Παρασκευή, 25 Ιουλίου 2025
32.2 C
Athens

Άδεια αναψυχής: Τι αλλάζει με το νέο νομοσχέδιο – Στον πάτο της ΕΕ η Ελλάδα στις ημέρες διακοπών

Μία από τις αλλαγές που φέρνει το νέο εργασιακό νομοσχέδιο αφορά τον τρόπο που θα κατανέμεται η ετήσια άδεια αναψυχής. Σύμφωνα με όσα έχουν δοθεί ως τώρα στη δημοσιότητα, ο εργαζόμενος θα μπορεί να αιτηθεί τον επιμερισμό της άδειάς του και σε περισσότερα από δύο χρονικά διαστήματα, μικρότερης διάρκειας.

Όπως αναφέρει το υπουργείο Εργασίας σε σχετικό κείμενο ερωταπαντήσεων, ο εργαζόμενος, εφόσον το επιθυμεί, θα μπορεί να λάβει την ετήσια άδειά του τμηματικά, σε τέσσερις διαφορετικές χρονικές περιόδους του ίδιου έτους. Η χρονική περίοδος λήψης της αδείας επιλέγεται σε συνεννόηση με τον εργοδότη. Φαίνεται πως το υπουργείο, σκεπτόμενο πρακτικά, αποφάσισε ότι εφόσον ο ο ένας στους δύο Έλληνες (και οι δύο στους δέκα εργαζόμενους) δεν έχουν χρήματα ούτε για επτά ημέρες διακοπές, τι να την κάνουν τη δεκαπενθήμερη άδεια;   Πάντως, με βάση στοιχεία του ΟΟΣΑ που επικαλείται το Εuronews,  οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα έχουν τις λιγότερες ημέρες υποχρεωτικής άδειας και αργίας σε όλη την ΕΕ.

Τι ισχύει στη θεωρία

Τυπικά, αυτό που ισχύει ως σήμερα, βάσει νόμου, είναι ότι η άδεια θα πρέπει να λαμβάνεται από τον εργαζόμενο αδιαίρετη και συνεχόμενη. Η κατάτμηση του χρόνου αδείας σε δύο περιόδους εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους επιτρέπεται «μόνο κατ’εξαίρεση, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης».

Σε κάθε περίπτωση η πρώτη περίοδος της άδειας δεν μπορεί να περιλαμβάνει λιγότερες από  πέντε εργάσιμες ημέρες (ή έξι για εξαήμερη εργασία). Αυτό σημαίνει ότι η δεύτερη άδεια πρέπει είναι τουλάχιστον 15 εργάσιμες ή τρεις εβδομάδες, εφόσον το μίνιμουμ της υποχρεωτικής άδειας για μισθωτούς είναι οι 20 εργάσιμες ημέρες.  Επίσης επιτρέπεται η κατάτμηση και σε περισσότερα διαστήματα, εφόσον το ζητήσει γραπτά ο εργαζόμενος, με την προϋπόθεση ότι το ένα από αυτά πρέπει να είναι τουλάχιστον δέκα εργάσιμες ημέρες.

Ο νόμος ορίζει ότι πρέπει τουλάχιστον το 50% των μισθωτών μιας επιχείρησης να λάβει τη δεκαήμερη άδεια από 1η Μάϊου ως 30 Σεπτεμβρίου. Όμως για επιχειρήσεις που απασχολούν τακτικό και εποχικό προσωπικό και έχουν ιδιαίτερη σώρευση εργασίας σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, ο εργοδότης μπορεί να χορηγεί το δεκαήμερο τμήμα της άδειας οποτεδήποτε εντός του ημερολογιακού έτους.

Τι ισχύει στην πράξη

Στην πράξη η συνεχόμενη αδιαίρετη άδεια είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Οι περισσότερες επιχειρήσεις χορηγούν την άδεια τμηματικά, με τη «μεγάλη» άδεια των δέκα εργάσιμων ημερών να δίνεται συνήθως το καλοκαίρι.

Όπως διαβάζουμε σε πλήθος πανομοιότυπων άρθρων, που μοιάζουν να προέρχονται από το ίδιο non paper, με τη δρομολογούμενη ρύθμιση για το «σπάσιμο» της άδειας σε πολλά μικρά τμήματα ενισχύεται «η αυτοδιάθεση του εργαζομένου στον χρόνο ανάπαυσης».

