Βαθαίνει η απαισιοδοξία ανάμεσα στα ελληνικά νοικοκυριά, αν κρίνουμε από τη νέα επιδείνωση στην καταναλωτική εμπιστοσύνη τον Νοέμβριο, όπως αποτυπώνεται στα μηνιαία στοιχεία της Κομισιόν.
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος, υποχώρησε στο χαμηλότερο σημείο του εξαμήνου, στις 106 μονάδες, έναντι 107,5 μονάδων τον Οκτώβριο.
Το καθοδικό σπιράλ οφείλεται αφενός στην υποχώρηση των επιχειρηματικών προσδοκιών στον κλάδο της βιομηχανίας, αφετέρου στο βάθεμα της ανησυχίας των Ελλήνων για την οικονομική τους κατάσταση.
Υπενθυμίζεται ότι τον Δείκτη Οικονομικού Κλίματος για την Ελλάδα καταρτίζει το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε αναμονή της επίσημης έκθεσης του ΙΟΒΕ, οι πίνακες της Κομισιόν μας δίνουν μια πρώτη εικόνα.
Αντιφατικά μηνύματα
Η ελληνική οικονομία εκπέμπει αντιφατικά μηνύματα. Σε κλαδικό επίπεδο, συνεχίζεται η βελτίωση των δεικτών στις υπηρεσίες, ενώ υπάρχει ανάκαμψη στις κατασκευές. Οι επιχειρηματικές προσδοκίες στο λιανεμπόριο παίρνουν τα πάνω τους, μετά από ένα κακό φθινόπωρο, εν όψει και της εορταστικής σεζόν, που εγκαινιάζεται πρακτικά με την Black Friday.
Οι προσδοκίες για την απασχόληση είναι οριακά βελτιωμένες σε σχέση με τον Οκτώβριο (113,5 έναντι 113,1 μονάδες), αλλά παραμένουν πολύ χαμηλότερες από ό,τι τον Απρίλιο. Οι διακυμάνσεις στους δείκτες προσδοκιών αντανακλούν και την έντονη εποχικότητα της απασχόλησης, που εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την τουριστική κίνηση.
Σημάδια κόπωσης στον τουρισμό
Ο τουρισμός παραμένει μεν η «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας, όμως εμφανίζει σημάδια κόπωσης, όπως φάνηκε από τα πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας.
Για παράδειγμα, οι τουρίστες τον Σεπτέμβριο αυξήθηκαν μεν κατά 3,6% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024, όμως τα τουριστικά έσοδα μειώθηκαν άλλο τόσο, κατά -3,6%. Αυτό σημαίνει ότι η μέση δαπάνη των τουριστών κατέγραψε πτώση, μετά από μια πορεία ανόδου.
Μια άλλη ανησυχητική ένδειξη είναι ότι φέτος το ισοζύγιο προσλήψεων – απολύσεων στις επιχειρήσεις της τουριστικής βιομηχανίας (καταλύματα-εστίαση), πέρασε σε αρνητικό έδαφος ήδη από τον Ιούλιο, μια περίοδο που θεωρητικά θα έπρεπε η απασχόληση στον κλάδο να βρίσκεται στο «κόκκινο».
Η πρόωρη κάμψη της απασχόλησης στον τουρισμό – παρά τη γκρίνια των εργοδοτών για κενές θέσεις εργασίας – δείχνει πιθανόν την πίεση και στις εισπράξεις, η οποία είναι πιο έντονη στην εστίαση.
Άλλωστε, όπως έδειξαν τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο τζίρος στην εστίαση κινήθηκε καθοδικά για τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο, ενώ ακόμα μεγαλύτερη ήταν η πτώση της κατανάλωσης. Στα καταλύματα υπήρξε μεν άνοδος στις εισπράξεις, η οποία όμως ήταν χαμηλότερη από τον πληθωρισμό του κλάδου, δείχνοντας κι εκεί σημάδια κόπωσης.
Η πρόθεση των ελληνικών νοικοκυριών για αποταμίευση καταγράφει αρνητικό ρεκόρ δωδεκαμήνου
Ράλι προς τον πάτο για την καταναλωτική εμπιστοσύνη
Όσο πλησιάζουμε στα τέλη του 2025, τόσο υποχωρεί η καταναλωτική εμπιστοσύνη. Πλέον έχει φτάσει στο χαμηλότερο σημείο του 12μήνου, στις -50,6 μονάδες (από -47,6 τον Οκτώβριο). Οι Έλληνες καταναλωτές είναι σταθερά οι πιο απαισιόδοξοι της Ευρώπης, σε μεγάλη απόσταση από τους αμέσως επόμενους, τους Ρουμάνους (-29,7). Αγεφύρωτο είναι το χάσμα με τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών νοικοκυριών (-13,6 μονάδες).
Βαθαίνει η απαισιοδοξία
Επιδείνωση εμφανίζουν σχεδόν όλοι οι επί μέρους δείκτες που αφορούν την καταναλωτική εμπιστοσύνη στην Ελλάδα. Αυξήθηκαν τα νοικοκυριά που θεωρούν ότι η οικονομική τους κατάσταση επιδεινώθηκε τους 12 μήνες, αλλά και τα νοικοκυριά που φοβούνται για την πορεία των οικονομικών τους το επόμενο 12μηνο. Σημαντική υποχώρηση σημειώνει και η πρόθεση μεγάλων αγορών, ενώ στα τάρταρα βρίσκεται η πρόθεση για αποταμίευση. Ο σχετικός δείκτης βρίσκεται στο -70,8, το χαμηλότερο σημείο του 12μήνου.
Μειώθηκε ο τζίρος στο λιανεμπόριο
Ο τζίρος του λιανικού εμπορίου τον Σεπτέμβριο υποχώρησε ελαφρά κατά -0,7% σε σχέση με πέρυσι, ενώ ακόμα μεγαλύτερη ήταν η πτώση στον όγκο πωλήσεων, κατά -1,7%.
Σε επίπεδο τριμήνου ο τζίρος των επιχειρήσεων του λιανικού εμπορίου ήταν αυξημένος κατά 3% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2024, ποσοστό που συμβαδίζει με τις διακυμάνσεις του πληθωρισμού.
Σύμφωνα με την ΕΣΕΕ, σε βάθος εννιαμήνου η αύξηση του κύκλου εργασιών στο λιανεμπόριο (πλην τροφίμων, οχημάτων και καυσίμων) ήταν η χαμηλότερη από το 2020 ως σήμερα.
Σε δυσμενέστερη θέση όλων είναι οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις λιανεμπορίου, που βλέπουν τον πραγματικό τους τζίρο (χωρίς τη διόρθωση του πληθωρισμού), να συρρικνώνεται.
Το παραπάνω γεγονός αντικατοπτρίζει την κόπωση των καταναλωτών, μετά από πέντε χρόνια ανατιμήσεων και τις περικοπές των δαπανών για δευτερεύουσες ανάγκες (ένδυση-υπόδηση, έπιπλα), για να καλυφθούν τα ανελαστικά έξοδα.
Παράλληλα χτυπάνε καμπανάκια για το πλήθος των μικρο-εμπόρων, αφού η αγοραστική κίνηση μετατοπίζεται προς τις μεγάλες επιχειρήσεις. Οι τελευταίες αύξησαν τον τζίρο τους στο εννιάμηνο του 2025, κατά 8,5% σε ονομαστικούς όρους και κατά 4,5% σε πραγματικούς, σύμφωνα πάντα με τα στοχεία της ΕΣΕΕ. ανθεκτικές είναι οι μεγάλες επιχειρήσεις,

