Η επόμενη ημέρα στη Θεσσαλία και η παρέμβαση, το σχέδιο της κυβέρνησης εκεί, είναι το βασικό θέμα της συνέντευξης του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη στην εφημερίδα «Απογευματινή». Ξεκινώντας, όμως, από τα ελληνο-τουρκικά, συμπεραίνει πως «καλό είναι να υπάρχει αποκλιμάκωση της έντασης, καλό είναι οι Τούρκοι να καταλάβουν ότι η στρατηγική της έντασης όταν έχεις απέναντι σου τον Κυριάκο Μητσοτάκη, δεν οδηγεί πουθενά. Καλά είναι και τα μέτρα οικοδόμησης της εμπιστοσύνης και ο διάλογος για τη soft agenda. Ως εκεί, καλά. Για τα υπόλοιπα, προσεκτικά και επιφυλακτικά!».
Στα των πλημμυρών, κάνοντας τον, μέχρι σήμερα, απολογισμό της αντίδρασης της κυβέρνησης στη Θεσσαλία, ο υπουργός Επικρατείας επισημαίνει πως «η κυβέρνηση)επέδειξε και αυτή τη φορά ταχύτατα αντανακλαστικά καταστρώνοντας ένα σχέδιο αντιμετώπισης των ζημιών που προκάλεσαν οι πρόσφατες φυσικές καταστροφές, που τίθεται άμεσα σε εφαρμογή. Όπως ανακοίνωσε και ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, κατατίθεται συμπληρωματικός προϋπολογισμός ύψους 600 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 450 θα κατευθυνθούν στο Εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και τα 150 στον τακτικό προϋπολογισμό, προκειμένου να καλυφθούν οι πρώτες αποζημιώσεις προς τους πληγέντες από τις φυσικές καταστροφές».
Διευκρινίζει, μάλιστα, ότι «το συνολικό κόστος των αποζημιώσεων θα είναι σημαντικά μεγαλύτερο, ξεπερνώντας το 1 δισ. ευρώ, και θα επιβαρύνει και τα επόμενα έτη, καθώς θα υλοποιούνται οι επισκευές των κτιρίων που υπέστησαν ζημιά και θα αποζημιώνεται σταδιακά το σύνολο των δικαιούχων της κρατικής αρωγής, αλλά και κυρίως θα κατασκευάζονται οι καταστραφείσες υποδομές. Με τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναθεωρείται εκ νέου το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης προκειμένου να ενταχθούν έργα έως 2,2 δισ. ευρώ. Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε το σύνολο των μέτρων που ήδη είχε εξαγγείλει αυτή η κυβέρνηση προεκλογικά και έχει ξεκινήσει ήδη να υλοποιεί».
Σε επόμενο δε, σημείο της συνέντευξης, εστιάζει στη δυνατότητα που θα έχει στο εξής το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών με τους εποπτευόμενους φορείς του: «με πράξη Υπουργικού Συμβουλίου και σε περιπτώσεις που έχουμε μεγάλες φυσικές καταστροφές σε περιοχές που κηρύσσονται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, (θα μπορεί) να παρεμβαίνει και να αναλαμβάνει, με κατεπείγουσες διαδικασίες, τον σχεδιασμό, την ανάθεση και την εκτέλεση επειγόντων έργων αποκατάστασης ζημιών στις υποδομές. Η κεντρική διοίκηση έρχεται επί της ουσίας να επιλύσει άμεσα προβλήματα ζωτικής σημασίας για τους κατοίκους των πληγεισών περιοχών και να επιταχύνει τις διαδικασίες υλοποίησης των έργων αυτών. Στις περιπτώσεις αυτές, αυτό που μετρά, αυτό που έχει αντίκτυπο στον πολίτη και κατ’ επέκταση στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας είναι η γρήγορη αντίδραση και η αποτελεσματικότητα. Και αυτό μπορεί να γίνει καλύτερα σε ένα κεντρικό επίπεδο εξουσίας», υπογραμμίζει. Και, διαβεβαιώνει, εν κατακλείδι, ότι «η κυβέρνηση θα συνεχίσει να αγωνίζεται και μέσα σε αυτές τις πρωτοφανείς αντιξοότητες και θεωρώ ότι αυτό θα αναγνωριστεί από την μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών».
Σε ένα άλλο θέμα, σε αυτό των παραιτήσεων υπουργών, ο Μ. Βορίδης διαπιστώνει ότι «ο πρωθυπουργός διευκρίνισε τα αυτονόητα: προφανώς όλοι αξιολογούνται αλλά πρέπει να υπάρχει εύλογος χρόνος για να κριθούν. Δεν μπορείς να αξιολογήσεις το έργο κάποιου σε δύο μήνες. Οι υπουργοί έκριναν ότι έπρεπε να παραιτηθούν για λόγους που δεν αφορούσαν το κυβερνητικό έργο, αλλά συμπεριφορές. Σε κάθε περίπτωση, για το κυβερνητικό σχήμα ο μόνος αρμόδιος είναι ο πρωθυπουργός», καταλήγει.