Σύμφωνα με την έκθεση «Επενδύοντας στην εκπαίδευση 2025» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ένα επιπλέον έτος εκπαίδευσης μπορεί να αυξήσει το εισόδημα ενός ατόμου κατά περίπου 7% στην Ευρώπη.
Στην ΕΕ, συγκρίνοντας το μέσο ετήσιο καθαρό εισόδημα, το χάσμα μεταξύ υψηλού και χαμηλού επιπέδου εκπαίδευσης διευρύνεται στο 68%
Όπως αναφέρει το Euronews, φαίνεται λογικό το συμπέρασμα ότι σε όλες τις 36 ευρωπαϊκές χώρες, οι απόφοιτοι πανεπιστημίου κερδίζουν σταθερά περισσότερα από όσους έχουν μέσο ή χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης.
Πόσο όμως;
Σύμφωνα με την Eurostat, το μέσο διαθέσιμο καθαρό εισόδημα στην ΕΕ, ανά νοικοκυριό, ήταν 21.644 ευρώ το 2024.
Αυτό το νούμερο αναφέρεται στο συνολικό εισόδημα του νοικοκυριού, μετά από φόρους και άλλες εκπτώσεις, και το οποίο είναι διαθέσιμο για δαπάνες ή αποταμίευση.
Το εισόδημα αυτό περιλαμβάνει τα έσοδα από εργασία, επενδύσεις και κοινωνικές παροχές σε μετρητά.
Το εισόδημα ανά επίπεδο εκπαίδευσης
Αυτό το μέσο ετήσιο καθαρό εισόδημα ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με το επίπεδο εκπαίδευσης: 17.517 ευρώ για χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, 21.401 ευρώ για μέσο επίπεδο και 29.490 ευρώ για υψηλό επίπεδο. Αυτό σημαίνει ότι οι πτυχιούχοι πανεπιστημίου στην ΕΕ κερδίζουν 38% περισσότερα από όσους έχουν μέσο επίπεδο εκπαίδευσης και 68% περισσότερα από όσους έχουν χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης.
Η εκπαίδευση χωρίζεται σε τρία επίπεδα ISCED:
- Χαμηλό (0–2): Προσχολική, πρωτοβάθμια και κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
- Μεσαίο (3–4): Ανώτερη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης
- Υψηλό (5–8): Τριτοβάθμια εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένων των πανεπιστημιακών τίτλων
Το εισοδηματικό χάσμα μεταξύ των ατόμων με υψηλό και μέσο επίπεδο εκπαίδευσης κυμαίνεται από 6% στην Ισλανδία έως 62% στην Τουρκία.
Μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, κυμαίνεται από 15% στην Αυστρία έως 57% στη Λιθουανία.


Μεταξύ των πέντε μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρώπης, το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των ατόμων με υψηλό και μέσο επίπεδο εκπαίδευσης είναι μέτριο.
Οι περιφερειακές τάσεις
Η διαφορά στα εισοδήματα των εργαζομένων με υψηλό μορφωτικό επίπεδο σε σχέση με εκείνους με μέσο μορφωτικό επίπεδο παρουσιάζει μια περιφερειακή τάση.
Γενικά, η διαφορά στα εισοδήματα είναι μεγαλύτερη στην Ανατολική και σε τμήματα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μικρότερη στις σκανδιναβικές χώρες και μέτρια στη Δυτική Ευρώπη.
Εκτός από την Τουρκία (62%) και τη Λιθουανία (57%), σημαντικές διαφορές παρατηρούνται στην Αλβανία (54%), τη Ρουμανία (51%), τη Βουλγαρία και το Μαυροβούνιο (48% η καθεμία), τη Λετονία (44%) και τη Σερβία (40%). Στις χώρες αυτές, η κατοχή πτυχίου πανεπιστημίου προσφέρει σημαντικό πλεονέκτημα όσον αφορά τα εισοδήματα.
Στις σκανδιναβικές χώρες και σε ορισμένες περιοχές της Κεντρικής Ευρώπης, το μισθολογικό χάσμα που σχετίζεται με το επίπεδο εκπαίδευσης είναι σχετικά μικρό.
Ανέρχεται σε 6% στην Ισλανδία, 9% στη Νορβηγία, 16% στη Σουηδία, 19% στη Δανία και 15% στην Αυστρία.
Στην Ελλάδα ανέρχεται σε 32%.


