Οι φόροι παγκοσμίως ποικίλλουν σημαντικά ανάλογα με την οικονομία, την πολιτική και τις διεθνείς συμφωνίες. Ένα διαρκές δίλημμα που απασχολεί τους πολίτες έχει να κάνει με το εάν οι κυβερνήσεις θα πρέπει να «θυσιάσουν» καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες για λιγότερους φόρους. Η απάντηση δεν είναι εύκολη και εξαρτάται από τις προτεραιότητες μιας κοινωνίας, τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες και το ιδεολογικό πρόσημο της εκάστοτε κυβέρνησης.
Το «πακέτο Μητσοτάκη» στη ΔΕΘ έφερε φοροελαφρύνσεις, όχι όμως χρήματα για τις δημόσιες επενδύσεις
Στην Ελλάδα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στην ομιλία του από το βήμα της 89ης ΔΕΘ, παρουσίασε ένα πακέτο φορολογικών ελαφρύνσεων, χαρακτηρίζοντάς το ως «την πιο τολμηρή φορολογική μεταρρύθμιση». Οι παροχές πατούν στα υπερπλεονάσματα που παράγει η ελληνική οικονομία, στοχεύουν σε νέους, οικογένειες και αγροτικές περιοχές. Έρχονται να δώσουν μια ανάσα στα ελληνικά νοικοκυριά που έχουν «τσακιστεί» από τη δεκαετή λιτότητα την περίοδο των μνημονίων.
Μια περιπέτεια που εκτός από τα πορτοφόλια των πολιτών δοκίμασε σκληρά και τις δημόσιες υποδομές. Ελλείψεις και υποστελέχωση σε κρίσιμους τομείς «τραυμάτισαν» ανεπανόρθωτα το κράτος πρόνοιας.
Φόροι vs καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες
Σήμερα η Ευρώπη και η Ελλάδα εξακολουθούν να βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για διαφορετικούς λόγους… Το 2025 είναι διατεθειμένοι οι πολίτες να πληρώσουν περισσότερους φόρους ώστε να έχουν καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες;
Πρόκειται για ένα μείζον θέμα που απασχολεί παγκοσμίως. Τέσσερις στους δέκα (39%) πολίτες στην ΕΕ συμφωνούν ότι «οι φόροι είναι πολύ υψηλοί» και θα επιθυμούσαν τη μείωσή τους «ακόμη και αν αυτό σήμαινε λιγότερες καλές δημόσιες υπηρεσίες». Στο «εκπτωτικό καλάθι» βάζουν παροχές που περιλαμβάνουν την υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση και τις δημόσιες υποδομές.
«Οι οικονομικές δυσκολίες στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή μπορεί να εξηγούν αυτή την επιδείνωση της υποστήριξης για υψηλότερους φόρους», δήλωσε πρόσφατα στο Euronews Business ο Olivier Jacques, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ.
Στον αντίποδα, περισσότεροι από ένας στους τέσσερις (27%) υποστηρίζουν «την καταβολή υψηλότερων φόρων για καλύτερες και περισσότερες δημόσιες υπηρεσίες».
Υπάρχει ένα ποσοστό 26% που δηλώνει πως οι φόροι πρέπει να μείνουν στα σημερινά επίπεδα.
Τα ψηλά και τα χαμηλά
Η Σλοβακία (59%), η Κροατία (57%), η Εσθονία (53%) και η Σλοβενία (50%) βρίσκονται στην κορυφή του καταλόγου των χωρών όπου πολλοί λένε ότι οι φόροι είναι υψηλοί και πρέπει να μειωθούν, ακόμη και με κόστος για τις δημόσιες υπηρεσίες. Το ήμισυ ή περισσότερο του πληθυσμού θα αποδεχόταν αυτή την επιλογή σε αυτές τις χώρες.
Η υποστήριξη είναι επίσης 45% ή υψηλότερη στην Ελλάδα και τη Ρουμανία (48%), την Πολωνία (47%) και το Βέλγιο, τη Λετονία και την Ουγγαρία (45%).
Η Φινλανδία (22%), η Σουηδία (24%) και η Δανία (26%) εμφανίζουν τη χαμηλότερη υποστήριξη για τις φορολογικές περικοπές έναντι των δημόσιων υπηρεσιών. Η Γερμανία (40%), η Γαλλία (37%) και οι Κάτω Χώρες (39%) βρίσκονται κοντά στο μέσο όρο της ΕΕ.
