Τρίτη, 4 Φεβρουαρίου 2025
11.7 C
Athens

Τράπεζα της Ελλάδας: Ο πληθωρισμός κερδών «τάισε» την ακρίβεια

Για την ακρίβεια φταίει ο εισαγόμενος πληθωρισμός, επαναλάμβαναν μονότονα τα κυβερνητικά στελέχη την περίοδο 2022-23, όσο οι τιμές της ενέργειας και των βασικών αγαθών απογειώνονταν.

Πέρυσι, το τροπάριο άλλαξε και ο πρωθυπουργός ανακάλυψε ότι φταίει ο πληθωρισμός  της απληστίας, τρίζοντας τα δόντια στις πολυεθνικές ότι «η Ελλάδα δεν είναι μπανανία». Βεβαίως άργησε αρκετά να το παραδεχτεί, αφού ήδη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε διαπιστώσει ότι τα δύο τρίτα  του πληθωρισμού του 2022 οφείλονταν στην αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων.

Ωστόσο, εκτός από επικοινωνιακές δηλώσεις και κάποια πρόστιμα σε πολυεθνικές, δεν έγιναν πολλά για την ενίσχυση του ανταγωνισμού ώστε να περιοριστεί ο πληθωρισμός των κερδών.

Την περίοδο 2021-2022 η αύξηση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων στην Ελλάδα ήταν εντυπωσιακή, αγγίζοντας αθροιστικά το 15%, όπως κατέγραψαν σχετικές έρευνες της Τράπεζας της Ελλάδας.

Το 2023, ενώ ο γενικός πληθωρισμός έδειχνε σημάδια επιβράδυνσης, οι επιχειρήσεις ειδικά στον τομέα των υπηρεσιών εξακολούθησαν αυξάνουν όχι μόνο τις τιμές καταναλωτή αλλά και τα περιθώρια κέρδους.

Ως αποτέλεσμα, οι πληθωριστικές πιέσεις στην Ελλάδα παραμένουν αισθητά πιο έντονες από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, όπως αποτυπώνεται και στα προκαταρκτικά στοιχεία της Εurostat για τον Ιανουάριο.

Εγχώριος πληθωρισμός

Νέα έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδας αποδεικνύει ότι οι βασικοί παράγοντες που καθορίζουν τη δυναμική του πληθωρισμού δεν είναι εισαγόμενοι αλλά εγχώριοι. Επίσης διαπιστώνουν ο κύριος «τροφόδότης» του πληθωρισμού, από το 2021 και έπειτα, είναι τα κέρδη των επιχειρήσεων.

Στην ανάλυση με τίτλο «Η δυναμική του πληθωρισμού και ο ρόλος των εγχώριων παραγόντων», οι οικονομολόγοι Δημήτρης Παπαγεωργίου και Αναστάσιος Ρίζος, από τη Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης και Μελετών της ΤτΕ, ξεκινάνε με την εξής παραδοχή: Οι χώρες της ευρωζώνης αντιμετώπισαν μεν κοινές πληθωριστικές διαταραχές μετά την πανδημία του κορονοϊού (π.χ. αυξήσεις στις διεθνείς τιμές της ενέργειας και στα ενδιάμεσα εισαγόμενα αγαθά). Από την άλλη, η ένταση και η επιμονή του πληθωρισμού  – όπως μετρούνται από τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή και τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ, διαφοροποιούνται από χώρα σε χώρα.

Από αυτό προκύπτει ότι μετά το αρχικό «σοκ» της αύξησης των τιμών στις εισαγωγές, οι αιτίες που διαμορφώνουν και συντηρούν τις πληθωριστικές τάσεις πρέπει να αναζητηθούν εντός της κάθε χώρας.

Στη συνέχεια μελετούν πώς συνεισφέρουν στη διαμόρφωση των εγχώριων τιμών οι τρεις βασικές συνιστώσες του αποπληθωριστή του ΑΕΠ: Τα κέρδη των επιχειρήσεων, το κόστος εργασίας και οι έμμεσοι φόροι.

Μισθοί, τιμές, κέρδη

Σύμφωνα με την ΤτΕ δύο παράγοντες που επηρεάζουν τη δυναμική του πληθωρισμού είναι η  «ακαμψία των τιμών» και η «ακαμψία των μισθών». Σε αγορές με «ακαμψία τιμών» δεν μπορούν άμεσα οι επιχειρήσεις να μετακυλήσουν τις εσωτερικές αυξήσεις στις τιμές καταναλωτή, καθυστερώντας την μετάδοση του εξωτερικού πληθωριστικού σοκ.

Σε αγορές με «ακαμψία μισθών» οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να μειώσουν τα μισθολογικά κόστη, και περνάνε τις αυξήσεις στις τιμές ή μειώνουν την παραγωγή για να προστατεύσουν τα περιθώρια κέρδους. Μετά, σταδιακά καθώς οι επιχειρήσεις προσαρμόζουν τις τιμές του,  το πληθωριστικό σοκ διαχέεται στο σύνολο τις οικονομίας, προκαλώντας σε δεύτερο χρόνο νέες ανακατατάξεις  στο μισθολογικό και εργατικό κόστος.

Καθώς μισθοί και κέρδη – βρίσκονται σε δυναμική αλληλεπίδραση, ΤτΕ εντοπίζει την πιθανότητα ενός «σπιράλ κερδών και μισθών», που το ένα θα τροφοδοτεί το άλλο, και τα δυο μαζί θα οδηγούν σε έναν επίμονα υψηλό πληθωρισμό.

