Παρά την άνοδο στις επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί κατά τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, η καθαρή επενδυτική θέση της χώρα μας παραμένει αρνητική και σε αρκετή απόσταση τόσο από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και προφανώς από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Είναι σαφές ότι το παραπάνω αποτελεί ένα επιπλέον αρνητικό στοιχείο για την ελληνική οικονομία, κάτι το οποίο συσχετίστηκε και με την άνοδο του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με ειδική μελέτη του ΙΟΒΕ, η διεθνής επενδυτική θέση (ΔΕΘ) είναι μια στατιστική που δείχνει σε μια δεδομένη χρονική στιγμή την αξία και τη σύνθεση δύο συνιστωσών: 1) των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων των κατοίκων μιας οικονομίας που αποτελούν απαιτήσεις έναντι μη κατοίκων καθώς και των ράβδων χρυσού που κατέχονται ως αποθεματικά περιουσιακά στοιχεία, και 2) των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων των κατοίκων μιας οικονομίας έναντι μη κατοίκων.
Οι αλλαγές
Η διαφορά μεταξύ των εξωτερικών χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων μιας οικονομίας είναι η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση (ΚΔΕΘ) της οικονομίας, η οποία μπορεί να είναι θετική ή αρνητική.
Επομένως, η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση παρέχει μια συνολική εικόνα της καθαρής χρηματοοικονομικής θέσης (περιουσιακά στοιχεία μείον υποχρεώσεις) μιας χώρας έναντι του υπόλοιπου κόσμου και επιτρέπει μια ανάλυση αποθεμάτων-ροών της εξωτερικής θέσης της χώρας.
Ο δείκτης εκφράζεται ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ περιλαμβάνεται στη Διαδικασία Μακροοικονομικών Ανισορροπιών (MIP) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που θέτει κατώτατο όριο παρακολούθησης το -35% του ΑΕΠ. Για την ερμηνεία των μεταβολών στη ΚΔΕΘ μιας χώρας, η ΕΕ συστήνει να αναδεικνύονται οι πηγές χρηματοδότησης των ελλειμμάτων του ΙΤΣ, όπως η τάση στις άμεσες ξένες επενδύσεις, καθώς και οι μεταβολές στο καθαρό εξωτερικό χρέος της χώρας.
Στο διάγραμμα Π.3.3Α.1 παρουσιάζεται η ΚΔΕΘ ως ποσοστό του ΑΕΠ για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης το τέταρτο τρίμηνο του 2024, το τρίμηνο με τα πλέον διαθέσιμα δεδομένα. Παρατηρούμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση της κατάταξης, με την Ιρλανδία και την Κύπρο να ακολουθούν. Αρνητική ΚΔΕΘ είχαν και μεγάλες οικονομίες όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Γαλλία.
Οριακά θετική ΚΔΕΘ είχε η Ιταλία, ενώ θετικές ήταν οι ΚΔΕΘ της Ολλανδίας και της Γερμανίας, μεταξύ των μεγάλων οικονομιών.
Προ κρίσης μέχρι και σήμερα
Στο διάγραμμα Π.3.3Α.2 παρουσιάζεται η ΚΔΕΘ ως ποσοστό του ΑΕΠ για την Ελλάδα και τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο διαχρονικά. Σύμφωνα με σχετική έκθεση του ΙΟΒΕ ότι η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο σε όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Η διαφορά ήταν ελαφρά αυξανόμενη από το 2005 (το έτος με τα παλιότερα διαθέσιμα δεδομένα) έως τα μέσα του 2007, ενώ στη συνέχεια καταγράφηκε βελτίωση μέχρι και το τελευταίο τρίμηνο του 2008.
Από το πρώτο τρίμηνο του 2009 (το έτος έναρξης της οικονομικής κρίσης της Ελλάδας) και έπειτα, σημειώνεται αύξηση της απόκλισης της Ελλάδας από τον Ευρωπαϊκό μέσο με ταυτόχρονη ανοδική πορεία για την ΕΕ-27 και καθοδική πορεία για την Ελλάδα. Βελτίωση στην τάση της ΚΔΕΘ της Ελλάδας καταγράφεται από το δεύτερο τρίμηνο του 2021 και έπειτα, με τη διαφορά από την Ευρώπη να παραμένει, ωστόσο, σημαντική.
Στο διάγραμμα Π.3.3Α.3 παρουσιάζεται η συσχέτιση της ΚΔΕΘ (ως ποσοστό του ΑΕΠ) με το δημόσιο χρέος (ως ποσοστό του ΑΕΠ), για την Ελλάδα και τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα στοιχεία αφορούν την περίοδο 2004-2024 για την Ελλάδα και την περίοδο 2005-2025 για την ΕΕ-27.
Η συσχέτιση είναι αρνητική στην περίπτωση της Ελλάδας, ενώ στην ΕΕ-27 δεν υπάρχει τάση, υποδηλώνοντας έλλειψη συσχέτισης.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ «μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η ΚΔΕΘ κατέγραφε επιδείνωση όταν το δημόσιο χρέος της Ελλάδας αυξανόταν, που σημαίνει ότι μεγάλο μέρος του δημοσίου χρέους οφείλεται στο εξωτερικό. Αντιθέτως, στην περίπτωση του Ευρωπαϊκού μέσου όρου, δεν υπάρχει έντονη σχέση μεταξύ του δημοσίου χρέους και της ΚΔΕΘ».
Πηγή: ΟΤ