Πηγή: Euronews / Eurostat
Μεταξύ των πέντε μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρώπης, το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των ατόμων με υψηλό και μέσο επίπεδο εκπαίδευσης είναι μέτριο και κοντά στον μέσο όρο της Eυρωζώνης (31%).
Τόσο στην Ιταλία όσο και στη Γερμανία, το χάσμα ανέρχεται σε 30%, το Ηνωμένο Βασίλειο καταγράφει διαφορά 33%, ενώ η Γαλλία και η Ισπανία παρουσιάζουν χάσμα 34%.
Υψηλό vs χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης
Στην ΕΕ, συγκρίνοντας το μέσο ετήσιο καθαρό εισόδημα, το χάσμα μεταξύ υψηλού και χαμηλού επιπέδου εκπαίδευσης διευρύνεται στο 68%, έναντι 38% για το χάσμα μεταξύ υψηλού και μέσου επιπέδου.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, το χάσμα μεταξύ χαμηλού και υψηλού επιπέδου κυμαίνεται από 29% στη Δανία έως 178% στη Βουλγαρία.
Όταν συμπεριλαμβάνονται 36 χώρες, οι χαμηλότερες διαφορές παρατηρούνται στην Ισλανδία (14%) και τη Νορβηγία (24%).
Αν και οι αναλογίες και οι κατατάξεις των χωρών μεταβάλλονται, το περιφερειακό μοτίβο που παρατηρείται στη σύγκριση μεταξύ υψηλού και μέσου επιπέδου ισχύει σε μεγάλο βαθμό και στη σύγκριση μεταξύ υψηλού και χαμηλού επιπέδου.
Σε επτά χώρες, οι πτυχιούχοι πανεπιστημίου κερδίζουν τουλάχιστον διπλάσια από όσους έχουν χαμηλό μορφωτικό επίπεδο: Βουλγαρία (+178%), Ρουμανία (+148%), Σερβία (+114%), Τουρκία (+111%), Αλβανία (+108%), Βόρεια Μακεδονία (+106%) και Μαυροβούνιο (+100%).
Αυτές οι χώρες τείνουν επίσης να έχουν από τους χαμηλότερους κατώτατους μισθούς στην Ευρώπη.
Το χάσμα είναι κάτω από 50% σε οκτώ χώρες: Ισλανδία (14%), Νορβηγία (24%), Δανία (29%), Φινλανδία (36%), Ολλανδία (41%), Σουηδία και Σλοβενία (48% η καθεμία) και Αυστρία (49%).
Μεγαλύτερες διαφορές στις χώρες με χαμηλό εισόδημα – Στη 10η θέση η Ελλάδα
Συνολικά, η αναλογία είναι μέτρια, αλλά οι χώρες με χαμηλότερα εισοδήματα τείνουν να έχουν μεγαλύτερες διαφορές.
Για παράδειγμα, μεταξύ των ατόμων με υψηλή (τριτοβάθμια) εκπαίδευση, οι 10 χώρες με το χαμηλότερο μέσο ετήσιο καθαρό εισόδημα είναι: Αλβανία (4.348 ευρώ), Βόρεια Μακεδονία (4.919 ευρώ), Μαυροβούνιο (6.429 ευρώ), Τουρκία (7.542 ευρώ), Σερβία (8.598 ευρώ), Ουγγαρία (11.580 ευρώ), Σλοβακία (11.752 ευρώ), Ρουμανία (12.463 ευρώ), Βουλγαρία (12.569 ευρώ) και Ελλάδα (14.166 ευρώ).


Πηγή: Euronews / Eurostat
Για τις διαφορές στο εισόδημα ανά χώρα
Οι διαφορές στα φορολογικά και μεταβιβαστικά συστήματα είναι ένας σημαντικός λόγος για τον οποίο το χάσμα στο καθαρό εισόδημα μεταξύ των ατόμων με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και εκείνων με μέτριο ή χαμηλό μορφωτικό επίπεδο ποικίλλει μεταξύ των χωρών.
Ο Δρ Γκάμπριελ Ζαγιούρ, εμπειρογνώμονας του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόνισε τον ρόλο του «σχεδιασμού φορολογικών παροχών» και σημείωσε ότι τα στοιχεία αναφέρονται σε εισοδήματα μετά από φόρους και μεταβιβάσεις.
Ένα από τα προηγούμενα άρθρα του Euronews, με τίτλο «Πού πληρώνουν οι εργαζόμενοι τους υψηλότερους και τους χαμηλότερους φόρους;», δείχνει ότι οι συντελεστές του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων διαφέρουν σημαντικά σε όλη την Ευρώπη, με τα υψηλότερα επίπεδα να παρατηρούνται στις σκανδιναβικές χώρες και τα χαμηλότερα στην Ανατολική Ευρώπη.
Η δομή της αγοράς εργασίας είναι ένας άλλος παράγοντας. «Παράγοντες που αφορούν συγκεκριμένες χώρες, όπως η δύναμη των συνδικαλιστικών οργανώσεων, η έκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και η ποιότητα του εργασιακού περιβάλλοντος, διαδραματίζουν επίσης σημαντικό ρόλο», σύμφωνα με την έκθεση «Η Εκπαίδευση με μια ματιά 2024» του ΟΟΣΑ.
Ο Ζαγιούρ αναφέρθηκε επίσης στις διαπραγματεύσεις σε επίπεδο κλάδου, στα αυστηρά ελάχιστα πρότυπα, στα σημαντικά οφέλη και στις ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας στις σκανδιναβικές χώρες, την Ολλανδία και την Αυστρία.
«Το μικρό πλεονέκτημα δεν αποτελεί αποτυχία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά επιτυχία του κοινωνικού μοντέλου», υποστήριξε.
Για τα διπλά συστήματα τριτοβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης
Ο Ζαγιούρ εξήγησε ότι στη Γερμανία, την Αυστρία και την Ελβετία, τα διπλά συστήματα τριτοβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΕΕΚ) μπορούν να κατευθύνουν τους αποφοίτους με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης σε παραγωγικές, καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας.
«Τα εισοδήματα των ατόμων με μέση εκπαίδευση αυξάνονται, μειώνοντας το χάσμα μεταξύ των αποφοίτων χωρίς μεγάλη αναδιανομή», πρόσθεσε.
Σε χώρες όπου τα άτομα με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης κερδίζουν σημαντικά περισσότερα από άλλα, ο Ζαγιούρ σημείωσε την επίδραση των ασθενέστερων δικτύων ασφαλείας, των μεγαλύτερων διαφορών παραγωγικότητας μεταξύ των τομέων, της μεγαλύτερης άτυπης απασχόλησης και της μεγαλύτερης επικράτησης των μικρών επιχειρήσεων.