Δευτέρα, 10 Νοεμβρίου 2025
14.8 C
Athens

ΗΠΑ: Η Γερουσία άνοιξε τον δρόμο για τον τερματισμό του shutdown έπειτα από 40 ημέρες «παράλυσης» – Τι ακολουθεί

Η Γερουσία των ΗΠΑ άνοιξε την Κυριακή τον δρόμο για να τερματιστεί η παρατεταμένη δημοσιονομική παράλυση (shutdown) που έχει φτάσει πλέον τις 40 ημέρες και η οποία έχει αφήσει εκτός εργασίας χιλιάδες ομοσπονδιακούς υπαλλήλους, έχει καθυστερήσει τη διανομή επισιτιστικής βοήθειας και έχει προκαλέσει χάος στις αερομεταφορές, όπως μεταδίδει το Reuters.

Σε μια διαδικαστική ψηφοφορία, οι γερουσιαστές προώθησαν νομοσχέδιο της Βουλής των Αντιπροσώπων, το οποίο θα τροποποιηθεί ώστε να χρηματοδοτεί την κυβέρνηση έως τις 30 Ιανουαρίου και να περιλαμβάνει πακέτο τριών νομοσχεδίων πλήρους ετήσιας χρηματοδότησης.

Αν η Γερουσία τελικά εγκρίνει το τροποποιημένο μέτρο, αυτό θα πρέπει να εγκριθεί εκ νέου από τη Βουλή και να σταλεί στον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ για υπογραφή — διαδικασία που μπορεί να χρειαστεί αρκετές ημέρες.

Το νομοσχέδιο που προέκυψε ύστερα από ημέρες διαπραγματεύσεων μεταξύ μιας μικρής ομάδας Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών γερουσιαστών, δεν περιλαμβάνει τις επιδοτήσεις υγειονομικής περίθαλψης που οι Δημοκρατικοί απαιτούσαν επί εβδομάδες

Η πρόταση εγκρίθηκε με ψήφους 60 υπέρ και 40 κατά – το όριο που απαιτείται για να προχωρήσει η ψηφοφορία. Η συμφωνία προέκυψε ύστερα από συνεννόηση Ρεπουμπλικανών με μια μικρή ομάδα Δημοκρατικών που διαφοροποιήθηκαν από την ηγεσία τους

Συγκεκριμένα το προσωρινό μέτρο  εγκρίθηκε με τις ψήφους επτά δημοκρατικών – από τους οποίους κάποιοι είναι μετριοπαθείς ή αποχωρούν μετά τη θητεία τους – και ενός ανεξάρτητου. Ο ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Ραντ Πολ ήταν ο μόνος στις τάξεις της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ που ψήφισε κατά. Όπως είχε προαναγγείλει, τη συμφωνία καταψήφισε επίσης ο ηγέτης της μειοψηφίας των δημοκρατικών στη Γερουσία, ο Τσακ Σούμερ.

Τι προβλέπει το συμβιβαστικό νομοσχέδιο

Στις 40 ημέρες από τότε που ξεκίνησε το κλείσιμο, όταν έληξε η άδεια χρηματοδότησης της κυβέρνησης την 1η Οκτωβρίου, ο Ρεπουμπλικανός ηγέτης της Γερουσίας Τζον Θιουν πραγματοποίησε 14 ψηφοφορίες για νομοσχέδιο που είχε εγκριθεί σχεδόν αποκλειστικά από τους Ρεπουμπλικανούς στη Βουλή, το οποίο θα επέκτεινε τη χρηματοδότηση έως τα τέλη Νοεμβρίου.

Όμως ποτέ περισσότεροι από τρεις Δημοκρατικοί δεν ψήφισαν υπέρ, στερώντας του την αναγκαία στήριξη. Το κόμμα της μειοψηφίας απαιτούσε οποιαδήποτε νομοθεσία χρηματοδότησης να επεκτείνει και τις φορολογικές ελαφρύνσεις που μειώνουν τα ασφάλιστρα για τα προγράμματα υγείας του Affordable Care Act (Obamacare), που δημιουργήθηκαν επί προεδρίας Τζο Μπάιντεν και λήγουν στο τέλος του έτους.

