Στα χαρτιά, η πληθωριστική λαίλαπα στην Ευρώπη αμβλύνεται. Τα ποσοστά έχουν μειωθεί από τα υψηλά επίπεδα του 2022 και ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι ο πληθωρισμός «μειώνεται ταχύτερα από ό,τι αρχικά προβλεπόταν και η εμπιστοσύνη του ιδιωτικού τομέα βελτιώνεται». Ωστόσο, για τους Ευρωπαίους πολίτες, ο αντίκτυπος του πληθωρισμού παραμένει υψηλός.
«Παλιά αγόραζα φέτα προς 7-8 ευρώ το κιλό, τώρα κάνει 14. Φυσικά δεν την αγοράζω σε αυτή την τιμή, κυνηγάω τις προσφορές και πηγαίνω σε πολλά σούπερ μάρκετ κάθε εβδομάδα», λέει η Μαρία, 63 ετών, που εργάζεται ως καθαρίστρια στην Αθήνα. Σημειώνει ότι πολλοί Έλληνες έχουν αλλάξει τις αγοραστικές τους συνήθειες λόγω του υψηλού πληθωρισμού και τώρα πρέπει να ψωνίζουν ψάχνοντας για ευκαιρίες.
Αθήνα, Παρίσι, Βουδαπέστη. Το κόστος ζωής έχει εκτιναχθεί, οι πολίτες διαμαρτύρονται
Στην άλλη πλευρά της Ευρώπης, ο Frédéric, ο οποίος ζει κοντά στο Παρίσι, πλήττεται επίσης από τις υψηλές τιμές. «Είναι πολύ απλό, οι λογαριασμοί μου για το φυσικό αέριο και το ηλεκτρικό ρεύμα έχουν σαφώς αυξηθεί κατά 35%». Ο Γάλλος λογιστής άρχισε να παρακολουθεί τα έξοδά του σε ένα λογιστικό φύλλο για να δει πού πηγαίνουν τα χρήματά του και βλέπει ότι τα τρόφιμα και οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας έχουν εκτοξευτεί.
Η κατάσταση στην κεντρική Ευρώπη είναι εξίσου δύσκολη. «Οι άνθρωποι αγοράζουν θεαματικά λιγότερα και όμως πληρώνουν περισσότερα. Πολλοί είναι νευρικοί και σφιγμένοι όταν πρέπει να πληρώσουν, μερικοί μάλιστα βρίζουν», λέει η Réka, ταμίας σε σούπερ μάρκετ στη Βουδαπέστη. Δεν είναι περίεργο, η Ουγγαρία έχει τον υψηλότερο πληθωρισμό τροφίμων στην Ευρώπη, με τις τιμές να έχουν σχεδόν διπλασιαστεί από το 2020.
Η προτεραιότητα για τους Ευρωπαίους ψηφοφόρους
Ο ετήσιος πληθωρισμός σε ολόκληρη την ΕΕ έφτασε στο υψηλό επίπεδο ρεκόρ του 11,5% τον Οκτώβριο του 2022. Η αλματώδης αύξηση των τιμών προκλήθηκε από τις επιπτώσεις της πανδημίας, της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη λανθασμένη χάραξη εθνικής πολιτικής. Επιπλέον, πολλές τιμές έχουν εκτοξευθεί περαιτέρω λόγω των ανεξέλεγκτων τακτικών ορισμών εταιρειών («greedflation» ή αλλιώς «πληθωρισμός της απληστίας»)
Το Investigate Europe παρατηρεί ορθά πως δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η φτώχεια και η κρίση του κόστους ζωής αποτελούν προτεραιότητες για τους ψηφοφόρους στις ευρωπαϊκές εκλογές του Ιουνίου, επικαλούμενο την έρευνα του Ευρωβαρόμετρου. Εκατομμύρια παραμένουν κυριευμένοι από ανησυχίες για τη στέγαση, την εργασία και τα καθημερινά έξοδα και τα ακροδεξιά κόμματα είναι μεταξύ εκείνων που στοχεύουν σε αυτούς τους φόβους στην προεκλογική εκστρατεία.
Μετά τη ρωσική εισβολή, ο πληθωρισμός τροφοδοτήθηκε κυρίως από την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους, αλλά μέχρι τις αρχές του 2023 η Ευρώπη είχε προσαρμοστεί στο νέο ενεργειακό εφοδιασμό της. Οι τιμές των τροφίμων έγιναν πλέον η κύρια αιτία του πληθωρισμού. Και τώρα έχουμε φτάσει στο σημείο όπου η αύξηση του κόστους των υπηρεσιών απλώνει σύννεφα ανησυχίας.
Οι μισθοί καθηλωμένοι, οι τιμές στα ύψη – Το παράδειγμα της Ελλάδας
Οι αυξανόμενες τιμές στα προϊόντα και τις υπηρεσίες έρχονται κόντρα με τους μισθούς που δεν αυξάνονται με τους ίδιους ρυθμούς. Μόνο το Βέλγιο (2,9%) -οι μισθοί αναπροσαρμόζονται πλήρως στον πληθωρισμό- και οι Κάτω Χώρες (0,4%) είδαν τα πραγματικά ωρομίσθια να αυξάνονται μεταξύ των πρώτων τριμήνων του 2022 και του 2023. Η πτώση των πραγματικών μισθών κυμάνθηκε από 0,8% στο Λουξεμβούργο έως 15,6% στην Ουγγαρία.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό. Ένας σημαντικός είναι η έλλειψη κάλυψης των εργαζομένων από τις συλλογικές συμβάσεις, σύμφωνα με τον Nicolas Schmit, τον Ευρωπαίο Επίτροπο για την απασχόληση και τα κοινωνικά δικαιώματα.
Ισπανία, Πολωνία, Ιταλία και Πορτογαλία μηδένισαν τον ΦΠΑ στα βασικά τρόφιμα
Οι κυβερνήσεις αναζητώντας λύσεις υιοθέτησαν μέτρα. Τον Ιανουάριο του 2023, η Ισπανία μείωσε τον ΦΠΑ στα βασικά τρόφιμα από το 4% στο μηδέν. Αυτή ήταν μια κίνηση που προσπάθησαν να κάνουν αρκετές κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων η πολωνική, η ιταλική και η πορτογαλική. Ένα άλλο μέτρο για την καταπολέμηση του πληθωρισμού των τροφίμων ήταν η θέσπιση ανώτατων ορίων τιμών, το οποίο εκμεταλλεύτηκε η Ουγγαρία. Όχι με μεγάλη επιτυχία.
Η ελληνική κυβέρνηση ακολούθησε ένα τρίτο δρόμο. Την τρίμηνη απαγόρευση προώθησης πωλήσεων προϊόντων που είχαν πρόσφατα αύξηση τιμών. Οι εταιρείες παραιτήθηκαν από τις αυξήσεις των τιμών από φόβο ότι θα έχαναν μερίδιο αγοράς. Και στην ελληνική περίπτωση ο πληθωρισμός των τροφίμων δεν μπόρεσε να καταπολεμηθεί.
O πληθωρισμός τροφίμων στη χώρα μας διαμορφώθηκε στο 5,3% (από 5,4% τον Μάρτιο), πίσω από 5,9% της Μάλτας (από 6,2% τον Μάρτιο) και χειρότερα από το 4,8% (4,4% τον Μάρτιο) της Ισπανίας. Ουσιαστικά, φαίνεται ότι τα μέτρα Σκρέκα κατά της ακρίβειας που ξεκίνησαν να εφαρμόζονται από 1η Μαρτίου δεν απέδωσαν.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Απρίλιο, οι μεγαλύτερες αυξήσεις σημειώθηκαν στα τρόφιμα σε ετήσια βάση σημειώθηκαν στο ελαιόλαδο (63,7%), στα φρούτα (11,6%), στα ψάρια (10,6%) και στο ρύζι (8,5%), ενώ κατά 12,5% αυξήθηκαν οι τιμές των μεταλλικών νερών – αναψυκτικών και χυμών τροφίμων.
Τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα πλήττονται περισσότερο
Με τις τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου να έχουν ξεφύγει από κάθε έλεγχο, σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις ρύθμισαν επίσης τις τιμές των καυσίμων: άλλοτε με ανώτατα όρια τιμών (και πάλι στην Ουγγαρία), άλλοτε με εκπτώσεις (Γερμανία, Ισπανία), άλλοτε με μειώσεις του ΦΠΑ (Ιταλία, Πολωνία).
Ενώ η διατήρηση των τιμών των καυσίμων βοήθησε τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, η επιδότηση των τιμών της ενέργειας επηρέασε ουσιαστικά μόνο τα νοικοκυριά. Για τις επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες που χρειάζονται μεγάλες ποσότητες ενέργειας, αυτό ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα και τροφοδότησε τον πληθωρισμό.
Ο πληθωρισμός πλήττει πάντα τους φτωχότερους πιο σκληρά. Η Πορτογαλία και η Ιταλία προσέφεραν εφάπαξ επιδοτήσεις για να βοηθήσουν τους λιγότερο εύπορους, αλλά είναι μειοψηφία. Η ζοφερή πραγματικότητα φαίνεται από το πόσοι άνθρωποι δεν μπορούν πλέον να θερμάνουν τα σπίτια τους. Από το 2021, η εικόνα έχει επιδεινωθεί δραματικά στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης.
Στην Ισπανία και την Ελλάδα ένας στους πέντε ανθρώπους δεν μπορεί να καλύψει τις βασικές του ανάγκες σε υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. «Το πρόβλημα στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ότι ο πληθωρισμός είναι υψηλότερος για όσους έχουν χαμηλότερα εισοδήματα», λέει ο Έλληνας ευρωβουλευτής Γιώργος Κύρτσος. «Επειδή ξοδεύουν όλα τα χρήματά τους για τη στέγαση, την ενέργεια και τα τρόφιμα».
