Αν βάλετε τη λέξη «φτωχοί» στο ψαχτήρι της google και πατήσετε την κατηγορία «εικόνες» θα γεμίσει η οθόνη σας φωτογραφίες από άστεγους που κοιμούνται στο δρόμο, ζητιάνους με απλωμένα χέρια, άδεια πορτοφόλια και για κάποιο περίεργο λόγο γκρίζες φιγούρες ηλικιωμένων με πλαστικές σακούλες.
Η φτώχεια εξακολουθεί να εικονογραφείται με τα γνωστά κλισέ, αλλά οι φτωχοί της διπλανής ή και της δικής μας πόρτας δεν ταιριάζουν στα στερεότυπα-καρικατούρες που έχουμε συνήθως στο μυαλό μας. Μπορεί να είναι καλοβαλμένοι, αξιοπρεπείς, να πληρώνουν με πλαστικό χρήμα, ακόμα και αν είναι η προπληρωμένη κάρτα των επιδομάτων, να φοράνε επώνυμα ρούχα, ακόμα και αν είναι από τα καλάθια των μεταχειρισμένων.
Για να είμαστε ακριβείς, οι φτωχοί που πρωταγωνιστούν στις αναπαραστάσεις των ΜΜΕ, συχνά είναι εκείνοι που δεν καταγράφονται καν στις επίσημες στατιστικές. Η ΕΛΣΤΑΤ στις έρευνες συνθηκών διαβίωσης μετράει μόνο τα ιδιωτικά νοικοκυριά, τους ανθρώπους με σταθερή κατοικία. Εκ των πραγμάτων αποκλείονται από τους δείκτες φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού άτομα που ζουν σε κατάσταση αστεγίας ή ημιαστεγίας, σε ξενώνες, ιδρύματα, φυλακές, νοσοκομεία, πληθυσμοί που μετακινούνται, Ρομά, πρόσφυγες ή μετανάστες χωρίς χαρτιά.
Oι σχεδόν τρεις στους δέκα Έλληνες (26,9%) που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού , δεν ανήκουν στο περιθώριο αλλά στη ραχοκοκαλιά της κοινωνίας. Πρόκειται για 2,74 εκατομμύρια ανθρώπους, ένας πληθυσμός δυόμιση φορές όσο η Θεσσαλονίκη ή όσο τα τρία τέταρτα των κατοίκων της Αθήνας. Ακομα περισσότεροι είναι οι «υποκειμενικά φτωχοί», εκείνοι δηλαδή που τα βγάζουν πέρα με δυσκολία ή μεγάλη δυσκολία, σχεδόν οι επτά στους δέκα
Οι σύγχρονοι φτωχοί δεν θυμίζουν τον Γιάννη Αγιάννη των «Αθλίων» ούτε τον Βασιλάκη Καΐλα και τον Νίκο Ξανθόπουλο των ασπρόμαυρων ελληνικών ταινιών. Όπως έχουν δείξει οι πρόσφατες έρευνες του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) για την πολυδιάστατη παιδική φτώχεια, η στέρηση δεν αποκλειστικά οικονομική, αλλά έχει και άλλες διαστάσεις. Υπάρχει η υγειονομική φτώχεια, των ακάλυπτων ιατρικών αναγκών, η στεγαστική φτώχεια, η πολιτιστική φτώχεια.


Οι «αόρατοι» φτωχοί
Η ετήσια έκθεση «Η φτώχεια στην Ελλάδα το 2025» του Δικτύου για την Καταπολέμηση της Φτώχειας, περιλαμβάνει επί μέρους ερευνητικά έργα για τις διαστάσεις της φτώχειας που ξεφεύγουν από τα ραντάρ των επίσημων στατιστικών. Ένα από αυτά είναι το «Ελληνικο Παρατηρητήριο για τη Φτώχεια και την Έλλειψη Στέγης» ή αλλιώς «Ε.ΠΑ.Φ.Ε.Σ.» (Ηοusing And Poverty Eradication Watch – HO.P.E. Watch). Στο έργο συμμετείχαν οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών αλλά και άνθρωποι που βιώνουν φτώχεια, σε συνεργασία με φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, δήμους και περιφέρειες.
Τα κύρια θέματα που απασχόλησαν το Παρατηρητήριο ήταν η λειτουργία των κοινωνικών υπηρεσιών, η φτώχεια των παιδιών, η ενεργειακή φτώχεια, οι πολιτικές στέγασης και οι παρεμβάσεις για την έλλειψη στέγης. Άλλα δύο ερευνητικά έργα (POVERE και REVERTER), κατέγραψαν αθέατες πλευρές της φτώχειας και της στεγαστικής επιασφάλειας στον αγροτικό χώρο και στις αστικές περιοχές αντίστοιχα.