Πληθωρισμός κερδών στις υπηρεσίες

Τα ευρήματα της μελέτης καταλήγουν ότι ενώ γενικά στην Ευρωζώνη ο πληθωρισμός «ταΐστηκε» πρωτίστως από την αύξηση των κερδών και σε δεύτερο βαθμό από την αύξηση των μισθών, στην Ελλάδα αυτή η δυσαναλογία ήταν ακόμα πιο έντονη.

Συγκεκριμένα, σημειώνουν, ότι στην Ελλάδα, η αξιοσημείωτη αύξηση των κερδών συνδέεται κυρίως με τον τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος είχε τη μεγαλύτερη συμβολή, ακολουθούμενος από τον τομέα της βιομηχανίας.

Επίσης σημειώνουν, ότι «σε αντίθεση με τη ζώνη του ευρώ, το κόστος εργασίας διαδραμάτισε μικρότερο ρόλο στον ελληνικό πληθωρισμό, αλλά παρουσιάζει σταδιακή ανάκαμψη, συμβάλλοντας θετικά στον πληθωρισμό από το 2023 και μετά».

Οι πληροφορίες από τα οικονομικά στοιχεία υποδηλώνουν ότι η αύξηση των κερδών στον τομέα των υπηρεσιών σχετίζεται όχι μόνο με τις υψηλότερες τιμές, λόγω της μετακύλισης στις τιμές καταναλωτή, αλλά και με την αύξηση στα περιθώρια μικτού κέρδους επί του κόστους, που παρατηρείται μετά το 2020. Αντίθετα, τα περιθώρια κέρδους στον τομέα της βιομηχανίας φαίνεται να βρίσκονται σε πτωτική τροχιά.

Δηλαδή ενώ οι Ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αύξησαν μεν τα κέρδη αλλά έδωσαν και κάποιες αυξήσεις στους μισθούς, στην Ελλάδα οι όποιες μισθολογικές αυξήσεις πολύ πιο περιορισμένες και δόθηκαν με καθυστέρηση.

Υποχώρηση μισθών σε πραγματικούς όρους

Το 2022 ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στο 6,5%. Τα κέρδη συνεισέφεραν 4,7 ποσοστιαίες μονάδες, ακολουθούμενα από τους φόρους (2,1 ποσοστιαίες μονάδες). Η συμμετοχή του κόστους εργασίας ήταν οριακά αρνητική (-0,3 ποσοστιαίες μονάδες).

Με άλλα λόγια, το έτος που είχαμε τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών,  οι μισθοί όχι μόνο δεν συνέβαλαν στον πληθωρισμό, αλλά σε πραγματικούς όρους μειώθηκαν.

Από το β΄ τρίμηνο του 2023 η συνεισφορά των κερδών άρχισε να υποχωρεί, καθώς οι εισαγόμενες πληθωριστικές πιέσεις άρχισαν να χαλαρώνουν. Το 2023 ο αποπληθωριστής ΑΕΠ ήταν 5,8%, με τα κέρδη να συνεισφέρουν 2,1 ποσοστιαίες μονάδες και το κόστος εργασίας να επιστρέφει σε θετικό έδαφος συνεισφέροντας 1 ποσοστιαία μονάδα. Τη μεγαλύτερη συνεισφορά είχαν οι φόροι με 2,7 ποσοστιαίες μονάδες.

Τέλος, το πρώτο 6μηνο του 2024 ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 2,9%, με τα κέρδη να έχουν τη μεγαλύτερη συνεισφορά (1,4 ποσοστιαίες μονάδες), ακολουθούμενα από το κόστος εργασίας (1,2 ποσοστιαίες μονάδες).

Ενίσχυση ανταγωνισμού

Η Τράπεζα της Ελλάδας καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι για να τιθασευτεί ο πληθωρισμός απαιτούνται μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, που «θα επιτρέπουν στους μισθούς να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες οικονομικές συνθήκες, εξασφαλίζοντας παράλληλα την ευθυγράμμιση με την παραγωγικότητα της εργασίας».

Σε ό,τι αφορά όμως ειδικά την ελληνική οικονομία το «φάρμακο» που συστήνει η ΤτΕ αφορά πρωτίστως τα κέρδη των επιχειρήσεων.

«Δεδομένου του επίμονα υψηλού πληθωρισμού στον τομέα των υπηρεσιών, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στην ενθάρρυνση της ανταγωνιστικότητας θα μπορούσαν να μειώσουν τις πληθωριστικές πιέσεις μέσω της βελτίωσης της παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας, καθώς και μέσω της μείωσης της τιμολογιακής ισχύος των επιχειρήσεων, μετριάζοντας έτσι τη μετακύλιση του αυξημένου κόστους παραγωγής στις τιμές καταναλωτή».

Αν κάποιος ήθελε να λαϊκίσει θα έλεγε ότι η ΤτΕ συστήνει να μπει φρένο στην ασυδοσία των μεγάλων επιχειρήσεων που διαμορφώνουν τις τιμές κατά το δοκούν – αυτό που κάποιοι θα ονόμαζαν καρτέλ.

διαβάστε το Οικονομικό Δελτίο της ΤτΕ ΕΔΩ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA