Οι δασμοί των ΗΠΑ στα ευρωπαϊκά προϊόντα απειλούν το σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας, ενώ η Ευρώπη προετοιμάζει τα δικά της αντίμετρα για ενδεχόμενο ρήξης στις εμπορικές διαπραγματεύσεις. Ακόμα κι αν η επιβολή δασμών 30%, με την οποία απειλεί την Ευρώπη ο Ντόναλντ Τραμπ, μοιάζει υπερβολική, είναι βέβαιο πως οι εμπορικές σχέσεις ΕΕ – ΗΠΑ θα μπουν σε μια νέα φάση τις επόμενες εβδομάδες.
Οι δασμοί 10% έχουν ήδη επηρεάσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών προϊόντων στην αγορά των ΗΠΑ
Ηδη, από τις 9 Απριλίου, οι ΗΠΑ εφαρμόζουν 10% υψηλότερους δασμούς σε σχέση με την προηγούμενη κατάσταση – που ήδη δεν ήταν πλήρως ελεύθερο εμπόριο, δηλαδή άνευ δασμών. Αλλωστε, οι συζητήσεις για την ΤΤΙΡ (Διατλαντική Εμπορική και Επενδυτική Συνεργασία), που θα επέτρεπε την πλήρη απελευθέρωση του εμπορίου μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, έχουν καταρρεύσει εδώ και 8 χρόνια, κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Οι δασμοί 10% έχουν ήδη επηρεάσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών προϊόντων στην αγορά των ΗΠΑ, καθώς έχουν γίνει ακριβότερα και πιο δυσπρόσιτα για τους αμερικανούς καταναλωτές. Εξάλλου, η μείωση της αξίας του δολαρίου και η σημαντική ενίσχυση του ευρώ έναντι του αμερικανικού νομίσματος, μειώνει περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά τους.
Από τη μεριά της, η ΕΕ έχει προετοιμάσει λίστα με προϊόντα που θα μπουν στο στόχαστρο δικών της δασμών. Σε αυτά περιλαμβάνονται – πλέον – το μπέρμπον, χυμοί, φαρμακευτικά προϊόντα, εργαλεία, ακόμα και αυτοκίνητα. Ως αποτέλεσμα, ενδεχόμενη επιβολή προστατευτικών μέτρων ως απάντηση στους αμερικανικούς δασμούς, θα έχει συνέπεια και στην ανταγωνιστικότητα αμερικανικών προϊόντων στις ευρωπαϊκές αγορές. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, κάποια προϊόντα να εξαφανιστούν και τελείως από τα ράφια!
Φέτα – Ελαιόλαδο: Απειλές για τα προϊόντα ΠΟΠ
Σε ευθεία απειλή για τα ελληνικά προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης και Γεωγραφικής Ενδειξης εξελίσσονται οι αμερικανικές πιέσεις στις διαπραγματεύσεις Βρυξελλών – Ουάσιγκτον, ενόψει νέας εμπορικής συμφωνίας και αναθεώρησης δασμών. Η Ελλάδα έχει κατοχυρώσει 105 ΠΟΠ και ΠΓΕ προϊόντα, στα οποία περιλαμβάνονται 122 τρόφιμα (20 εξ αυτών τυροκομικά), 147 κρασιά και 15 ποτά και αποστάγματα.
Στο επίκεντρο της αβεβαιότητας αλλά και των συνεπειών από την επιβολή δασμών βρίσκεται η απαίτηση της Ουάσιγκτον, υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, να μην ισχύει η προστασία των ΠΟΠ προϊόντων για τις εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, εξέλιξη που έχει σημάνει συναγερμό σε όλη την ευρωπαϊκή παραγωγή και ιδίως στην Ελλάδα. Οι ΗΠΑ θεωρούν ότι οι γεωγραφικές ενδείξεις λειτουργούν ως εμπορικός περιορισμός για τα δικά τους αγροδιατροφικά προϊόντα, τόσο στην ευρωπαϊκή όσο και σε τρίτες αγορές.
Ως αποτέλεσμα, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων έχει τεθεί ζήτημα επαναδιαπραγμάτευσης του καθεστώτος προστασίας, με ανοιχτό ενδεχόμενο επιβολής δασμών σε προϊόντα που φέρουν ευρωπαϊκή ΠΟΠ πιστοποίηση.
