Σάββατο, 8 Φεβρουαρίου 2025
5.9 C
Athens

Έρευνα ΓΣΕΒΕΕ: Ποιες δεξιότητες ζητάνε οι εργοδότες  – Το αίνιγμα των κενών θέσεων εργασίας

Γιατί ενώ οι εγγεγραμμένοι στα μητρώα της ΔΥΠΑ άνεργοι προσεγγίζουν το ένα εκατομμύριο, οι οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις δηλώνουν ότι δυσκολεύονται να βρουν εργαζόμενους με τις κατάλληλες δεξιότητες;

Πόσες είναι τελικά οι κενές θέσεις εργασίας στην Ελλάδα, που δεν καλύπτονται από το υπάρχον εργατικό δυναμικό;  Είναι 260.000 όπως εκτιμά η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδας; Είναι 360.000, όταν συνυπολογίζονται και οι ανάγκες για εποχικά εργαζόμενους; Ή μήπως είναι 200.000 όπως ανέφερε ο κεντρικός τραπεζίτης Γιάννης Στουρνάρας;

Πρόκειται για ερωτήματα που δύσκολα μπορούν να απαντηθούν με αντικειμενικά στοιχεία, αφού βασίζονται στις υποκειμενικές εκτιμήσεις των ίδιων των εργοδοτών.

Μια γεύση για το ποιες είναι οι δεξιότητες που ζητάνε περισσότερο οι εργοδότες στην Ελλάδα και γιατί δυσκολεύονται να τις βρουν, μας δίνει η νέα έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών  Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕ).

«Ήπιες» δεξιότητες

Η έρευνα που εκπονήθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία δημοσκοπήσεων GPO, σε δείγμα περίπου 1000 επιχειρήσεων, κυρίως μικρών και μικρομεσαίων, από όλη την Ελλάδα, επικεντρώνει κυρίως στις «ήπιες» ή οριζόντιες δεξιότητες – τα λεγόμενα soft skills. Σε αντιδιαστολή με τις κάθετες δεξιότητες ή hard skills, που αφορούν τις εξειδικευμένες γνώσεις σε κάθε τομέα, οι ήπιες και κοινωνικο-συναισθηματικές δεξιότητες αφορούν ποιότητες που σχετίζονται με την προσωπική ανάπτυξη, τη συνεργασία και την αποτελεσματική επικοινωνία στα σύγχρονα επαγγελματικά περιβάλλοντα, ιδίως στις επιχειρήσεις.

Σύμφωνα με την ανάλυση του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, οι ήπιες και κοινωνικο-συναισθηματικές δεξιότητες θεωρούνται κρίσιμες για την επαγγελματική εξέλιξη, καθώς το εργασιακό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από συνεχείς αλλαγές, γεγονός που  απαιτεί από τους εργαζομένους την ικανότητα προσαρμογής στις νέες συνθήκες καθώς και την αποτελεσματική συνεργασία με τους συναδέλφους τους.

Ειδικά για την αγορά εργασίας στην Ελλάδα, και στην Ευρώπη, η ανάγκη για ανάπτυξη αυτών των δεξιοτήτων είναι ολοένα και πιο επιτακτική, καθώς οι τεχνολογικές και κοινωνικο-οικονομικές προκλήσεις απαιτούν νέες ικανότητες.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ οι Έλληνες εργοδότες, ιδίως στις ΜμΕ αναζητούν ένα μείγμα «σκληρών» και «ήπιων» δεξιοτήτων, με έμφαση στις ψηφιακές δεξιότητες. Ωστόσο λιγότεροι από τους μισούς διοργανώνουν δράσεις επιμόρφωσης και κατάρτισης των εργαζομένων εντός της επιχείρησης.

πηγή: ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ

Οι πιο κρίσιμες δεξιότητες

Στο ερώτημα «ποιες  θεωρείτε ότι θα είναι οι πιο κρίσιμες δεξιότητες για τα επόμενα πέντε χρόνια», το 44,2% των εργοδοτών ανέφερε τις ψηφιακές δεξιότητες, το 36,2% τις τεχνικές δεξιότητες για το επάγγελμα, το 31,9% τη ικανότητα συνεχούς μάθησης, ανάπτυξης και προσαρμογής και τ 27,7% τις επικοινωνιακές ικανότητες και τις δεξιότητες διαχείρισης πελατών.

Ακολουθούν με χαμηλότερα ποσοστά η ικανότητα συνεργασίας-ομαδικής εργασίας (10,9%), η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων (10,4%) και οι δεξιοτητες προγραμματισμού και οργάνωσης (8,8%).

Μόλις το 6,3% θεωρεί κρίσιμες τις δεξιότητες προσαρμογής στην πράσινη ανάπτυξη και το 6,8% τη διαχείριση χρόνου.

Παράγοντες που μεταβάλλουν την εργασία

Ως προς τον τόπο απόκτησης αυτών των δεξιοτήτων, οι εργοδότες θεωρούν, σε μεγάλο ποσοστό, ότι αυτές αποκτώνται στην εκπαίδευση και στην εργασία από κοινού (65,5%), ενώ λιγότεροι είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι αυτές αποκτώνται μόνο στην εργασία (35%). Στην ερώτηση για τους παράγοντες που θεωρούν ότι μεταβάλλουν το περιεχόμενο και τη μορφή της εργασίας στην επιχείρηση, οι ιδιοκτήτες πιστεύουν ότι ο εμπορικός ανταγωνισμός (54,1%), τα νέα οργανωτικά μοντέλα (14,2%) και οι τεχνολογικές καινοτομίες/ψηφιοποίηση (55,7%) παίζουν τον πιο καθοριστικό ρόλο

Κενές θέσεις εργασίας

Σε ό,τι αφορά τις ειδικότητες που εντοπίζονται κενές θέσεις εργασίας, ο ένας στους τέσσερις εργοδότες – από αυτούς που αναζητούν υπάλληλο – ανέφερε ελλείψεις σε ειδικευμένους τεχνίτες και ασκούντες συναφή επαγγέλματα (26,5%). Ακολουθούν από κοντά οι κενές θέσεις εργασίας για απασχολούμενους σε παροχή υπηρεσιών και πωλητές (24,6%). Το 17,6% ανέφερε ότι υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας για επαγγελματίες και το 13,2% για υπαλλήλους γραφείου. Αντιθέτως φαίνεται να είναι μικρή η ζήτηση για τεχνικούς (6,6%), ανειδίκευτους εργάτες και χειρώνακτες (5,5%), χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και συναρμολογητές (5,5%).

