Προ των πυλών βρίσκεται ένας νέος γύρος αποκλιμάκωσης των επιτοκίων στην εγχώρια αγορά, μετά την αναμενόμενη και προεξοφλημένη από τις αγορές απόφαση του σημερινού διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να προχωρήσει στη δεύτερη περικοπή των παρεμβατικών της δεικτών από τις αρχές του καλοκαιριού.
Με αυτήν την κίνηση η σωρευτική μείωσή τους από τα υψηλά που καταγράφηκαν κατά την περίοδο αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής (Ιούλιος 2022 – Σεπτέμβριος 2023), θα φτάσει τις 50 μονάδες βάσης.
Θα ακολουθήσει κατά πάσα πιθανότητα έως και το τέλος του χρόνου άλλη μία υποχώρησή τους, διαμορφώνοντας τη συνολική αναπροσαρμογή του 2024 στις 75 μονάδες βάσης.
Η επίδραση
Οι εκτιμήσεις των οικονομολόγων για την πορεία των επιτοκίων στη ζώνη του ευρώ, αλλά και οι δημόσιες τοποθετήσεις των κεντρικών τραπεζιτών τους τελευταίους μήνες, έχουν ήδη επιδράσει σημαντικά στους δείκτες euribor, με τους οποίους είναι συνδεδεμένο σε μεγάλο βαθμό το κόστος του χρήματος στη χώρα μας.
Ως αποτέλεσμα, την εφετινή χρονιά έχουν καταγραφεί μειώσεις τόσο στα επιτόκια των δανείων, όσο και στις αποδόσεις των καταθέσεων, οι οποίες θα συνεχιστούν το επόμενο διάστημα. Για παράδειγμα, το euribor 3 μηνών από το 4,02% στα μέσα του περασμένου Νοεμβρίου έχει πέσει πλέον στο 3,46%, ενώ το euribor 1 μήνα από το υψηλό του στο 3,9%, βρίσκεται σήμερα λίγο πάνω από το 3,50%.
Δηλαδή, έχει ήδη καλυφθεί η απόσταση που θα έχουν διανύσει μετά τη σημερινή συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ τα βασικά της επιτόκια. Η εξέλιξη αυτή έχει γίνει αισθητή σε καταθέτες και δανειολήπτες. Συγκεκριμένα:
Αποταμιεύσεις
Οι αποδόσεις τόσο των προθεσμιακών καταθέσεων, όσο και των εντόκων γραμματίων, έχουν αρχίσει να αποκλιμακώνονται από το β΄ τρίμηνο του 2024.
Στους λογαριασμούς προθεσμίας οι τράπεζες προχώρησαν το προηγούμενο διάστημα στην κατάργηση των περισσότερων προγραμμάτων με διάρκεια μεγαλύτερη του έτους, αλλά και σε περικοπές των επιτοκίων στα προϊόντα 12μηνης ή και 6μηνης διάρκειας κατά περίπτωση.
Οι κινήσεις αυτές συνοδεύτηκαν από αυξήσεις στις πιο βραχυπρόθεσμες καταθέσεις της κατηγορίας, οι οποίες στην πλειονότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων είναι πλέον οι πιο αποδοτικές.
Ανάλογη ήταν η πορεία και της ανταμοιβής που κερδίζουν οι αποταμιευτές που τοποθετούνται σε έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου.
Το ετησιοποιημένο όφελος στις τελευταίες εκδόσεις κινείται γύρω από τη ζώνη του 3% έναντι 4% λίγους μήνες νωρίτερα.
Οι τάσεις αυτές αναμένεται να ενισχυθούν από εδώ και στο εξής, σε συνέχεια της επικείμενης μείωσης των δεικτών της ΕΚΤ, ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξουν αναπροσαρμογές στο προϊοντικό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών ακόμη και τις επόμενες ημέρες.