Η ελληνική φέτα, κορυφαίο εξαγώγιμο γαλακτοκομικό προϊόν της χώρας, βρίσκεται ανάμεσα στα βασικά προϊόντα που απειλούνται. Το 2024 οι εξαγωγές της έφτασαν τα 785,08 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 6,8% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ οι ΗΠΑ είναι ο πέμπτος σημαντικότερος προορισμός, με μερίδιο 8% – 9% επί του συνόλου. Αντίστοιχες πιέσεις ασκούνται και για το ελαιόλαδο, τους οίνους και τα ποτά, τα οποία αντιπροσωπεύουν σημαντικά μερίδια στο εξαγωγικό ισοζύγιο.
Ούζο – Τσίπουρο: Πλήγμα στα αποστάγματα
Ιδιαίτερη είναι η περίπτωση των ελληνικών αποσταγμάτων – όπως ούζο, τσίπουρο, μαστίχα, τεντούρα και κουμκουάτ –, με τις εξαγωγές να ξεπερνούν τα 100 εκατ. ευρώ το 2024, καταγράφοντας άνοδο 7,9% σε σχέση με το 2023. Μάλιστα, το ούζο και το τσίπουρο έχουν ενισχύσει σημαντικά τη θέση τους στις διεθνείς αγορές, με αύξηση εξαγωγών κατά 46% σε αξία και 11,5% σε ποσότητα μέσα στη δεκαετία.
Πιο πρόσφατα, η αύξηση προς ΗΠΑ ανήλθε σε 14,1%, με το ούζο να καταγράφει επιπλέον ενίσχυση 17,32% σε αξία και το τσίπουρο 9,5%. Οι έλληνες ποτοποιοί προειδοποιούν ότι ενδεχόμενοι νέοι δασμοί θα πλήξουν καίρια την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια του κλάδου. Οπως σημειώνουν, οποιαδήποτε απόπειρα επιβολής περιορισμών στις εισαγωγές ΠΟΠ προϊόντων θα διαταράξει την ισορροπία στο διεθνές εμπόριο και θα έχει επιπτώσεις σε όλη την αλυσίδα αξίας, από τον παραγωγό ως τον τελικό καταναλωτή.
Τράπεζες: Φρένο στην πιστωτική επέκταση
Ο τραπεζικός τομέας στην Ελλάδα, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί την τελευταία πενταετία στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας, εισέρχεται εκ νέου σε ζώνη κινδύνου εξαιτίας της επιδείνωσης του εξωτερικού περιβάλλοντος.
Η συνδυασμένη επίδραση της αύξησης του κόστους χρήματος, της μεταβλητότητας των διεθνών αγορών και της αβεβαιότητας γύρω από την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ περιορίζει τη δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να διατηρήσουν τη δυναμική της πιστωτικής επέκτασης, ειδικά προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά με μέτριο ή αυξημένο προφίλ κινδύνου.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, στην Εκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα (Μάιος 2025), σημειώνει ότι η παρατεταμένη γεωπολιτική και εμπορική αβεβαιότητα αυξάνει το λεγόμενο risk premium, οδηγώντας σε ανατιμολόγηση του τραπεζικού δανεισμού. Οι τράπεζες καλούνται να ενισχύσουν τις προβλέψεις για πιστωτικούς κινδύνους, να διατηρούν αυξημένη ρευστότητα και να επιδείξουν μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα στη χορήγηση νέων δανείων, ιδίως προς τομείς που εμφανίζουν εξαγωγική έκθεση ή χαμηλή αποδοτικότητα.
Κτηματαγορά: Tα υψηλά επιτόκια πιέζουν τις τιμές
Η ελληνική αγορά ακινήτων μπορεί να απειληθεί με επιβράδυνση, καθώς η αύξηση του κόστους χρήματος και η εντεινόμενη αβεβαιότητα από την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ και τις ευρωπαϊκές αντιδράσεις, επιδρούν αρνητικά στις επενδύσεις και στη ζήτηση. Η αυστηρότερη πιστοδοτική πολιτική των τραπεζών, σε συνδυασμό με την αναπροσαρμογή των επιτοκίων, οδηγεί σε μείωση των εγκεκριμένων στεγαστικών δανείων, περιορίζοντας την εγχώρια ζήτηση κατοικιών.
Η Τράπεζα της Ελλάδος επισημαίνει την αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης δανείων ως βασικό παράγοντα επιβράδυνσης της αγοράς, με τις τιμές των νεόδμητων ακινήτων σε αστικά κέντρα να παρουσιάζουν σημάδια στασιμότητας. Παράλληλα, η καθυστέρηση επενδυτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό – κυρίως από το Ισραήλ, που το 2024 είχε πραγματοποιήσει επενδύσεις 122 εκατ. ευρώ σε ελληνικά ακίνητα – προκαλεί αναστολή νέων έργων και project development, ιδιαίτερα σε τουριστικές και ημιτουριστικές περιοχές.
Premium έκδοση «Τα ΝΕΑ»