Ωστόσο, αναφέρεται  ότι το δείγμα της έρευνας αποτελείται κυρίως από επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε μεγάλο ποσοστό στις δύο μεγάλες περιφέρειες της χώρας, κυρίως στον κλάδο των υπηρεσιών και του εμπορίου. Απουσιάζουν οι νέοι επιχειρηματίες, καθώς οι ηλικίες των ιδιοκτητών είναι από 41-60 ετών, οι οποίοι είναι κυρίως κάτοχοι πανεπιστημιακού πτυχίου ή απόφοιτοι Λυκείου, ενώ λίγοι είναι εκείνοι που έχουν κάποιο μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών.

Η πλειονότητα των επιχειρήσεων που μετείχαν στην έρευνα είναι μικρού μεγέθους (μέχρι 9 άτομα) και οι εργαζόμενοι σε αυτές εργάζονται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης.

Τέλος, παρατηρείται ότι οι θέσεις εργασίες για τις περισσότερες επιχειρήσεις παρέμειναν ίδιες, δίχως να υπάρχουν κενές θέσεις για τις οποίες να πραγματοποιείται συστηματική προσπάθεια για εύρεση υπαλλήλου. Από το σύνολο των 1003 ερωτηματολογίων, σχεδόν το 82% ανέφεραν ότι δεν έχουν κενές θέσεις εργασίας, και μόλις 18% αναζητούν ενεργά υπάλληλο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το εύρημα ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν διαθέτουν ηλεκτρονικό κατάστημα και δεν συμμετέχουν σε πλατφόρμες πώλησης προϊόντων και παροχής υπηρεσιών.

Λόγοι που δεν καλύπτονται οι θέσεις εργασίας

Στο δείγμα των εργοδοτών που συμμετείχαν στην έρευνα, όσοι είχαν κενές θέσεις εργασίας, ανέφεραν ως βασικό  παράγοντα αδυναμίας πλήρωσης της θέσης την έλλειψη ενδιαφέροντος από τη μεριά των εργαζομένων και κατά δεύτερο λόγο την έλλειψη εργασιακής εμπειρίας ή κατάλληλων δεξιοτήτων. Μόλις το 13% των εργοδοτών αναφέρει ότι η θέση μένει κενή επειδή οι υποψήφιοι δεν θεωρούν ικανοποιητικούς τους όρους εργασίας (π.χ. αμοιβή, εξέλιξη, εποχική εργασία, βάρδιες). Ακόμα λιγότεροι αποδίδουν τη δυσκολία κάλυψης των κενών θέσεων στον ανταγωνισμό από άλλους εργοδότες (9%), και ελάσχιστοι σε άλλους παράγοντες, π.χ. ότι η εργασία είναι σε απομακρυσμένο σημείο, δεν υπάρχει συγκοινωνία κ.ά (4%).

Αναντιστοιχία δεξιοτήτων

Από τις απαντήσεις των εργοδοτών στα ερωτηματολόγια, ακόμα και από εκείνους που δεν έχουν κενές θέσεις εργασίας τη συγκεκριμένη περίοδο, προκύπτει ότι αντιμετωπίζουν δυσκολία να βρουν υποψήφιους εργαζόμενους με το με το κατάλληλο μείγμα/κεφάλαιο δεξιοτήτων που απαιτείται για τη δική τους επιχείρηση, για το δικό τους αντικείμενο εργασίας.

Το γεγονός αυτό, αναφέρουν οι ερευνητές, «καταδεικνύει τον διαμεσολαβούμενο χαρακτήρα της έννοιας της δεξιότητας, αλλά και το ότι αυτές δεν μπορούν να ιδωθούν εκτός του εργασιακού πλαισίου όπου αναπτύσσονται». Πρόκειται δηλαδή σε μεγάλο βαθμό για υποκειμενικές εκτιμήσεις των εργοδοτών, που δεν έχουν να κάνουν μόνο με τις γενικότερες τάσεις στην αγορά εργασίας, που επηρεάζουν την προσφορά ή έλλειψη δεξιοτήτων, αλλά και με τα ποιες δεξιότητες θεωρούν οι ίδιοι οι εργοδότες σημαντικές ή κρίσιμες για τη λειτουργία τους.

Ένα ενδιαφέρον εύρημα είναι ότι οι εργοδότες δεν προτιμούν τους «υπερπροσοντούχους» εργαζόμενους, που έχουν περισσότερα προσόντα και δεξιότητες από αυτά που θεωρούν απαραίτητα. Ο λόγος είναι ότι δεν μπορούν να τους παρέχουν τις οικονομικές απολαβές και δυνατότητες εξέλιξης ανάλογες με τα προσόντα. Θεωρούν ότι αν τους δώσουν τελικά τη δουλειά, οι υπερπροσοντούχοι εργαζόμενοι απλώς θα συμβιβάζονται προσωρινά, και θα ψάχνουν εν τω μεταξύ για κάτι καλύτερο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA