«Mοιρασμένοι» μεταξύ αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας εμφανίζονται οι πολίτες για την τεχνητή νοημοσύνη, σύμφωνα με έρευνα του Eteron, η οποία εξετάζει πώς αντιλαμβάνονται οι Έλληνες την AI και ποια είναι η στάση τους απέναντι στις ευκαιρίες και τους κινδύνους που φέρνει.
Oι ερωτηθέντες εμφανίζονται ελαφρώς πιο απαισιόδοξοι (37,1%) απ’ ό,τι αισιόδοξοι (34,9%), ενώ το 23,7% παραμένει ουδέτερο, θεωρώντας «ότι ο αντίκτυπος της Τεχνητής Νοημοσύνης θα είναι ισορροπημένος ανάμεσα στα θετικά και τα αρνητικά αποτελέσματα».
Πρόκειται, για μια αναμενόμενη εξέλιξη, σύμφωνα με τους ερευνητές, καθώς οι Ευρωπαίοι χαρακτηρίζονται για τον πεσιμισμό τους αναφορικά με τις προοπτικές της τεχνητής νοημοσύνης, όπως καταγράφεται έπειτα από την επεξεργασία στοιχείων του Ευρωβαρόμετρου.
Αντίστοιχα δεδομένα καταγράφονται και σε αρκετές έρευνες, που αφορούν στις ΗΠΑ, με αποτέλεσμα να γίνεται συχνά σύγκριση για την απόκλιση Δύσης και Παγκόσμιου Νότου, με τις χώρες της δεύτερης κατηγορίας να εμφανίζουν συνήθως μεγαλύτερα ποσοστά αισιοδοξίας σε αντίθεση με τις πρώτες. Ενδεικτικά, στην Κίνα, το 78% του πληθυσμού θεωρεί ότι τα οφέλη της τεχνητής νοημοσύνης υπερτερούν του όποιου κινδύνου.
Πώς θα αξιοποιούσαν οι Έλληνες την τεχνητή νοημοσύνη;
Κατ’ αρχήν, παρατηρείται ένα υψηλό επίπεδο διάδοσης ή/και επίγνωσης των εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης (όπως για παράδειγμα οι εφαρμογές ChatGPT, Siri, Alexa και Google Assistant) με το 94,1% να έχει τουλάχιστον ακούσει για αυτές και μόλις το 5,9% να μη γνωρίζει τίποτα.
Όσον αφορά τη χρήση Generative AI (παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη), όμως, το ποσοστό περιορίζεται στο 38,3%. Ωστόσο, το εύρημα αυτό βρίσκεται αρκετά κοντά στο αντίστοιχο των πολιτών του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς σύμφωνα με το Digital Consumer Trends της Deloitte (2024) το 36% του πληθυσμού κάνει χρήση Generative AI.
Το εύρημα αυτό καθίσταται αρκετά σημαντικό, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι, σύμφωνα με το Global AI Vibrancy Tool του Πανεπιστημίου Στάνφορντ (Maslej et al., 2024), η Μεγάλη Βρετανία κατατάσσεται τρίτη -πίσω από τις ΗΠΑ και την Κίνα – στην ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης.
Συνεπώς, είναι αρκετά εντυπωσιακό ότι η χρήση Generative AI στην Ελλάδα αγγίζει και οριακά ξεπερνάει τα επίπεδα της Μεγάλης Βρετανίας.
Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αξιοποιούν ή θα αξιοποιούσαν στο μέλλον οι Έλληνες την τεχνητή νοημοσύνη, κυριαρχεί η αναζήτηση πληροφοριών (60,3%), ενώ ακολουθούν κατά σειρά: η μετάφραση κειμένων (35,9%), η ψυχαγωγία ή συζητήσεις (25,1%), η δημιουργία περιεχομένου (24,2%) και η βοήθεια στη λήψη αποφάσεων (17,6%). Από την άλλη πλευρά, το 15,4% δεν χρησιμοποιεί, ούτε σκοπεύει να χρησιμοποιήσει εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης για κανένα σκοπό.
Η διαφάνεια θα καθιστούσε την τεχνητή νοημοσύνη ασφαλέστερη
Πέρα από την ήπια απαισιοδοξία, που καταγράφεται στην έρευνα του Eteron, οι απαντήσεις στην ερώτηση αναφορικά με τις κινήσεις που θα καθιστούσαν την τεχνητή νοημοσύνη πιο ασφαλή εστιάζουν στη διαφάνεια, την προστασία των προσωπικών δεδομένων και τις νομοθετικές πρωτοβουλίες.
