Λόγω των γερασμένων δικτύων ηλεκτροδότησης και της έλλειψης εγκαταστάσεων αποθήκευσης ενέργειας, η Ευρώπη θα χρειαστεί επενδύσεις τρισεκατομμυρίων ευρώ για να αντεπεξέλθει στην αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειες.
Πριν από λίγες ημέρες, η Ισπανία και η Πορτογαλία υπέστησαν τα χειρότερα μπλακάουτ που έχει πλήξει ποτέ την Ευρώπη. Τα αίτια ερευνώνται, όμως, όποια κι αν είναι η απάντηση, αναλυτές και εκπρόσωποι της βιομηχανίας ενέργειας προειδοποιούν ότι τα δίκτυα χρειάζονται αναβάθμιση.
«Τα μπλακάουτ έκρουσαν τον κώδωνα κινδύνου. Έδειξαν ότι η ανάγκη εκσυγχρονισμού και ενίσχυσης του ευρωπαϊκού δικτύου ηλεκτροδότησης είναι επείγουσα και αναπόφευκτη» δήλωσε στο Reuters η Κριστίνα Ρούμπι, γενική γραμματέας της Eurelectric, συνδέσμου της ευρωπαϊκής βιομηχανίας ηλεκτροπαραγωγής.
Το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών δικτύων χρονολογείται από τον περασμένο αιώνα και περίπου οι μισές γραμμές έχουν ηλικία άνω των 40 ετών.
Ως αποτέλεσμα, τα δίκτυα δεν μπορούν να απορροφήσουν την όλο και μεγαλύτερη παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές, την ώρα που η ζήτηση για ενέργεια μεγαλώνει λόγω των ηλεκτρικών αυτοκινήτων και των data center που ξεφυτρώνουν στην ήπειρο για να τροφοδοτήσουν τις υπηρεσίες τεχνητής νοημοσύνης.
Κίνδυνος κατάρρευσης του δικτύου λόγω υπερπαραγωγής στις μονάδες ΑΠΕ υπάρχει και στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα ο ΑΔΜΗΕ να βάζει φρένο στην ανάπτυξη νέων ηλιακών και αιολικών σταθμών.
Αν και οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 2010 σε παγκόσμιο επίπεδο, οι επενδύσεις παραμένουν σε σταθερό ύψος περίπου 300 δισ. δολαρίων το χρόνο. Σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας, το ποσό αυτό πρέπει να διπλασιαστεί έως το 2030.
Ένα βασικό πρόβλημα είναι ότι η ανάπτυξη νέων δικτύων είναι μια περίπλοκη διαδικασία που μπορεί να απαιτήσει πάνω από μια δεκαετία, πολύ περισσότερο από ό,τι χρειάζεται για νέες υποδομές ηλιακής και αιολικής ενέργειας.
Το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό μείγμα της ΕΕ αυξήθηκε πέρυσι στο 47% έναντι 34% το 2019, ενώ παράλληλα τα ορυκτά καύσιμα έπεσαν στο 29 από το 39 τοις εκατό, σύμφωνα με δεδομένα της δεξαμενής σκέψης Ember.
Στην Ισπανία, η οποία πρωτοστατεί στην πράσινη ενέργεια, το μερίδιο των ΑΠΕ αυξήθηκε στο 56% το 2024.
Διασυνδέσεις
Η Ισπανία και η Πορτογαλία περιλαμβάνονται στη λίστα των ευρωπαϊκών χωρών που δεν διαθέτουν αρκετές διασυνδέσεις με άλλες χώρες ως εφεδρεία. Σύμφωνα με το ερευνητικό κέντρο IREC στην Καταλονία, η χώρα χρειάζεται περισσότερες συνδέσεις με τη Γαλλία και το Μαρόκο.
Δεδομένου ότι ανάλογη υστέρηση καταγράφεται και σε άλλες χώρες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θέσει στόχο να αυξήσει το επίπεδο διασύνδεσης στο 15% έως το 2030, έναντι προηγούμενου στόχου για 10%, κάτι που σημαίνει ότι κάθε χώρα-μέλος θα πρέπει να είναι σε θέση να εισαγάγει από γειτονικά κράτη τουλάχιστον το 15% της απαιτούμενης ισχύος.
Λύσεις αποθήκευσης
Καθώς η παραγωγή ΑΠΕ αυξάνεται, η πρόκληση δεν αφορά μόνο την αναβάθμιση των δικτύων αλλά και την ανάγκη για εφεδρικές πηγές ενέργειας.
Οι αιολικές και ηλιακές εγκαταστάσεις παράγουν συνεχές ρεύμα (DC), ενώ οι συμβατικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής δίνουν εναλλασσόμενο ρεύμα (AC).
Στα ευρωπαϊκά δίκτυα ηλεκτροδότησης, το συνεχές ρεύμα μετατρέπεται με αντιστροφείς σε εναλασσόμενο στην στάνταρτ συχνότητα των 50 Hertz. Όταν η παραγωγή μειώνεται, τα δίκτυα χρειάζονται εναλλακτικές πηγές AC για να αποφύγουν πτώση της συχνότητας.
Σε περίπτωση πτώσης, ορισμένοι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής αποσυνδέονται αυτόματα από το δίκτυο για να αποφευχθούν ζημιές στους μετασχηματιστές ή τις γραμμές μεταφοράς. Αν αποσυνδεθούν ταυτόχρονα πολλοί σταθμοί, το σύστημα μπορεί να καταρρεύσει και να οδηγήσει σε μπλακάουτ.
Το ισπανικό δίκτυο έπασχε από αστάθεια ακόμα και πριν από το τελευταίο περιστατικό, όπως είχαν προειδοποιήσει εκπρόσωποι της βιομηχανίας.
Και το πρόβλημα θα μπορούσε να επιδεινωθεί όταν η Ισπανία υλοποιήσει το σχέδιο να κλείσει και τους επτά πυρηνικούς αντιδραστήρες της έως το 2035, κάτι που θα περιόριζε περεταίρω την εφεδρεία.
Στην Πορτογαλία, ο πρωθυπουργός Λουίς Μοντενέγκρο παραδέχτηκε ότι η χώρα χρειάζεται περισσότερες εφεδρικές πηγές –σήμερα διαθέτει μόνο δύο τέτοιες εγκαταστάσεις, ένα σταθμό φυσικού αερίου και ένα υδροηλεκτρικό εργοστάσιο.
Δυνητικά, το πρόβλημα θα μπορούσε να λυθεί και με μονάδες αποθήκευσης ενέργειας για ώρα ανάγκης, αντί με νέους σταθμούς.
Στη Βρετανία, μια πτώση της συχνότητας του δικτύου, η οποία προκλήθηκε από πτώση κεραυνού και άλλους παράγοντες, άφησε εκατομμύρια πολίτες χωρίς ρεύμα το 2019.
Έκτοτε, η χώρα έχει επενδύσει σε μπαταρίες αποθήκευσης ενέργειας και στα τέλη της περασμένης χρονιάς είχε περίπου 5 gigawatt εγκατεστημένος ισχύος.
Στην Ευρώπη, οι εγκατεστημένες μπαταρίες δικτύου προσφέρουν σήμερα ισχύ 10.8 gigawatt, νούμερο που σχεδιάζεται να αυξηθεί στα 50 GW έως το 2030.
Σύμφωνα όμως με την Ευρωπαϊκή Ένωση Αποθήκευσης Ενέργειας, οι πραγματικές ανάγκες θα έχουν φτάσει μέχρι τότε τα 200 GW.