Γενικά, οι χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης τείνουν πολύ περισσότερο προς τις μειώσεις φόρων, εις βάρος των υπηρεσιών. Οι χώρες της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης είναι λιγότερο πρόθυμες να περικόψουν τις δημόσιες υπηρεσίες.
Μόνο το 27% των ερωτηθέντων στην ΕΕ υποστηρίζει «υψηλότερους φόρους για περισσότερες ή καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες». Η Ισπανία (42%), η Σουηδία (42%) και η Φινλανδία (40%) προηγούνται στην υποστήριξη, ενώ η Βουλγαρία (39%) και η Ελλάδα (37%) ακολουθούν από κοντά.
Ελλάδα και Ισπανία
Αυτό αναδεικνύει μια ισχυρή ζήτηση για αυξημένες επενδύσεις σε δημόσιες υπηρεσίες σε όλη τη Νότια Ευρώπη, με την Ισπανία και την Ελλάδα να πρωτοστατούν. Η Ιταλία και η Πορτογαλία (και οι δύο στο 31%) παρουσιάζουν επίσης υποστήριξη άνω του μέσου όρου, αντανακλώντας παρόμοιες τάσεις.
Έρευνα που πραγματοποιήθηκε δείχνει ότι στα υψηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης καθώς και σε όσους ασπάζονται την αριστερή ιδεολογία είναι υψηλότερη η υποστήριξη για φορολογία.
Τα χαμηλότερα επίπεδα παρατηρούνται στο Λουξεμβούργο (16%), καθώς και στη Λετονία, τη Σλοβακία και το Βέλγιο (και τα τρία 17%), υποδεικνύοντας ισχυρή αντίσταση στις αυξήσεις φόρων.
Στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη, η υποστήριξη είναι γενικά χαμηλότερη: Η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Ρουμανία, η Λιθουανία και η Σλοβενία κυμαίνονται στο 22-23%. Η Γερμανία (20%), η Αυστρία (20%) και η Γαλλία (23%) συγκαταλέγονται επίσης μεταξύ των λιγότερο υποστηρικτικών χωρών.
Διατήρηση των υπηρεσιών και των φόρων στο ίδιο επίπεδο
Ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού της ΕΕ, περίπου το ένα τέταρτο (26%), πιστεύει ότι τόσο οι φόροι όσο και οι δημόσιες υπηρεσίες θα πρέπει να παραμείνουν στα σημερινά τους επίπεδα, αν και οι απόψεις ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των κρατών μελών.
Η υποστήριξη της υφιστάμενης κατάστασης είναι ισχυρότερη στο Λουξεμβούργο (47%), τη Μάλτα (46%) και τη Δανία (43%), όπου σχεδόν ο μισός πληθυσμός έχει αυτή την άποψη.
Η υποστήριξη αυτής της επιλογής είναι επίσης πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ στην Αυστρία (37%), τη Φινλανδία (34%), τη Γαλλία (32%) και τη Γερμανία (31%), υποδηλώνοντας την προτίμηση για σταθερότητα.
Η υποστήριξη είναι χαμηλή στη Νότια Ευρώπη, με πολλές χώρες να υπολείπονται κατά πολύ του μέσου όρου της ΕΕ: Ελλάδα (11%), Κροατία (13%), Ιταλία (18%), Ισπανία (21%) και Πορτογαλία (25%). Αυτό καταδεικνύει τη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης και την επιθυμία για αλλαγή.
Οι συντελεστές φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων διαφέρουν ευρέως στην Ευρώπη, με τα υψηλότερα επίπεδα στις σκανδιναβικές χώρες και τα χαμηλότερα στην Ανατολική Ευρώπη.
Γενικά, οι περισσότερες χώρες εφαρμόζουν προοδευτική κλίμακα, με υψηλότερους συντελεστές για υψηλά εισοδήματα. Ο μέσος ανώτατος συντελεστής στις χώρες OECD είναι 42,8%. Στην Ευρώπη, κυριαρχούν υψηλοί συντελεστές λόγω κοινωνικών παροχών.