Τρίτη, 11 Φεβρουαρίου 2025
7.5 C
Athens

Οι δασμοί του Τραμπ δεν θα λύσουν τα πραγματικά προβλήματα της αμερικανικής οικονομίας

Με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιμένει ότι οι δασμοί είναι η βασιλική οδός για να ανακτήσει η αμερικανική οικονομία το δυναμισμό της, επιστρέφει και η συζήτηση για το εάν μία εκδοχή προστατευτισμού μπορεί να είναι ο δρόμος για να αντιμετωπιστούν τα υπαρκτά προβλήματα οικονομικής στασιμότητας σε αρκετές αναπτυγμένες οικονομίες.

Η επιχειρηματολογία είναι γνωστή: μια οικονομία όπως η Αμερικανική έχει έναν καταναλωτικό δυναμισμό που υπερβαίνει την εγχώρια παραγωγή και άρα διαρκώς είναι σε θέση – και ανάγκη – να απορροφήσει τα εμπορικά και παραγωγικά πλεονάσματα άλλων χωρών που έχουν κάθε λόγο να κάνουν σχεδιασμό για την οικονομία τους με βάση τις αυξημένες εξαγωγές προς τις ΗΠΑ. Εάν επιβληθούν δασμοί, αυτό θα εξασφαλίσει ότι ένα μέρος των αμερικανικής αυξημένης ζήτησης θα στραφεί αναγκαστικά στην εγχώρια παραγωγή και έτσι οι ΗΠΑ εκτός από καταναλωτικό δυναμισμό θα αποκτήσουν και παραγωγικό δυναμισμό. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι δασμοί παρουσιάζονται ως η επιτομή ενός νέου «ενάρετου» οικονομικού κύκλου: τα αμερικανικά νοικοκυριά θα πιεστούν να παράγουν περισσότερο, για να καταναλώσουν περισσότερο κ.ο.κ.

Ωστόσο, η επιχειρηματολογία αυτή προσκρούει σε μια σειρά από δεδομένα. Στην πρώτη θητεία του Τραμπ οι δασμοί που επέβαλε δεν οδήγησαν σε αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής ούτε βελτίωσαν την εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ. Ορισμένες έρευνες υποστηρίζουν ότι τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι στην περίοδο 1963-2014 σε 151 χώρες η στατιστική συσχέτιση που προκύπτει είναι αυτή ανάμεσα στην αύξηση των δασμών και την υποχώρηση του παραγόμενου προϊόντος. Ούτε ισχύει το ιστορικό επιχείρημα που επικαλείται ο Τραμπ, δηλαδή ότι στα τέλη του 19ου αιώνα οι δασμοί βοήθησαν τις ΗΠΑ να γίνουν πλουσιότερες, γιατί στην πράξη δεν τις βοήθησαν να αποφύγουν μια σοβαρή ύφεση ανάμεσα στο 1893 και το 1897.

Ούτε φαίνεται να ισχύει ένας λόγος που επικαλούνται οι οπαδοί των δασμών, ότι δηλαδή χώρες όπως η Κίνα συμπιέζουν την κατανάλωση στο εσωτερικό τους για να αυξήσουν την επένδυση για να μπορέσουν να εξάγουν σε αγορές όπως των ΗΠΑ. Και αυτό γιατί τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι οι ετήσιοι ρυθμοί αύξησης της κατανάλωσης στην Κίνα τις τελευταίες δεκαετίες παραμένουν πολύ υψηλότεροι των ΗΠΑ.

Αντίστοιχα, δεν ισχύει η εμμονή ότι αυτό που ευνοεί χώρες όπως η Κίνα είναι ότι τείνουν προς την αποταμίευση και όχι προς την κατανάλωση, γιατί σε μεγάλο βαθμό αυτό που εξηγεί την υποχώρηση της αμερικανικής βιομηχανικής βάσης είχε να κάνει με το ότι δεν είχαν τους ίδιους ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας που είχαν άλλες χώρες.

Στην πραγματικότητα αυτό που συνέβη και χώρες όπως η Κίνα ή η Γερμανία μπόρεσαν να έχουν τέτοιες εξαγωγικές επιδόσεις έναντι των ΗΠΑ δεν είχε να κάνει με το ότι συμπίεζαν την κατανάλωση, αλλά με το ότι μπορούσαν να έχουν ανταγωνιστικότερα προϊόντα, μέσα από κρίσιμες τεχνολογικές τομές και μεγαλύτερη αύξηση της παραγωγικότητάς τους.

Και βέβαια ο λόγος που οι ΗΠΑ εισάγουν βιομηχανικά προϊόντα, αντί να τα παράγουν οι ίδιες, δεν έχει να κάνει τόσο με το ότι δεν επιβάλλουν δασμούς και άρα κατακλύζονται από εισαγόμενα. Έχει να κάνει και με τις ίδιες τις στρατηγικές αποφάσεις των αμερικανικών επιχειρήσεων που θεωρώντας ότι έχουν χάσει το παιχνίδι της ανταγωνιστικότητας προτιμούν να επενδύσουν πολύ μεγάλο μέρος της αξιοσημείωτης ρευστότητάς τους στον χρηματοοικονομικό τομέα παρά σε παραγωγικές επενδύσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Και αυτό πολύ δύσκολα θα αντιστραφεί με την επιβολή δασμών.

Σε τελική ανάλυση, αυτό που φαίνεται να μην κατανοούν οι υποστηρικτές των δασμών είναι ότι οι πολιτικές που ιστορικά μπόρεσαν να ενισχύσουν την εγχώρια παραγωγή ή τόνωσαν την βιομηχανική δραστηριότητα δεν είχαν να κάνουν κυρίως με τους δασμούς, αλλά με άλλες πιο ενεργητικές παρεμβάσεις: τον βαθμό σχεδιασμένης επένδυσης στην έρευνα αλλά και στην κατάρτιση ενός εξειδικευμένου προσωπικού, στον τρόπο που κατευθύνεται η κρατική δαπάνη και το πώς λειτουργεί το τραπεζικό σύστημα, στο εάν προκρίνονται οι παραγωγικές ή οι χρηματοικονομικές επενδύσεις, το εάν το κράτος αναλαμβάνει έναν πιο στρατηγικό ρόλο. Δηλαδή, σε στρατηγικές που υπερβαίνουν κατά πολύ τον απλό «οικονομικό αυτοματισμό» ότι εάν αυξηθούν οι τιμές των εισαγόμενων θα αυξηθεί η παραγωγή των εγχώριων. Ιδίως όταν οι ΗΠΑ διαπιστώνουν τώρα ότι υπάρχουν ολόκληροι κλάδοι τους οποίους πολύ δύσκολα θα μπορέσουν να ανασυγκροτήσουν ή στους οποίους έχουν πραγματικό παραγωγικό έλλειμμα. Όσοι δασμοί και εάν επιβληθούν…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA