Εκατοντάδες ιδιοκτήτες αυτοκινήτων έχουν εμπλακεί σε μία
απίστευτη ταλαιπωρία που μπορεί να έχει οικονομικές αλλά και
ποινικές συνέπειες για τους ίδιους. Πρόκειται για περιπτώσεις όπου
η διαδικασία μεταβίβασης της άδειας του αυτοκινήτου δεν
ολοκληρώθηκε από τους αγοραστές και έτσι δεν μπορούν οι
ίδιοι να απαλλαγούν από τα βάρη οχηµάτων τα οποία δεν τελούν πλέον
υπό την κατοχή τους.
Σύμφωνα με το Συνήγορο του Πολίτη (ΣτΠ) στον
οποίο προσέφυγαν αρκετοί πολίτες, πιο συνηθισμένη περίπτωση είναι
αυτή κατά την οποία «ο νέος κάτοχος του οχήµατος, παρά την από
προβλεπόµενη από το νόµο υποχρέωσή του, δεν ακολούθησε τη
διαδικασία µεταβίβασης και τα στοιχεία κυκλοφορίας του αυτοκινήτου
παρέµειναν στο όνοµα του αναφερόµενου. Σε πολλές από τις
περιπτώσεις, ο εντοπισµός του αγοραστή είναι ανέφικτος ή ιδιαιτέρως
δυσχερής λόγω µη φύλαξης από τον πωλητή των στοιχείων ταυτότητας
του αγοραστή, ή μετακόμισής του σε νέα διεύθυνση κλπ.
Μην ξεχνάμε ότι οι συνέπειες για τους ιδιοκτήτες οχηµάτων που
παρέδωσαν τα οχήµατά τους σε νέο κάτοχο, ο οποίος δεν εφοδιάστηκε
µε νέα άδεια κυκλοφορίας, είναι σοβαρές και δεν περιορίζονται σε
οικονομική επιβάρυνση.
Οι κίνδυνοι είναι ορατοί:
– Όλα τα φορολογικά βάρη που συνεπάγεται η ιδιοκτησία ενός
οχήµατος (τέλη κυκλοφορίας, τεκµαρτή δαπάνη συντήρησης
κ.ο.κ.)
– Εμπλοκή σε δικαστικούς αγώνες ή καταλογισμός διοικητικών
προστίµων, σε περίπτωση που τα οχήµατα εξακολουθούν να
κυκλοφορούν
– Ως ιδιοκτήτες ανασφαλίστων οχηµάτων αναµένεται
να αντιµετωπίσουν ζήτηµα µε την εφαρµογή του νόµου.
Μάλιστα αρκετοί κατήγγειλαν στο Συνήγορο του Πολίτη ότι
«εξωθούνται σε µη νόµιµες ενέργειες για την επίλυση του προβλήµατος
που αντιµετωπίζουν καθώς – όπως ισχυρίζονται – τους έχει προταθεί
ως λύση είτε η υποβολή δήλωσης κλοπής του οχήµατος και µήνυσης κατ΄
αγνώστου προκειµένου να γίνει εν συνεχεία αποδεκτή δήλωση
αναγκαστικής ακινησίας από την οικονοµική υπηρεσία είτε η έκδοση
νέων στοιχείων κυκλοφορίας λόγω απώλειας και ακολούθως δήλωση
εκούσιας ακινησίας µε ψευδή δήλωση περί της θέσης στάθµευσης του
οχήµατος».
Στο σχετικό πόρισμα του ΣτΠ αναφέρεται ότι οι προτάσεις του δεν
έγιναν αποδεκτές ούτε από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων ούτε
από τη Γενική Διεύθυνση Μεταφορών του Υπουργείου Υποδομών και
Μεταφορών. Και οι δύο επικαλέστηκαν ότι η διοίκηση δεν θα πρέπει να
εμπλακεί σε ιδιωτική διαφορά, η οποία θα πρέπει να λύνεται με
δικαστική απόφαση.
Στο πόρισμα του ΣτΠ αναφέρεται ότι μόνο το Υπουργείο Δημόσιας
Τάξης διαμέσου της Ελληνικής Αστυνομίας αντιλήφθηκε το μέγεθος του
προβλήματος. Μέσω εγκυκλίου (αρ. πρωτ. 71468/14/418894/11.03.2014)
δόθηκαν εντολές στις αστυνοµικές υπηρεσίες «ώστε σε περιπτώσεις
αλλαγής κατόχου οδικού οχήµατος χωρίς να τηρηθεί η προβλεπόµενη από
τον Κ.Ο.Κ. διαδικασία µεταβολής των αναγραφοµένων κυρίων στοιχείων
της άδειας κυκλοφορίας, να προβαίνουν στις ίδιες ενέργειες µε αυτές
που τελούνται σε περιπτώσεις “κλοπής”, “ανεύρεσης” οδικών τροχαίων
ατυχηµάτων µε εγκατάλειψη οχήµατος, ώστε να καταστεί δυνατός ο
εντοπισµός τους και η επιβολή των προβλεποµένων κυρώσεων».
Ποια είναι λοιπόν η πιο αποτελεσματική διαδικασία,
προκειμένου ο ιδιοκτήτης του οχήματος να μην εμπλακεί σε δικαστική
διαμάχη;
Σύμφωνα με το ΣτΠ θα πρέπει να υποβληθεί στις αστυνομικές αρχές
«δήλωση µη µεταβίβασης οχήµατος» και η οποία
καταχωρείται στην Εθνική Βάση ∆εδοµένων, με αποτέλεσμα τα οχήµατα
αυτά να αναζητούνται από τις αρχές.
Με τη σχετική βεβαίωση από την αστυνομία, οι ενδιαφερόμενοι
μπορούν να απευθυνθούν στην αρμόδια ΔΟΥ ώστε να απαλλαγούν από τις
οικονομικές υποχρεώσεις του οχήματος (τέλη κυκλοφορίας,
ασφάλιστρα).