Ο Θιουν υποστήριξε ότι θα ήταν πρόθυμος να διαπραγματευτεί για αυτές τις επιδοτήσεις, μόνο αφού ξανανοίξει η κυβέρνηση.

«Μετά από 40 μακριές ημέρες, ελπίζω ότι μπορούμε να φτάσουμε στο τέλος αυτού του κλεισίματος», είπε λίγο πριν τη ψηφοφορία.

«Από την κρίσιμη κατάσταση στις αερομεταφορές μέχρι το γεγονός ότι το προσωπικό μας εργάζεται απλήρωτο εδώ και 40 ημέρες, όλοι —Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί— που στηρίζουμε αυτό το νομοσχέδιο γνωρίζουμε ότι τώρα είναι η ώρα να δράσουμε».

Το συμβιβαστικό νομοσχέδιο εξουσιοδοτεί τη χρηματοδότηση της κυβέρνησης έως τις 30 Ιανουαρίου 2026 και αναιρεί τις απολύσεις ομοσπονδιακών υπαλλήλων που διέταξε ο Λευκός Οίκος μετά την έναρξη του κλεισίματος. Παρέχει επίσης αναδρομική πληρωμή για όσους τέθηκαν σε υποχρεωτική άδεια ή συνέχισαν να εργάζονται χωρίς μισθό και αποτρέπει νέες απολύσεις μέχρι τον Ιανουάριο. Περιλαμβάνει ακόμη τρεις νόμους πιστώσεων για δαπάνες των υπουργείων Γεωργίας και Υποθέσεων Βετεράνων κ.ά. έως το οικονομικό έτος 2026.

Το νομοσχέδιο δεν επιλύει το ζήτημα των ασφαλίστρων του Affordable Care Act, τα οποία, σύμφωνα με μία μελέτη, θα αυξηθούν κατά μέσο όρο 26% εάν λήξουν οι φορολογικές ελαφρύνσεις, όπως σημειώνει ο Guardian.

Στο πλαίσιο της συμφωνίας, ο Θιουν είπε ότι θα επιτρέψει ψηφοφορία για ξεχωριστό νομοσχέδιο σχετικά με τις επιδοτήσεις έως τη δεύτερη εβδομάδα του Δεκεμβρίου. Αλλά ακόμη κι αν εγκριθεί, ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Βουλής Μάικ Τζόνσον έχει δηλώσει ότι δεν θα το φέρει προς ψήφιση.

Μετά τη διαδικαστική ψηφοφορία, η Γερουσία ανεστάλη έως τη Δευτέρα το πρωί, αφήνοντας ασαφές πότε θα συνεχιστεί η ψηφοφορία.

Αναμένονται θυελλώδεις συνεδριάσεις

Ο Τζόνσον έχει κρατήσει τη Βουλή εκτός συνεδρίασης από τις 19 Σεπτεμβρίου, προσπαθώντας να πιέσει τους Δημοκρατικούς της Γερουσίας να ψηφίσουν το ρεπουμπλικανικό νομοσχέδιο δαπανών. Λίγο μετά την ψηφοφορία στη Γερουσία, η Βουλή ειδοποίησε τους βουλευτές να αναμένουν ψηφοφορίες αυτή την εβδομάδα.

Ωστόσο, όλα δείχνουν ότι το νομοσχέδιο θα έχει θυελλώδη υποδοχή στη Βουλή, ιδίως από τους Δημοκρατικούς.

«Η Αμερική είναι ήδη υπερβολικά ακριβή. Δεν θα υποστηρίξουμε νομοθεσία δαπανών που προωθούν οι Ρεπουμπλικανοί της Γερουσίας και που αποτυγχάνει να επεκτείνει τις φορολογικές ελαφρύνσεις του Affordable Care Act», δήλωσε ο ηγέτης της μειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Βουλή, Χακίμ Τζέφρις. «Θα πολεμήσουμε το ρεπουμπλικανικό νομοσχέδιο στη Βουλή, όπου ο Μάικ Τζόνσον θα υποχρεωθεί να τερματίσει τις επτά εβδομάδες της ρεπουμπλικανικής, χρηματοδοτούμενης από τους φορολογούμενους, “διακοπής”».