Η κρυφή αστεγία
Εκτός από τους άστεγους του δρόμου, που κι αυτοί δύσκολα καταγράφονται με ακρίβεια, υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που διαβιούν σε επισφαλείς συνθήκες. Μια ακραία μορφή στεγαστικής ανασφάλειας είναι η «κρυφή αστεγία». Είναι άνθρωποι που στεγάζονται σε ακατάλληλα καταλύματα, εξαρτώνται από τη φιλοξενία συγγενών ή φίλων ή αναζητούν προσωρινή διαμονή σε ξενώνες.
Από τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που ζουν καθημερινά με το φόβο της έξωσης λόγω της αύξησης των ενοικίων ή της κατάσχεσης και του πλειστηριασμού της κατοικίας τους από funds , λόγω «κόκκινων δανείων», κάποιοι θα περάσουν έστω και ξυστά από τον κόσμο της «κρυφής αστεγίας».
Ανάμεσα στους «κρυφούς άστεγους» δεν είναι μόνο οι τυπικά φτωχοί, αλλά και φτωχοποιημένα κομμάτια της (μικρο)μεσαίας τάξης. Τα 180.000 σπίτια που χάθηκαν μεταξύ 2019-2023 από πλειστηριασμούς, δεν ανήκουν στην πλειονότητά τους σε «ρετιρέ» και «στρατηγικούς κακοπληρωτές», αλλά σε νοικοκυριά μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων.
Όπως σημειώνουν οι ερευνητές, η κρυφή αστεγία και η ενεργειακή φτώχεια έχουν ενταθεί, αποκαλύπτοντας τα κενά στο ισχύον σύστημα προστασίας. Η κρυφή αστεγία επηρεάζει και όσα πρόσωπα ζουν σε υπερπλήρεις ή επισφαλείς συνθήκες, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα ή νερό, ή αντιμετωπίζουν απελάσεις. Ιδιαίτερα κινδυνεύουν άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας ή εξάρτηση από ψυχοδραστικές ουσίες.
Ξεσπιτωμένοι λόγω πλημμύρας και πυρκαγιών
Όπως σημειώνουν οι ερευνητές η στεγαστική επισφάλεια συνδέεται με νέες μορφές ψυχικού άγχους. Για παράδειγμα παρατηρείται «άγχος σχετικά με την κλιματική αλλαγή» σε πληθυσμούς που πλήττονται από πλημμύρες και πυρκαγιές. Αντίστοιχα, η κατάθλιψη λόγω αδυναμίας πληρωμής λογαριασμών ενέργειας για επαρκή θέρμανση ή ψύξη εκδηλώνεται συχνά σε γονείς με μικρά παιδιά. Αυτές οι ψυχικές διαταραχές να εισέλθουν στο κάδρο και να ληφθούν υπόψη οι άμεσες και μακροπρόθεσμες συνέπειες σε περίπτωση που δεν αντιμετωπιστούν, επισημαίνει η έρευνα
Διπλά αποκλεισμένοι
Οι Οργανώσεις Κοινωνίας των Πολιτών (ΟΚοιΠ) αναφέρουν ότι πολλές ευάλωτες ομάδες παραμένουν αόρατες και αποκλεισμένες από την κοινωνική πολιτική. Σε αυτές περιλαμβάνονται θύματα βίας με βάση το φύλο, μη υποστηριζόμενες μητέρες, άτομα με αναπηρία, ασυνόδευτοι ανήλικοι, ηλικιωμένοι που ζουν μόνοι, ανασφάλιστοι μετανάστ(ρι)ες και μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.
Οι διασταυρούμενες ευαλωτότητες — όπως τρανς πρόσωπα με προσφυγικό προφίλ και χρόνιες ασθένειες ή ανασφάλιστα πρόσωπα που επιζούν βίας — εντείνουν τον αποκλεισμό. Οι δομικές αδυναμίες στις υπηρεσίες στέγασης, απασχόλησης, ψυχικής υγείας και επανένταξης εδραιώνουν περαιτέρω την περιθωριοποίησή τους.
Ποιος φροντίζει όσους μας φροντίζουν;
Στον τομέα της ψυχικής υγείας και της αναπηρίας, τα άτομα με μη ορατές ή αδιάγνωστες παθήσεις και όσα αποκλείονται από επιδόματα συχνά στερούνται φροντίδας λόγω του στίγματος και διαγνωστικών εμποδίων.
Στην έρευνα αναφέρεται ότι «τα ηλικιωμένα πρόσωπα, ιδιαίτερα άνω των 50 ετών με χαμηλές συντάξεις, χωρίς ασφάλιση ή σε απομακρυσμένες περιοχές, αντιμετωπίζουν απομόνωση, φτώχεια και αποκλεισμό από την αγορά εργασίας».
Οι ανεπίσημοι φροντιστές/τριες, που παρέχουν αμισθί φροντίδα σε ηλικιωμένα ή ανάπηρα μέλη της οικογένειας ή σε παιδιά με προβλήματα ψυχικής υγείας, φέρουν βαριά συναισθηματική και οικονομική επιβάρυνση χωρίς καμία υποστήριξη.