Συγκεκριμένα στην ερώτηση «Τι πιστεύετε ότι θα κάνει τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης πιο ασφαλή;», οι πολίτες – έχοντας τη δυνατότητα μέχρι και τριών επιλογών – απάντησαν: Διαφάνεια και εξηγήσεις για το πώς λειτουργούν οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης (41,7%), διασφάλιση προστασίας των προσωπικών δεδομένων (40,9%), αυστηρή νομοθεσία που περιορίζει τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης (39,8%), ανεξάρτητος φορέας που θα επιβλέπει την ασφάλεια της AI (33,7%), δυνατότητα προσφυγής σε άνθρωπο για την επανεξέταση των αποφάσεων τεχνητής νοημοσύνης (31,3%).
Το 13,5% εκτιμά πως τίποτα δεν εξασφαλίζει ένα ασφαλές περιβάλλον.
Στο ερώτημα «Ποιος τελικά είναι υπεύθυνος για να εγγυηθεί την ασφαλή χρήση της ΤΝ», παρατηρείται μια απόκλιση από το παραπάνω εύρημα και τον ισχυρό ρόλο του κράτους που συνεπάγονται οι απαντήσεις που δόθηκαν.
Συγκεκριμένα, οι εταιρείες που αναπτύσσουν τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης θεωρούνται ο κύριος υπεύθυνος για την τήρηση της ασφάλειας με ποσοστό 19,3%. Ακολουθούν το κράτος (17,5%), οι ευρωπαϊκοί θεσμοί όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Κομισιόν (16,6%), οι ανεξάρτητες εθνικές ρυθμιστικές αρχές (14,2%) και οι ανεξάρτητες διεθνείς ρυθμιστικές αρχές, όπως ο ΟΟΣΑ (14%).
Οι διαφορές ωστόσο μεταξύ τους είναι μικρές και αποτυπώνουν την ευρύτερη διάσταση απόψεων, η οποία εκκινεί από την ανάγκη για αυτο-ρύθμιση της αγοράς και φτάνει μέχρι την ισχυρή κρατική παρέμβαση, περιλαμβάνοντας ενδιάμεσα συνεργατικές προσεγγίσεις μεταξύ εταιριών-κράτους ή ακόμα και ανάθεση της διαδικασίας νομοθέτησης σε ιδιώτες.
Όπως διαπιστώνεται, προς το παρόν η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε διαδικασία αναζήτησης και διαμόρφωσης της αντίληψής της αναφορικά με το ποια αρχή θα έπρεπε να έχει τον κρισιμότερο ρόλο σε αυτή τη διαδικασία.
Αυτοί είναι οι κίνδυνοι από τη χρήση TN
Εξετάζοντας τους πιο σημαντικούς κινδύνους από την ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης, η υπερβολική εξάρτηση από την τεχνολογία (63,8%), η έλλειψη λογοδοσίας και διαφάνειας στις αποφάσεις που λαμβάνονται από συστήματα ΤΝ (58,7%), η απώλεια θέσεων εργασίας (58%) και η παραβίαση της ιδιωτικότητας (53,8%) συγκεντρώνουν παρόμοια ποσοστά.
Συνεπώς, όπως αποτυπώνεται στην έρευνα, επικρατεί ανησυχία για την απώλεια θέσεων εργασίας και για την παραβίαση της ιδιωτικότητας, ενώ απ’ ό,τι φαίνεται το ζήτημα της διαφάνειας και της λογοδοσίας κυριαρχεί για την ελληνική κοινωνία.
Πού κρίνουν χρήσιμη την τεχνητή νοημοσύνη οι Έλληνες;
Τέλος, η έρευνα εξετάζει τη χρησιμότητα της ΤΝ, σε μία σειρά λειτουργιών. Ειδικότερα, το 60% των συμμετεχόντων πιστεύει ότι η αναγνώριση προσώπου για το ξεκλείδωμα συσκευών είναι χρήσιμη, ενώ το 30,1% διαφωνεί. Ακόμη μεγαλύτερη αποδοχή καταγράφεται για την αναγνώριση προσώπου στα σύνορα κατά τον έλεγχο διαβατηρίων, με το 72,1% να τη θεωρεί χρήσιμη και το 19,3% όχι.
Όσον αφορά τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα, όπως το ChatGPT, το 59,3% των ερωτηθέντων τα βρίσκει χρήσιμα, το 18,3% όχι, ενώ το 22,4% δεν εκφέρει γνώμη. Οι έξυπνες συσκευές και οι βοηθοί φωνής, όπως η Alexa και το Google Assistant, θεωρούνται χρήσιμες από το 65,2% των συμμετεχόντων, με το 21,7% να έχει αντίθετη άποψη και το 13,1% να μην τοποθετείται.
Αντίθετα, οι στοχευμένες διαφημίσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, το Instagram και το TikTok, αντιμετωπίζονται με περισσότερη επιφύλαξη: το 37,2% τις θεωρεί χρήσιμες, το 46% όχι, ενώ το 16,8% απαντά πως δεν γνωρίζει.