Στο 15% των δαπανών περίθαλψης φτάνει κατά μέσο όρο η φαρμακευτική δαπάνη, σε 12 χώρες που αποτελούν τις μεγαλύτερες αγορές φαρμάκου διεθνώς, όμως οι αποκλίσεις από χώρα σε χώρα κυμάνθηκαν το 2022 μεταξύ 9-20%, σε σύγκριση με 9-28% δυο χρόνια νωρίτερα.
Από τις χώρες, αυτές, εκείνες που εμφανίζουν το υψηλότερο μερίδιο φαρμακευτικής δαπάνης στο σύνολο των δαπανών υγείας τους, συνήθως εμφανίζουν χαμηλότερες δαπάνες υγείας συνολικά, ενώ εκείνες με το χαμηλότερο μερίδιο φαρμακευτικής δαπάνης εφαρμόζουν συνήθως ελέγχους πρόσβασης στην αγορά και διαπραγμάτευση των τιμών φαρμάκων. Στο 15% φτάνει και η φαρμακευτική δαπάνη στις ΗΠΑ, όπου παρατηρούνται οι υψηλότερες δαπάνες για φάρμακα και περίθαλψη σε απόλυτους και κατά κεφαλήν όρους.
Το χαμηλότερο ποσοστό φαρμακευτικής δαπάνης έχει το Ηνωμένο Βασίλειο, με 9%, ποσοστό που παραμένει σταθερό για πάνω από 20 χρόνια. Στη δεύτερη χαμηλότερη θέση βρίσκονται η Ιρλανδία και ο Καναδάς με ποσοστό 11%, ενώ στα υψηλότερα επίπεδα βρίσκονται η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, με 20% και 19%, αντίστοιχα. Στις υπόλοιπες χώρες οι δαπάνες για φάρμακα, κυμαίνονται μεταξύ 13-17% και οι διακυμάνσεις αυτές σχετίζονται με την έγκριση, διαθεσιμότητα και χρήση νέων φαρμάκων, αλλά και τις διαφορές τιμολόγησης σε κάθε χώρα.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από έκθεση της εταιρείας μελετών IQVIA με θέμα τη δυναμική των φαρμακευτικών δαπανών, η οποία διενεργήθηκε με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία των 12 μεγαλύτερων φαρμακευτικών αγορών διεθνώς, δηλαδή των ΗΠΑ και του Καναδά, της Αυστραλίας, της Ιαπωνίας, Νοτίου Κορέας και από την Ευρώπη, της Γερμανίας, Γαλλίας, Ισπανίας, Ιταλίας, Ιρλανδίας, του Βελγίου και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Στις περισσότερες χώρες, η φαρμακευτική δαπάνη αυξάνεται με βραδύτερο ρυθμό από τις δαπάνες υγείας τα τελευταία χρόνια
Η φαρμακευτική δαπάνη ως ποσοστό των συνολικών δαπανών υγείας στις 12 χώρες της μελέτης
Δυναμική δαπανών για φάρμακα
Σύμφωνα με την έκθεση, οι ΗΠΑ έχουν τις υψηλότερες κατά κεφαλήν δαπάνες για την υγεία από οποιαδήποτε άλλη χώρα, με 13.192 δολάρια κατά κεφαλήν. Οι δαπάνες υγείας στις άλλες χώρες κυμαίνονται από 4.952 – 9.250 δολάρια κατά κεφαλήν για περίθαλψη και από 656 – 1.337 δολάρια κατά κεφαλήν για τη φαρμακευτική δαπάνη.
Ως μια ταχέως αναδυόμενη οικονομία στις αρχές της δεκαετίας του 2000, οι κατά κεφαλήν δαπάνες για την υγεία της Νότιας Κορέας ήταν σημαντικά χαμηλότερες από άλλες χώρες. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί σημαντικά στα επίπεδα της Ισπανίας και Ιταλίας.
Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει το χαμηλότερο μερίδιο φαρμακευτικής δαπάνης στο 9% των δαπανών υγείας με 656 δολάρια κατά κεφαλήν δαπάνη, ενώ αντίστοιχα και ο Καναδάς διαθέτει το 11% των δαπανών υγείας για φάρμακα, δαπανώντας 765 δολάρια κατά κεφαλήν. Τα ποσοστά και για τις δύο χώρες παραμένουν σταθερά από το 2000. Έκτοτε, οι κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και του Καναδά έχουν εισάγει μια σειρά από ρυθμίσεις τιμών, πολιτικές υποκατάστασης γενοσήμων φαρμάκων, στο πλαίσιο της προσπάθειας για διατήρηση του μεριδίου της φαρμακευτικής δαπάνης σε σταθερά επίπεδα, εξαιρώντας τα φάρμακα που μετά από αξιολόγηση της τεχνολογίας υγείας που φέρουν, κρίνονται ως οικονομικά αποδοτικά και αποζημιώνονται από το σύστημα υγείας.
Επιπλέον, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά χρήσης γενοσήμων και βιοομοειδών φαρμάκων στην Ευρώπη. Αυτοί οι παράγοντες, συμβάλλουν μεταξύ άλλων στις χαμηλές συνολικές δαπάνες φαρμάκων σε σύγκριση με άλλες μεγάλες αγορές.
Τα υψηλότερα μερίδια δαπανών για φάρμακα συνδέονται συνήθως με χώρες όπου οι δαπάνες υγείας είναι συνολικά χαμηλότερες, όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι άλλα κόστη που σχετίζονται με την υγειονομική περίθαλψη είναι συγκριτικά χαμηλότερα στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα από ό,τι σε πολλές άλλες χώρες. Συνεπώς, το φαρμακευτικό κόστος φαίνεται να αντιπροσωπεύει μεγαλύτερο ποσοστό του συνόλου, αντί να είναι υψηλότερο με βάση οποιαδήποτε άλλη μέτρηση (όπως σε κατά κεφαλήν βάση ή σε απόλυτους όρους).
Αυξάνονται οι δαπάνες υγείας
Στις 12 χώρες που μελετήθηκαν, οι συνολικές δαπάνες για υγειονομική περίθαλψη έχουν αυξηθεί περισσότερο από τις δαπάνες για φάρμακα από το 2000.
Αντιθέτως, οι δαπάνες για φάρμακα ήταν πιο σταθερές και περιέλαβαν σημαντικούς όγκους γενόσημων και βιοομοειδών φαρμάκων σε πολύ χαμηλό κόστος.
Αυτή η δυναμική απώλειας της πατέντας αποκλειστικότητας και της εισόδου εναλλακτικών λύσεων χαμηλού κόστους είναι μοναδική για τη φαρμακευτική δαπάνη και δεν υπάρχει σε άλλους τομείς της υγειονομικής περίθαλψης.
Επιπλέον, η χαμηλή αύξηση των δαπανών για τα φάρμακα οφείλεται εν μέρει στις αυξημένες προσπάθειες συγκράτησης του κόστους κατά την τελευταία δεκαετία σε πολλές μεγάλες αγορές, οι οποίες συχνά δεν μπορούν να εφαρμοστούν σε άλλες δαπάνες υγείας.
Όταν εξετάζεται σε συνδυασμό με παράγοντες όπως το ποια φάρμακα εγκρίνονται και αποζημιώνονται σε διαφορετικές χώρες, μαζί με τα διαφορετικά ποσοστά χρήσης, οι δαπάνες για φάρμακα αποτελούν ένα χρήσιμο μέτρο που βοηθά στην εξήγηση των διαφορών μεταξύ των χωρών.
Στις περισσότερες χώρες, η φαρμακευτική δαπάνη αυξάνεται με βραδύτερο ρυθμό από τις δαπάνες υγείας τα τελευταία χρόνια.