Ο εργοδότης θα μπορεί να αρνηθεί την χορήγηση της άδειας στο συγκεκριμένο διάστημα που αιτείται ο εργαζόμενος, επικαλούμενος φόρτο εργασίας και τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης, κάτι που ισχύει και σήμερα.

Όπως ισχύει και με τις υπόλοιπες διατάξεις του νέου νομοσχεδίου, όπως η «δυνατότητα 13ωρης εργασίας στον ίδιο εργοδότη», η άδεια-λέγκο, σε μικρά τουβλάκια χρόνου, βαφτίζεται δικαίωμα του εργαζόμενου. Ο δικαιολογημένος φόβος πολλών εργαζομένων είναι ότι οι εργοδότες θα επικαλούνται το σπάσιμο της άδειας, για να αρνηθούν τη χορήγησή της για δύο ή τρεις συνεχείς εβδομάδες, και θα τη δίνουν «με το σταγονόμετρο».

Πιο ευνοϊκούς όρους στη χορήγηση και τη διάρκεια της άδειας θα μπορούσαν να κατοχυρώνουν οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, που όμως στην Ελλάδα δεν καλύπτουν παρά μόλις το 20% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα.

Η Ελλάδα έχει τις λιγότερες μέρες άδειας και αργίας σε όλη την ΕΕ – πηγή: ΟΟΣΑ / επεξεργασία Euronews

Τι ισχύει στην υπόλοιπη Ευρώπη

Η ελάχιστη ετήσια άδεια με αποδοχές που προβλέπεται από τη νομοθεσία διαφέρει σε ολόκληρη την ΕΕ, κυμαινόμενη από 20 ημέρες ετησίως στα περισσότερα κράτη μέλη έως 25 ημέρες σε ορισμένες χώρες.

Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), 18 χώρες προσφέρουν το ελάχιστο όριο που προβλέπεται από την νομοθεσία της ΕΕ, δηλαδή 20 ημέρες. Σε αυτές περιλαμβάνονται το Βέλγιο, η Βουλγαρία, η Κροατία, η Τσεχία, η Εσθονία, η Φινλανδία, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Ουγγαρία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Λετονία, η Λιθουανία, οι Κάτω Χώρες, η Πολωνία, η Ρουμανία, η Σλοβακία, η Σλοβενία και η Ισπανία.

Συνδυάζοντας τις ελάχιστες αμειβόμενες άδειες και τις υποχρεωτικές αργίες στην ΕΕ, η Ελλάδα έχει τον μικρότερο αριθμό ημερών ξεκούρασης, με μόλις 26 ημέρες.

Εκτός της ΕΕ, η Ελβετία προσφέρει επίσης 20 ημέρες, ενώ ο ελάχιστος χρόνος άδειας στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι 28 ημέρες, συμπεριλαμβανομένων των αργιών.

Η Αυστρία, η Γαλλία, το Λουξεμβούργο, η Σουηδία και η Δανία προσφέρουν τουλάχιστον 25 ημέρες ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών ανά έτος.

Ποια χώρα της ΕΕ έχει τις περισσότερες αργίες;

Η άδεια ασθενείας, η εβδομαδιαία ανάπαυση, η άδεια μητρότητας, η άδεια μακροχρόνιας υπηρεσίας, η γονική άδεια και, στις περισσότερες χώρες, οι αργίες υπολογίζονται ξεχωριστά από τις ετήσιες άδειες μετ’ αποδοχών.

Με βάση τα στοιχεία του  ΟΟΣΑ, οι ετήσιες αργίες στις χώρες της ΕΕ κυμαίνονται από έξι ημέρες στην Ελλάδα έως 15 ημέρες στη Λετονία, τη Λιθουανία και τη Σλοβακία. Για τα περισσότερα κράτη μέλη ήταν περισσότερες από 10 ημέρες. Ο μέσος όρος στην ΕΕ ήταν 11,7 ημέρες.

Συνδυάζοντας τις ελάχιστες αμειβόμενες άδειες και τις υποχρεωτικές αργίες στην ΕΕ, η Ελλάδα έχει τον μικρότερο αριθμό ημερών ξεκούρασης, με μόλις 26 ημέρες. Η Αυστρία και η Μάλτα προσφέρουν τον υψηλότερο με 38 ημέρες. Ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 33 ημέρες.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι αργίες υπολογίζονται στο ελάχιστο νόμιμο όριο των 28 ημερών, οπότε αν οι εργαζόμενοι εργάζονται αυτές τις ημέρες, δικαιούνται μια διαφορετική ημέρα άδειας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA