από το 2018, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Η άνοδος αυτή συνοδεύτηκε από ραγδαία αύξηση των ενοικίων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα ενοίκια κατοικιών μέσα σε έναν χρόνο αυξήθηκαν κατά 11,4%. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την άνοδο των τιμών κατά 23,1% στην ενέργεια και κατά 2,3% στα τρόφιμα, προκαλεί αιμορραγία στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat ο μέσος μισθωτής στην Ελλάδα δαπανά πλέον πάνω από το 35% του εισοδήματός του για ενοίκιο, την ώρα που το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη διαμορφώνεται στο 19,2%. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι για χιλιάδες εργαζομένους, το ενοίκιο «τρώει» σχεδόν τον μισό μισθό, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια για τρόφιμα, μετακινήσεις ή αποταμίευση.
Ανάπτυξη
Οι αναπτυξιακοί ρυθμοί των τελευταίων ετών αποτελούν ένα από τα πιο προβεβλημένα σημεία της κυβερνητικής ρητορικής. Ωστόσο, οι αριθμοί δείχνουν ότι η ανάπτυξη αυτή προήλθε κατά κύριο λόγο από την κατανάλωση, τον τουρισμό, και την απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Οι επενδύσεις σε μεταποίηση, έρευνα, ψηφιακές υποδομές ή πράσινη καινοτομία παραμένουν χαμηλές.
Ανισότητες
Η Ελλάδα εξακολουθεί να καταγράφει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας στην ΕΕ. Η πληθωριστική κρίση που έπληξε την Ελλάδα από τα μέσα του 2021 και τουλάχιστον μέχρι και πέρυσι συνέβαλε στην αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού που αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας, αλλά και του πληθυσμού που βιώνει υλικές και κοινωνικές στερήσεις λόγω οικονομικής αδυναμίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ήταν το 2024 26,9% από 26,1% το 2023 και 26,3% το 2022. Το ποσοστό του πληθυσμού που δυσκολεύεται να πληρώσει το ενοίκιο κύριας κατοικίας ή τη δόση δανείου για κύρια κατοικία αυξήθηκε το 2024 σε 27,2% από 26% το 2023.
Η ραγδαία αύξηση των ενοικίων έπληξε περισσότερο τα φτωχά νοικοκυριά, με το 56,1% του φτωχού πληθυσμού από 43,5% το 2023 να δηλώνει αδυναμία πληρωμής. Πάνω από το 50% του συνολικού πληθυσμού και συγκεκριμένα το 56,50% αντιμετωπίζει δυσκολία στο να αντικαταστήσει φθαρμένα έπιπλα, για το 46% η πληρωμή διακοπών διάρκειας μιας εβδομάδας είναι μάλλον πολυτέλεια, ενώ ένα περίπου 44% δυσκολεύεται να καλύψει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους 480 ευρώ περίπου.
Φορολογικά βάρη: στην Ελλάδα φόροι και ασφαλιστικές εισφορές τρώνε το 37,3% του εισοδήματος μιας οικογένειας με δύο παιδιά, ποσοστό που είναι από τα υψηλότερα ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Δημόσιο χρέος
Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει πετύχει δημοσιονομική σταθερότητα με πρωτογενή πλεονάσματα και ανάπτυξη. Ομως παραμένει στην κορυφή των υπερχρεωμένων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.
To 2024 το ελληνικό χρέος είναι το υψηλότερο στην ΕΕ αγγίζοντας το 153,6% του ΑΕΠ. Ακολουθούν η Ιταλία με χρέος 135% του ΑΕΠ, η Γαλλία με 113,1%, το Βέλγιο με 104,7% και η Ισπανία με 101,8% του ΑΕΠ.
Ιδιωτικό χρέος: τα χρέη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων σε Εφορία και Ταμεία φούσκωσαν τα τελευταία έξι χρόνια. Παρά τις ρυθμίσεις των 120, 100, 72 δόσεων οι ληξιπρόθεσμες οφειλές φυσικών και νομικών προσώπων προς το Δημόσιο από 105,6 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2019 έφτασαν τον Μάιο του 2025 στα 110,78 δισ. ευρώ. Την ίδια πορεία ακολούθησαν και τα χρέη των ασφαλισμένων προς τον ΕΦΚΑ. Από 35,38 δισ. ευρώ το 2019 σκαρφάλωσαν στα 49,73 δισ. ευρώ.
Κρατικά φέσια
Η εικόνα που εμφανίζουν σήμερα οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς ιδιώτες θυμίζει εποχή Μνημονίων. Τα κρατικά φέσια από 1,324 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2019 έφτασαν τον Μάιο του 2025 στα 3,065 δισ. ευρώ.
Μάλιστα, πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα για τις καθυστερήσεις στις πληρωμές των νοσοκομείων προς τους προμηθευτές τους. Η εκτίναξη των οφειλών των νοσοκομείων τα τελευταία έξι χρόνια, επί κυβερνήσεως ΝΔ είναι εντυπωσιακή: από 344 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2019 εκτοξεύτηκαν σε 1,6 δισ. ευρώ τον Μάιο του 2025.
Premium έκδοση «Τα ΝΕΑ»