Στη νέα εποχή, οι αποταμιευτές για να πετύχουν ένα ικανοποιητικό παθητικό εισόδημα από τα χρήματά τους, με απόδοση κατ΄ έτος της τάξης τουλάχιστον του 2%, θα πρέπει να αναλάβουν και ρίσκο.
Δάνεια
Στις χορηγήσεις τα προϊόντα των τραπεζών διακρίνονται σε τρεις γενικές κατηγορίες:
Πρώτον, σε εκείνα με σταθερό επιτόκιο, για το διάστημα ισχύος του οποίου οι δόσεις δεν θα επηρεαστούν.
Δεύτερον, στα οικιστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, τα οποία εφόσον είναι εξυπηρετούμενα και είχαν εκταμιευτεί έως και το τέλος του 2022, προστατεύονται από το πλαφόν που έχουν ορίσει οι τράπεζες έως και τον ερχόμενο Μάιο.
Σε αυτά, οι δείκτες αναφοράς, με τους οποίους είναι συνδεδεμένα έχουν παγώσει από την άνοιξη του 2023 στη ζώνη του 2,7% – 2,8%.
Για να δουν λοιπόν προς τα κάτω μεταβολή στις δόσεις τους οι συγκεκριμένοι δανειολήπτες, θα πρέπει να υποχωρήσουν σε αυτά τα επίπεδα οι δείκτες euribor από τα επίπεδα του 3,4% – 3,5%, στα οποία βρίσκονται σήμερα.
Αυτό αναμένεται να συμβεί στο β΄ τρίμηνο του 2025, οπότε και λήγει το πρόγραμμα προστασίας των τραπεζών.
Τρίτον, στις χορηγήσεις, κυρίως επαγγελματικές και επιχειρηματικές, με κυμαινόμενο επιτόκιο, που επηρεάζονται ευθέως από τις μεταβολές των δεικτών euribor.
Οι συγκεκριμένοι δανειολήπτες έχουν ήδη δει μειώσεις στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους, λόγω της αποκλιμάκωσης των συνδεδεμένων ευρωπαϊκών επιτοκίων.
Όπως δείχνουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στα υφιστάμενα υπόλοιπα των χορηγήσεων προς επαγγελματίες, από το υψηλό του 7,38% στο τέλος του 2023, είχε υποχωρήσει τον περασμένο Ιούλιο λίγο κάτω από το 7%.
Αντίστοιχα, στις χορηγήσεις προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, το μέσο ετήσιο κόστος υποχώρησε από το 6,48% σε 6% την ίδια περίοδο.
Οι νέες χορηγήσεις
Στον αντίποδα κερδισμένοι θα είναι αναμφίβολα όσοι αιτηθούν για νέα χρηματοδότηση τους επόμενους μήνες.
Κι αυτό διότι οι τράπεζες, εκμεταλλευόμενες το νέο νομισματικό περιβάλλον, αλλά και την ευχερέστερη πλέον πρόσβασή τους στις αγορές, αναμένεται να κουρέψουν τα επιτόκια σε όλες τις κατηγορίες πίστης.
Οι τάσεις αυτές είναι ήδη εμφανείς, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Ειδικότερα, στις νέες εκταμιεύσεις καταγράφηκαν οι ακόλουθες μεταβολές:
- Στα στεγαστικά δάνεια το μέσο επιτόκιο από το 4,49% στα τέλη του 2023 υποχώρησε τον περασμένο Ιούλιο στο 3,87%
- Στα καταναλωτικά δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις από το 11,90% το καλοκαίρι του 2023 στο 11% εφέτος
- Στα δάνεια προς ελεύθερους επαγγελματίες από το 7,19% τον Απρίλιο του 2023 σε 6,32% τον εφετινό Ιούλιο
- Στα δάνεια προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις από το 6,40% τον Αύγουστο του 2023 σε 5,75% 11 μήνες αργότερα
Πηγή: ΟΤ