Σάββατο, 15 Νοεμβρίου 2025
16.1 C
Athens

Μπορεί η ελληνική οικονομία να μάθει… ισπανικά;

Σε μια εποχή έντονης μεταβλητότητας, οι οικονομίες του Νότου ακολουθούν διαδρομές που όλο και περισσότερο αποκλίνουν. Η Ισπανία κινείται με ρυθμούς που ξαφνιάζουν τις Βρυξέλλες, η Πορτογαλία ανεβαίνει μεθοδικά και η Ελλάδα παραμένει σταθερή, αλλά με πιο αργό βηματισμό και λιγότερο παραγωγικό.

Η σύγκριση Ελλάδας–Ισπανίας είναι χαρακτηριστική. Δεν αφορά μόνο το ΑΕΠ, τους μισθούς ή την κατανάλωση, αφορά δύο οικονομίες που ξεκίνησαν από παρόμοια αφετηρία πριν από δέκα χρόνια και σήμερα βρίσκονται σε διαφορετικά σημεία του ευρωπαϊκού χάρτη.

Το ισπανικό παράδοξο

Το ισπανικό παράδοξο έχει να κάνει με την υψηλή ανάπτυξη σε μια οικονομία χαμηλής παραγωγικότητας.

Η Ισπανία έκλεισε το 2024 με ανάπτυξη 3,2%, τον υψηλότερο ρυθμό στην Ευρωζώνη, και σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η πορεία αυτή συνεχίζεται και το 2025. Η δυναμική της στηρίζεται σε τρεις άξονες:

● Ενίσχυση εξαγωγών: Η βιομηχανία, ο αγροδιατροφικός τομέας και τα logistics αυξάνουν την ανταγωνιστικότητά τους, με τις εξαγωγές να αγγίζουν ιστορικά υψηλά.

● Ισχυρή αγορά εργασίας: Η απασχόληση ενισχύεται σταθερά, με το ποσοστό ανεργίας να υποχωρεί στο 10,45%, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2008.

● Επενδύσεις Ταμείου Ανάκαμψης: Τα ισπανικά κονδύλια διοχετεύονται σε κλάδους υψηλής αξίας, όπως είναι οι ψηφιακές υποδομές, οι ΑΠΕ, η ηλεκτροκίνηση και data centers.

H παραγωγικότητα της Ισπανίας αυξάνεται με ρυθμό μόλις 0,5%, χαμηλότερο από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Κι όμως το μοντέλο της Ισπανίας, ενισχύει την ανάπτυξη με περισσότερες επιχειρήσεις, περισσότερο ανθρώπινο κεφάλαιο και περισσότερες εξαγωγές. Αυτό το μοντέλο έχει βέβαια όρια που δοκιμάζονται από τα υψηλά ενοίκια, την πίεση στα νοικοκυριά και τις υψηλές τιμές στα ακίνητα. Παρόλα αυτά το μοντέλο αποδίδει και αυτό δίνει στην Ισπανία έναν ρόλο-«θετικού παραδόξου» σε μια Ευρώπη που δυσκολεύεται να βρει ρυθμό στην οικονομία.

Το ελληνικό «μοντέλο»

Η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε ύφεση, ωστόσο, είναι προφανές ότι προς ώρας αδυνατεί να αξιοποιήσει τη δημοσιονομική σταθερότητα για να επιτύχει τη σύγκλιση με την υπόλοιπη Ευρώπη.

Δύο δείκτες εξηγούν σχεδόν ολόκληρη τη δυναμική:

● Παραγωγικότητα: Η παραγωγικότητα ανά ώρα εργασίας αντιστοιχεί στο 65 % του μέσου όρου της Ευρωζώνης, επίπεδο παρόμοιο με αυτό πριν από μια δεκαετία.

● Μισθοί: Η μέση ετήσια αμοιβή πλήρους απασχόλησης βρίσκεται στα 18.000 ευρώ, η δεύτερη χαμηλότερη στην ΕΕ μετά τη Βουλγαρία που έχει 15.400 ευρώ. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος φτάνει τα 39.800 ευρώ.

Ακόμη και σε σύγκριση με χώρες του Νότου, το χάσμα είναι εμφανές, με τον αντίστοιχο μισθό στην Ισπανία να είναι στις 33.700 ευρώ, στην Ιταλία στις 33.523 ευρώ και στην Πορτογαλία στις 23.200 ευρώ. Και οι τρεις χώρες σημειώνουν ρυθμό σύγκλισης ταχύτερο του ελληνικού.

Το πρόβλημα για την Ελλάδα είναι ότι παραμένει εξαρτημένη από μικρές επιχειρήσεις, από κλάδους χαμηλής προστιθέμενης αξίας και από μια αγορά εργασίας που βασίζεται σε περισσότερες ώρες εργασίας και όχι σε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.

Επενδυτικό ρήγμα

Η Ευρωζώνη έχει μπει σε εποχή όπου οι επενδύσεις καθορίζουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη στην οικονομία. Και εδώ καταγράφεται η μεγαλύτερη απόκλιση. Σύμφωνα με την Eurostat η Ισπανία καταγράφει επενδύσεις ίσες με το 24,2% του ΑΕΠ, ενώ πολύ κοντά είναι και το αντίστοιχο ποσοστό της Πορτογαλίας, που βρίσκεται στο 23,7%. Τα στοιχεία δείχνουν όμως ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε εντελώς διαφορετική ταχύτητα. Το ποσοστό της είναι μόλις στο 12,8%

Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται, αλλά με ένα μοντέλο που δεν εξασφαλίζει βάθος. Το μοντέλο παραμένει εξαρτημένο από ευρωπαϊκά κονδύλια και όχι από επενδύσεις ιδιωτικών κεφαλαίων. Αυτό εξηγεί γιατί η παραγωγικότητα δεν ανεβαίνει και γιατί οι μισθοί δεν μπορούν να ακολουθήσουν τις τιμές.

Ένας Νότος, δύο πραγματικότητες

Η Ελλάδα δεν αναπτύσσεται λιγότερο, αλλά σίγουρα αναπτύσσεται διαφορετικά. Είναι ενδεικτικό οτι η Ισπανία μετασχηματίζεται, επενδύει, εξάγει και αξιοποιεί το Ταμείο Ανάκαμψης σε νέες τεχνολογίες. Η Πορτογαλία ακολουθεί με σταδιακή παραγωγική αναβάθμιση και αυξημένη εξωστρέφεια. Από την πλευρά της Ελλάδα παραμένει σταθερή, αλλά με δομικά χαρακτηριστικά που δεν της επιτρέπουν να αυξήσει το εισόδημα των πολιτών και να ανοίξει τον αναπτυξιακό της βηματισμό.

Η εικόνα δεν αφορά μόνο το παρόν, αλλά και το μέλλον. Η Ευρώπη εισέρχεται σε εποχή χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης, ενεργειακής αβεβαιότητας και δημογραφικής συρρίκνωσης. Σε αυτό το περιβάλλον, η σύγκλιση δεν θα έρθει από τη δημοσιονομική σταθερότητα, αλλά από τον παραγωγικό μετασχηματισμό.

Πηγή: ΟΤ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA