Στην Ελλάδα σχεδόν οι επτά στους δέκα νέους ως 34 ετών που πληρώνονται με τον κατώτατο μισθό αναγκάζονται να ζουν με τους γονείς τους, αναφέρει η νέα έρευνα της Εurofound. Συγκεκριμένα το ποσοστό των νέων που παραμένουν στο παιδικό τους δωμάτιο ανέρχεται στο 68%, το δεύτερο υψηλότερο μετά τη Βουλγαρία (71%).
Δυστυχώς το παραπάνω εύρημα δεν σοκάρει πλέον κανένα στη χώρα μας, και αυτό από μόνο του είναι το πιο σοκαριστικό. Θεωρούμε δεδομένο ότι η κόρη ή ο γιος θα μένει με το γονιό αφού έχει συμπληρώσει δύο (ή και περισσότερες) δεκαετίες μετά την ενηλικίωσή του. Οι νέοι που χειραφετούνται πριν τα 30 είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας και συνήθως μένουν σε σπίτι που τους έχουν παραχωρήσει οι γονείς. Διαφορετικά, το να νοικιάζεις διαμέρισμα όταν πληρώνεσαι με τον κατώτατο μισθό, δεν είναι απλά δύσκολο, αλλά σχεδόν ακατόρθωτο, ιδίως για τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά.
Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα ακόμα και μετά την αύξησή του στα 880 ευρώ μικτά (740 καθαρά), δεν επαρκεί σε καμία περίπτωση για να καλύψει τα έξοδα στέγασης. Όταν μόνο το ενοίκιο για ένα δυάρι στην Αθήνα κοστίζει 500 και 600 ευρώ, η συγκατοίκηση με τους γονείς είναι μονόδρομος.
Ακόμα όμως και οι νέοι που πληρώνονται περισσότερο από τον κατώτατο μισθό μένουν με τους γονείς τους σε ποσοστό 42%, όταν τα αντίστοιχα ποσοστά σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης όπως η Σουηδία και η Δανία είναι 11% και 10%.
Στα ύψη ο πληθωρισμός της στέγασης
Το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας (Eurofound), στη νέα ετήσια έρευνα του 2025 για τους κατώτατους μισθούς στην ΕΕ, αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο για τα προβλήματα στέγασης.
Σύμφωνα με την έρευνα κατά μέσο σε όλη την ΕΕ τα ενοίκια οι τιμές των κατοικιών έχουν ξεπεράσει τον συνολικό πληθωρισμό από τις αρχές του 2024: αύξηση 4,9 % του δείκτη τιμών κατοικιών και αύξηση 3,2 % της συνιστώσας του πληθωρισμού που αφορά τα ενοίκια, σε σύγκριση με γενικό ποσοστό πληθωρισμού 2,7 %.
Στην Ελλάδα η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη. Όπως αναφέρεται στην τελευταία σχετική έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ, ο ετήσιος πληθωρισμός των ενοικίων κινήθηκε τον Ιούνιο στο 11,4%. Αντίστοιχα η μέση ζητούμενη τιμή πώλησης κατοικιών αυξήθηκε κατά μέσο όρο 7,3% σε όλη την επικράτεια και πάνω από 10% στην Αθήνα (Δείκτης Τιμών SPI – Spitogatos).
To Eurofound ανατρέχει επίσης στα στοιχεία της Eurostat για την αύξηση του στεγαστικού κόστους σε βάθος δεκαετίας (από το 2015 ως το δ’ τρίμηνο 2024). Οι τιμές κατοικιών στην ΕΕ αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 54,4% και τα ενοίκια κατά 17,4%.
Τα έξοδα για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας, τα οποία συχνά επηρεάζουν δυσανάλογα τα φτωχότερα νοικοκυριά, αυξήθηκαν κατά 29,7 %, 54,6 % και 61,6 % για το νερό, την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, αντίστοιχα.
Το ίδιο διάστημα στην Ελλάδα τα ενοίκια αυξήθηκαν πάνω από 82% κατά μέσο όρο στην επικράτεια (SPI).
Kατώτατος μισθός και στεγαστική επιβάρυνση
Σύμφωνα με την έρευνα του Eurofound οι εργαζόμενοι με τον κατώτατο μισθό αντιλαμβάνονται τα έξοδα στέγασης ως πιο επαχθή από ό,τι οι εργαζόμενοι με υψηλότερα εισοδήματα. Κατά μέσο όρο το 35,6% των εργαζομένων του κατώτατου μισθού που ζει σε μονοπρόσωπα νοικοκυριά, με έναν ενήλικα δηλώνει ότι επιβαρύνεται υπερβολικά από τα έξοδα στέγασης. Το αντίστοιχο ποσοστό για όσους αμείβονται περισσότερο από τον κατώτατο είναι 21,7% όσων πληρώνονται πάνω από τον κατώτατο. Η ψαλίδα είναι πολύ μεγαλύτερη για όσους νοικιάζουν σπίτι, με σχεδόν το 40% να δηλώνει υπερβολική επιβάρυνση από τα έξοδα στέγασης. Η Ελλάδα είναι σε πολύ χειρότερη κατάσταση και σε αυτό τον τομέα. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της ΤτΕ το 62% των ενοικιαστών στις αστικές περιοχές δαπανά πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος για έξοδα στέγασης. Το 40% κρίνεται το όριο πάνω από το οποίο ένα νοικοκυριό υποφέρει από «υπερβολική στεγαστική επιβάρυνση».


Ποσοστά εργαζομένων που αναφέρουν υψηλή επιβάρυνση από το κόστος στέγασης – Πηγή: Εurofound (μπλε: αμειβονται με τον κατώτατο / πορτοκαλί: πάνω από τον κατώτατο)
Μονοπρόσωπα νοικοκυριά
Κατά μέσο όρο στην ΕΕ, οι εργαζόμενοι με ελάχιστο μισθό που ζουν σε μονοπρόσωπα νοικοκυριά δαπανούν σχεδόν το 35% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση, ενώ το ποσοστό αυτό ανέρχεται περίπου σε 26% για όσους κερδίζουν περισσότερα.
Για τους ιδιοκτήτες κατοικιών, τα έξοδα στέγασης είναι, κατά μέσο όρο, χαμηλότερα από ό,τι για όσους ενοικιάζουν και αποτελούν σχεδόν το 28 % του διαθέσιμου εισοδήματος για τους εργαζομένους με ελάχιστο μισθό και το 20% για όσους κερδίζουν περισσότερα. Οι ενοικιαστές που πληρώνονται με τον κατώτατο ξοδεύουν περί το 37% του εισοδήματός τους για στέγαση, έναντι 30% όσων αμείβονται καλύτερα.
Στεγαστικό και νέοι
Οι νέοι που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό (ηλικίας 16-34 ετών) είναι, κατά μέσο όρο στην ΕΕ, πιο πιθανό να μοιράζονται το σπίτι τους με έναν γονέα σε σύγκριση με τους ομολόγους τους που αμείβονται καλύτερα (48,9 % έναντι 29,1 %).
Ο συνδυασμός του επιπέδου του κατώτατου μισθού και του υψηλού κόστους στέγασης εμποδίζει τους νέους να εγκαταλείψουν το πατρικό τους σπίτι, περιορίζοντας αδικαιολόγητα την κινητικότητά τους και, ενδεχομένως, το οικονομικό τους δυναμικό, σημειώνουν οι ερευνητές του Εurofound. «Λαμβάνοντας υπόψη το ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών που δαπανάται για τη στέγαση και τις έντονες διαφορές μεταξύ των χωρών, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να καθορίζεται με βάση και τα στεγαστικά κόστη», καταλήγει η έρευνα.