Η κρίση ως… «ευκαιρία»
Αλλά τα δύο τελευταία χρόνια δεν ήταν άσχημα για όλους. Πολλές εταιρείες και οι μέτοχοί τους ευημερούσαν. Οι κορυφαίες εταιρείες της Γαλλίας, που απαρτίζουν τον δείκτη CAC 40, γιόρτασαν μια χρονιά ρεκόρ το 2023, με συνδυασμένα κέρδη 153,6 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων (ETUC), το μερίδιο των κερδών αυξήθηκε σε ολόκληρη την ΕΕ κατά 4% από την έναρξη της πανδημίας Covid. Οι πληρωμές μερισμάτων στους μετόχους αυξήθηκαν έως και 13 φορές ταχύτερα από τους μισθούς.
Αυτό μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί από ένα «τυφλό» σημείο στα μέτρα που αναπτύσσονται για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, δηλαδή την καταπολέμηση του «πληθωρισμού της απληστίας», όπου οι εταιρείες εκμεταλλεύονται τον πληθωρισμό για να δικαιολογήσουν υπέρογκες αυξήσεις τιμών, δίνοντας προτεραιότητα στο κέρδος έναντι της ευημερίας των καταναλωτών. Πρακτικά οι εταιρείες προβλέπουν αυξημένο κόστος παραγωγής και έτσι αυξάνουν τεχνητά τις τιμές καταναλωτή.
Ήδη από τον περασμένο Ιούνιο, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου. Τόνισε πώς ορισμένοι τομείς είχαν επωφεληθεί από τις ανισορροπίες προσφοράς-ζήτησης και τον ασταθή πληθωρισμό για να αυξήσουν τα κέρδη τους.
Στην ευρωζώνη, ο πληθωρισμός προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από τα υψηλότερα κέρδη και τις τιμές των εισαγωγών. Τα κέρδη συνέβαλαν στο 45% των αυξήσεων των τιμών από τις αρχές του 2022, σύμφωνα με μια ενημέρωση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου τον περασμένο Ιούνιο.
Ο «πληθωρισμός της απληστίας» είναι πολύ ισχυρότερος από τον πληθωρισμό που προκαλείται από τους μισθούς, λέει η Γαλλίδα οικονομολόγος Jézabel Couppey-Soubeyran, για την οποία το φαινόμενο αυτό οφείλεται επίσης στη συγκέντρωση της αγοράς, η οποία αποτελεί βασική τάση, ιδίως στους τομείς της ενέργειας, των τροφίμων και των τραπεζών.
Κατά καιρούς ευρωπαίοι πολιτικοί έχουν αναδείξει το θέμα ασκώντας κριτική στις πρακτικές αυτές. Όμως, σπάνια ακολούθησαν συγκεκριμένες δράσεις και οι μηχανισμοί παρακολούθησης εξακολουθούν να είναι ανεπαρκείς. Η ανάλυση της Investigate Europe σχετικά με τις εθνικές πολιτικές δεν διαπίστωσε ότι έχουν ληφθεί σαφή μέτρα για τον περιορισμό του φαινομένου, εκτός από τον τομέα της ενέργειας. Πίσω στο 2022, η ΕΕ εξέδωσε έναν κανονισμό έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών ενέργειας, ορίζοντας μια υποχρεωτική προσωρινή συνεισφορά αλληλεγγύης στο πλεόνασμα των επιχειρήσεων ορυκτών καυσίμων. Όμως αυτός έληξε τον Δεκέμβριο του 2023.
Εν αναμονή μιας νέας… καταιγίδας
Η οικονομολόγος Jézabel Couppey-Soubeyran υποστηρίζει ότι ενώ ο πληθωρισμός φαίνεται να σταθεροποιείται αλλά επισημαίνει πως είναι πρόωρο να κηρύξουμε το τέλος του. «Αν δεν καταπολεμήσουμε το διαρθρωτικό μέρος, δηλαδή την κλιματική αλλαγή και τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων, θα παραμείνουμε εκτεθειμένοι στη μεταβλητότητα των τιμών», λέει.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε τον Δεκέμβριο για το αν θα υποστηρίξει έναν προσωρινό φόρο αλληλεγγύης για την κρίση επί των «αδικαιολόγητων και υπερβολικών κερδών». Το ψήφισμα απέτυχε οριακά (282 υπέρ και 300 κατά). Οι συντηρητικοί της Ευρώπης μαζί με την ακροδεξιά έβαλαν «φρένο» στην υπερψήφιση του φόρου και φτάνοντας στην τελική ευθεία των ευρωεκλογών προσδοκούν να «εισπράξουν» τα κέρδη τους.