Η ηλεκτροκίνηση έχει
διεισδύσει για τα καλά στον κόσμο του αυτοκινήτου, με τους
περισσότερους κατασκευαστές είτε να έχουν λανσάρει κάποιο μοντέλο
σχετικής τεχνολογίας είτε να προγραμματίζουν την παραγωγή του για
το άμεσο μέλλον.
Η Συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή αναγκάζει τις
μάρκες ν’ απαγκιστρωθούν σταδιακά από τα ορυκτά καύσιμα, έτσι ώστε
να περιοριστεί η υπερθέρμανση κάτω από το κρίσιμο όριο του 1,5
βαθμού Κελσίου.
Καταλυτικό ρόλο, ωστόσο, στην κλιματική αλλαγή διαδραματίζουν
και τα αεροπλάνα, σε μια
εποχή που η ζήτηση για αεροπορικές πτήσεις γνωρίσει αδιάκοπη
αύξηση. Αυτό διότι η αυξημένη ζήτηση συνακολουθείται από την ανάγκη
για περισσότερα αεροπορικά καύσιμα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το
έτος 2015, όταν για τις συνολικές ετήσιες πτήσεις χρησιμοποιήθηκαν
περισσότεροι από 276 εκατομμύρια τόνοι
καυσίμου. Το συγκεκριμένο νούμερο αντιστοιχεί στο 7%
των παγκόσμιων πετρελαϊκών προϊόντων και κρίνεται υπεύθυνο για το
2,7% των σχετιζόμενων με την ενεργεία εκπομπών CO2.
Γιατί, λοιπόν, η ηλεκτροκίνηση, των μηδενικών εκπομπών
CO2, δεν «αγκαλιάζει» και τις εναέριες μεταφορές; Η υλοποίηση ενός
τέτοιου σεναρίου θα θωράκιζε το περιβάλλον, αλλά όπως επισημαίνει
και ο Andreas Schafer, καθηγητής του Ενεργειακού Ινστιτούτου UCL,
υπάρχουν κάποιες τεχνικές και οικονομικές δυσκολίες, με «βασικότερη
όλων τις μπαταρίες αυτές καθαυτές».
Αδιαπραγμάτευτος όρος για τη διενέργεια αεροπορικών πτήσεων με
ηλεκτρική ενέργεια είναι η υψηλή αυτονομία.
Βέβαια, προκειμένου να επιτευχθεί, απαιτείται μεγαλύτερος αριθμός
μπαταριών, κάτι που –συνακόλουθα- αυξάνει το βάρος του
αεροπλάνου. Με λίγα λόγια, πρόκειται για έναν «Γόρδιο
δεσμό», η λύση του οποίου φέρει μεγάλο βαθμό δυσκολίας.
Όπως τονίζουν οι ερευνητές, προκειμένου να δούμε ηλεκτρικά
αεροπλάνα, η ενεργειακή πυκνότητα των μπαταριών πρέπει ν’ αυξηθεί
από τις 250 βατώρες ανά κιλό στις 800. Μόνο έτσι
θα καθίστατο εφικτή η εξέλιξη αμιγώς ηλεκτρικών αεροπλάνων που θα
είναι ικανά να μεταφέρουν 150 επιβάτες και να διανύσουν απόσταση
600 ναυτικών μιλίων (1.111 χλμ.). Εφόσον αυτά τα νούμερα
γινόντουσαν πραγματικότητα, μία στις δύο πτήσεις παγκοσμίως θα
μπορούσε να πραγματοποιηθεί με ηλεκτρική ενέργεια, ενώ εφόσον η
αυτονομία αυξανόταν στα 1.200 ναυτικά μίλια (2.222 χλμ)., το
μερίδιο των «ηλεκτρικών πτήσεων» θ’ αντιστοιχούσε σε 80%.
Πρόκειται, ωστόσο, για ιδιαίτερα αισιόδοξους στόχους, δεδομένου
ότι η πυκνότητα ενέργειας των μπαταριών αυξάνεται με χαμηλούς
ετήσιους ρυθμούς (3-4%), κάτι που μεταθέτει την εδραίωση των
ηλεκτροκίνητων αεροπλάνων για το δεύτερο μισό του αιώνα. Μέχρι
τότε, όμως, η κλιματική αλλαγή ενδέχεται να μην συνιστά μια
ανατρέψιμη κατάσταση.
Επομένως, κρίνεται απαραίτητη η επιτάχυνση των διαδικασιών. Οι
προηγμένες μπαταρίες λιθίου και νατρίου σε βάθος χρόνου θα
επιτρέψουν τη διενέργεια ηλεκτρικών πτήσεων, αλλά, εφόσον,
επιθυμούμε να βάλουμε «φρένο» στην υπερθέρμανση του πλανήτη
απαιτούνται ακόμη πιο βελτιωμένες μπαταρίες ιόντων λιθίου, καθώς
και ελαφρύτερα ηλεκτρικά μοτέρ.
Επιπροσθέτως, προκειμένου να είναι τα πρώτης γενιάς ηλεκτρικά
αεροπλάνα οικονομικά βιώσιμα, πρέπει είτε τα ηλεκτρικά καύσιμα να
κοστίζουν 100 δολάρια το βαρέλι, είτε η τιμή του ρεύματος να πέσει
κάτω από τα 4-6 cents ανά kWh. Αυτό απαιτεί την υιοθέτηση
επιθετικών πολιτικών πρωτοβουλιών, όπως είναι η επιβολή φόρου στις
εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και η στήριξη των μορφών ενέργειας
με μικρό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.