Ο πρόεδρος της Προοδευτικής Ομάδας του Κογκρέσου, Γκρεγκ Καζάρ, είπε: «Μια συμφωνία που δεν μειώνει το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης είναι προδοσία για εκατομμύρια Αμερικανούς που στηρίζονται στους Δημοκρατικούς να παλέψουν για αυτούς. Οι Ρεπουμπλικανοί θέλουν περικοπές στην υγεία. Η αποδοχή μιας “υπόσχεσης με το μικρό δάχτυλο” από τους Ρεπουμπλικανούς δεν είναι συμβιβασμός — είναι παράδοση».

Λίγο πριν από την ψηφοφορία στη Γερουσία, ο Δημοκρατικός βουλευτής Ρο Κάνα κάλεσε τον Σούμερ να αντικατασταθεί, λέγοντας ότι «δεν είναι πλέον αποτελεσματικός».

Οι Δημοκρατικοί, έχοντας περιέλθει σε μειοψηφία και στα δύο σώματα του Κογκρέσου μετά τις εκλογές του περασμένου έτους, επιδίωξαν να χρησιμοποιήσουν το κλείσιμο της κυβέρνησης για να δώσουν μάχη πάνω στο θέμα της υγείας — ένα ζήτημα-σήμα κατατεθέν του κόμματος.

Κατά τις πέντε και πλέον εβδομάδες που ακολούθησαν, οι δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι το κοινό θεωρούσε τους Ρεπουμπλικανούς περισσότερο υπεύθυνους για το κλείσιμο από ό,τι τους Δημοκρατικούς, και την περασμένη Τρίτη το κόμμα κέρδισε τις ενδιάμεσες εκλογές, κάτι που οι Δημοκρατικοί ηγέτες αποκάλεσαν «επικύρωση της στρατηγικής» τους στη μάχη για τη χρηματοδότηση.

Βαρύ τίμημα

Οι εβδομάδες χωρίς χρηματοδότηση είχαν βαρύ αντίκτυπο στις ΗΠΑ. Περισσότεροι από 700.000 ομοσπονδιακοί υπάλληλοι τέθηκαν σε υποχρεωτική άδεια, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι εργάζονταν χωρίς μισθό, με αποτέλεσμα τεράστιες ουρές σε τράπεζες τροφίμων και κοινωνικές υπηρεσίες σε όλη τη χώρα.

Στις αρχές Νοεμβρίου, η διοίκηση Τραμπ ανέστειλε για πρώτη φορά πληρωμές του μεγαλύτερου ομοσπονδιακού προγράμματος επισιτιστικής βοήθειας, προκαλώντας συνεχιζόμενη δικαστική διαμάχη.

Ο υπουργός Μεταφορών Σον Ντάφι την περασμένη εβδομάδα διέταξε μείωση των εμπορικών αεροπορικών πτήσεων, λέγοντας ότι οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας βρίσκονται υπό πρωτοφανή πίεση. Πάνω από 2.500 πτήσεις ακυρώθηκαν την Κυριακή, και ο Ντάφι δήλωσε ότι η η κατάσταση θα επιδεινωθεί περαιτέρω  αν δεν αποκατασταθεί η χρηματοδότηση.

Αν η κυβέρνηση παραμείνει κλειστή για πολύ περισσότερο, η οικονομική ανάπτυξη θα μπορούσε να γίνει αρνητική στο τέταρτο τρίμηνο, προειδοποίησε ο οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου Κέβιν Χάσετ στην εκπομπή Face the Nation του CBS, ειδικά αν οι αερομεταφορές δεν επιστρέψουν σε φυσιολογικά επίπεδα έως τη γιορτή των Ευχαριστιών (27 Νοεμβρίου φέτος).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA