Η Ευρώπη επανεξοπλίζεται, οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή συνεχίζονται ενός στο θέατρο του Ινδο-Ειρηνικού Ωκεανού οι συγκρουσιακές προετοιμασίες υποδεικνύουν ότι ένα βίαιο μέλλον μπορεί να μην είναι πολύ μακρινό. Εντός αυτής της κρίσης, βιομηχανίες που κατασκευάζουν μαχητικά αεροσκάφη εργάζονται πυρετωδώς για τα υπερόπλα της επόμενης μέρας.
Αεροσκάφη έκτης γενιάς
Στις 21 Μαρτίου ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι το μελλοντικό μαχητικό αεροσκάφος της Αμερικής, το F-47, θα κατασκευαζόταν από την Boeing, έναν γίγαντα της αεροδιαστημικής. Το εν λόγω αεροσκάφη είναι ένα από τα πολλά αεροσκάφη «έκτης γενιάς» που σχεδιάζονται σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Τον Δεκέμβριο η Κίνα παρουσίασε αυτό που πιστεύεται ότι αποτελεί ένα πρωτότυπο του J-36, ένα επιβλητικό αεροπλάνο με μυστικά χαρακτηριστικά.
Η Βρετανία, η Ιταλία και η Ιαπωνία αναπτύσσουν από κοινού το δικό τους αεροπλάνο, με το βρετανικό να φέρει την ονομασία Tempest. Πρόκειται να τεθεί σε υπηρεσία το 2035. Η Γαλλία, η Γερμανία και η Ισπανία ελπίζουν ότι το μελλοντικό σύστημα Combat Air System (FCAS) θα είναι έτοιμο μέχρι το 2040. Όλα τους αντιπροσωπεύουν το μέλλον του εναέριου πολέμου.
Τα μαχητικά αεροσκάφη κατηγοριοποιούνται ανάλογα με την ηλικία, τα χαρακτηριστικά και την πολυπλοκότητά τους.
Η πρώτη γενιά εμφανίστηκε στις δεκαετίες του 1940 και του 1950. Πολλά από αυτά που βρίσκονται σήμερα στην υπηρεσία του ΝΑΤΟ, όπως τα πανταχού παρόντα F-16 των ΗΠΑ, είναι τέταρτης γενιάς, κατασκευασμένα από τη δεκαετία του 1970 έως τη δεκαετία του 1990.
Τα τελευταία αεροπλάνα πέμπτης γενιάς, όπως τα F-35 και F-22, τα τελευταία και ίσως τα κορυφαία μαχητικά αεροσκάφη σε λειτουργία σήμερα, είναι stealth, δηλαδή έχουν την ικανότητα να πραγματοποιούν απρόσκοπτα υπερηχητική πτήση και παράλληλα διαθέτουν προηγμένα συστήματα υπολογιστών.


Το F-35 είναι ένα μονοθέσιο, μονοκινητήριο, χαμηλής παρατηρησιμότητας (stealth) μαχητικό αεροσκάφος πέμπτης γενιάς. Κατασκευάζεται από μια κοινοπραξία εταιριών της οποίας ηγείται η Lockheed Martin με σημαντικότερους εταίρους τις Northrop Grumman και BAe Systems.
Σε σύγκριση με προηγούμενα αεροπλάνα, τα έκτης γενιάς αεριωθούμενα αεροσκάφη έχουν όλα τους ένα κοινό χαρακτηριστικό: είναι μεγάλα.
Εικόνες που δείχνουν το J-36 και τα μοντέλα του Tempest αποκαλύπτουν πως πρόκειται για αεροσκάφη που είναι πολύ μεγαλύτερα από τα κινεζικά J-20 τέταρτης γενιάς και από το European Typhoon ή τα αμερικανικά F-35 και F-22 πέμπτης γενιάς. Το γεγονός υποδηλώνει ότι όλες αυτές οι χώρες έχουν παρόμοιες προγνώσεις για το μέλλον του πολέμου στον αέρα.
Όλα τους θα έχουν περισσότερα, και καλύτερα, πυραυλικά συστήματα εδάφους-αέρος, με τις εταιρείες να έχουν διδαχθεί από τις σπουδαίες επιδόσεις της αεράμυνας στο θέατρο της Ουκρανίας.
Απαιτείται, δε, ακόμη πιο αναβαθμισμένη λειτουργία stealth, ικανή να κρατά τα αεροπλάνα κρυμμένα από τα εχθρικά ραντάρ. Η λειτουργία stealth, ωστόσο, απαιτεί λείες επιφάνειες, όπερ σημαίνει ότι οι βόμβες και οι πύραυλοι δεν μπορούν να κρέμονται από το φτερό – πρέπει να βρίσκονται μέσα στο σώμα του αεροσκάφους.
Άλλαξαν οι αποστάσεις
Μια δεύτερη αλλαγή είναι στο αυξανόμενο εύρος της αεροπορικής μάχης. Τα τελευταία 40 χρόνια, το ποσοστό των θανάτων αέρος-αέρος που συμβαίνουν «πέρα από την οπτική εμβέλεια» αυξάνεται σταθερά – από ένα μικρό κλάσμα τη δεκαετία του 1970 σε περισσότερο από το ήμισυ μεταξύ 1990 και 2002.
Έκτοτε, οι πύραυλοι αέρος-αέρος έχουν τη δυνατότητα να ταξιδεύουν ακόμη πιο μακριά. Το Europe’s Meteor, με αυτονομία 200 χλμ., ήταν στην πρώτη γραμμή της τεχνολογίας όταν δοκιμάστηκε για πρώτη φορά πριν από μια δεκαετία.
Το αμερικανικό AIM-174B και το PL-17 της Κίνας μπορούν σήμερα να πλήξουν στόχους σε απόσταση 400 χιλιομέτρων. Αυτό σημαίνει ότι τα αεροπλάνα χρειάζονται καλύτερους αισθητήρες για να εντοπίζουν και να βάλλουν από πιο μακριά κατά στόχων.
Το ζήτημα της απόστασης ανησυχεί ιδιαιτέρως τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής
Χρειάζονται επίσης καλύτερο εξοπλισμό ηλεκτρονικού πολέμου για να αντιμετωπίσουν τις εισερχόμενες απειλές. Αυτές οι τεχνολογίες απαιτούν περισσότερο χώρο για την παραγωγή ενέργειας και την αφαίρεση όλης της θερμότητας που παράγουν τα ηλεκτρονικά τους συστήματα.
Τέλος, τα αεροπλάνα είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς όταν βρίσκονται στο έδαφος. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να πετούν από πιο μακρινά αεροδρόμια, απαιτώντας μεγαλύτερες δεξαμενές καυσίμου και λιγότερη αντίσταση για πιο αποτελεσματική πτήση.
Τα τεράστια φτερά του Tempest και του J-36 είναι ό,τι πρέπει γι’ αυτές τις δυο απαιτήσεις, λέει στον Economist ο Μπιλ Σουίτμαν, ειδικός σε θέματα αεροπορίας. Το ζήτημα της απόστασης ανησυχεί ιδιαιτέρως τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Οι αεροπορικές της βάσεις στην Ιαπωνία βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από τεράστιους αριθμούς κινεζικών βαλλιστικών πυραύλων.
Στην περίπτωση που ξεσπάσει πόλεμος, έχουν έτοιμο σχέδιο που προβλέπει την ευρύτερο διασκορπισμό των αεροπλάνων τους, που θα απογειώνονται από πιο μακρινούς αεροδιάδρομους, όπως της Αυστραλίας και των νησιών του Ειρηνικού.
Τα αεροπλάνα μεγάλης εμβέλειας είναι ελκυστικά για διάφορους λόγους. «Μιλάμε για πραγματικά ακραία βεληνεκή», σημειώνει αξιωματικός της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας (RAF).
Όπως εξηγεί, το αεροπλάνο θα πρέπει να μπορεί να διασχίσει τον Ατλαντικό Ωκεανό με μόνο μία δεξαμενή καυσίμου – ένα ταξίδι που για να το κάνει ένα σημερινό Typhoon θα έπρεπε να ανεφοδιαστεί τρεις ή τέσσερις φορές.
Ένας από τους λόγους είναι ότι τα μεγάλα δεξαμενόπλοια ανεφοδιασμού, τα οποία κάποτε κάθονταν με ασφάλεια στο πίσω μέρος της πρώτης γραμμής, είναι ολοένα και πιο ευάλωτα σε νέους πυραύλους αέρος-αέρος, όπως ο κινεζικός PL-17.
Κατά τον Σουίτμαν, το ογκώδες J-36, έτσι όπως είναι οι θέσεις των όπλων του και τα τεράστια φτερά του, μοιάζει με ένα «αερομεταφερόμενο καταδρομικό», με βελτιστοποιημένο βεληνεκές, λειτουργεία stealth και ικανότητα πτήσης που στο πεδίο της ευελιξίας ξεπερνά αυτήν που απαιτείται σήμερα για τις αερομαχίες.
Συστήματα τεχνητής νοημοσύνης θα υποδεικνύουν ποιοι στόχοι θα πρέπει να χτυπηθούν
Από την άλλη, το Tempest θα έχει περίπου το διπλάσιο ωφέλιμο φορτίο από το πιο ισχυρό F-35. Θα προσφέρει περισσότερη δύναμη πυρός ανά πτήση, θα καταστρέφει έναν στόχο με λιγότερες επικίνδυνες πτήσεις στον εχθρικό εναέριο χώρο.
Καθώς τα αεροπλάνα μεγαλώνουν, το εσωτερικό τους εξελίσσεται σε «ιπτάμενους υπερυπολογιστές», λέει ο Ρομπέρτο Τσινγκολάνι, ο διευθύνων σύμβουλος του ιταλικού αμυντικού ομίλου Leonardo.
Σημειώνει ότι το Tempest θα είναι σε θέση να «ρουφήξει» σε ένα δευτερόλεπτο πολύτιμα δεδομένα μιας πόλης μεσαίου μεγέθους: από τις ραδιοφωνικές εκπομπές της μέχρι αυτές των ραντάρ της αεράμυνάς της.
Θα μοιράζεται αυτά τα δεδομένα με τα συμμαχικά τανκς και τα πλοία, ενδεχομένως μέσω δορυφόρου, ενώ συστήματα τεχνητής νοημοσύνης θα υποδεικνύουν ποιοι στόχοι θα πρέπει να χτυπηθούν, από τι και πότε. Ο Τσινγκολάνι λέει πως κάποιοι μπορεί να πως ότι αυτό είναι επιστημονική φαντασία, αλλά δεν είναι…