Τρίτη, 15 Απριλίου 2025
19.1 C
Athens

Δημόσιο: «Μύθος» ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι καλοπληρώνονται δείχνει μελέτη του ΚΕΠΕ

Τον «μύθο» των καλοπληρωμένων δημοσίων υπαλλήλων σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα καταρρίπτει πρόσφατη έρευνα του Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ).

Στον δημόσιο τομέα έχει απομείνει το πλεονέκτημα της εργασιακής ασφάλειας λόγω της μονιμότητας

Σύμφωνα με την έρευνα εάν συγκρίνει κανείς τον μέσο όρο των αμοιβών, τότε πράγματι ο δημόσιος τομέας υπερτερεί. Τα στοιχεία του 2023 δείχνουν ότι ο μέσος καθαρός μισθός ήταν κατά 8% υψηλότερος έναντι του ιδιωτικού (1.179,3 ευρώ έναντι 1.090 ευρώ).

Ωστόσο η μελέτη του ΚΕΠΕ προχώρησε στην σύγκριση «πανομοιότυπων» εργαζομένων. Δηλαδή εργαζόμενων στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα που έχουν το ίδιο εκπαιδευτικό επίπεδο, ανάλογη εμπειρία και αντίστοιχη ηλικία. Στην συγκεκριμένη σύγκριση οι αμοιβές στο δημόσιο τομέα είναι σημαντικά χαμηλότερες από αυτές του ιδιωτικού τομέα.

Σε επίπεδο μηνιαίων αποδοχών η υστέρηση στον δημόσιο τομέα είναι μεταξύ 15,8% και 18,6% (ανάλογα με τη μεθοδολογία που ακολουθείται). Κατά την σύγκριση έχει συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα λαμβάνουν δύο μισθούς επιπλέον ετησίως (τον 13ο και 14ο μισθό), ενώ στο Δημόσιο έχουν καταργηθεί.

Δηλαδή, ο υπολογισμός έγινε προσθέτοντας τους 14 μισθούς στον ιδιωτικό τομέα και διαιρώντας στη συνέχεια τις συνολικές ετήσιες αποδοχές τους διά του 12, ώστε να υπάρχει το ίδιο μέτρο σύγκρισης με τον δημόσιο τομέα.

Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι οι αμοιβές στον δημόσιο τομέα είναι σημαντικά χαμηλότερες έναντι του ιδιωτικού. Ως εκ τούτου στο δημόσιο τομέα απέμεινε – πλέον – το άλλο πλεονέκτημα της εργασιακής ασφάλειας λόγω της μονιμότητας.

Στην Ευρώπη

Κατά 50% χαμηλότερο ήταν το ωριαίο κόστος εργασίας στην χώρα μας το 2024, σε σχέση με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Στην Ελλάδα υπολογίσθηκε στα 16,7 ευρώ όταν ο Ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 33,5 ευρώ.

Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι η απόσταση της χώρας μας, σε σχέση με τις χώρες εντός της ζώνης του ευρώ, που έχουν μέσο όρο κόστους ανά ώρα εργασίας στα 37,3 ευρώ, είναι ακόμα μεγαλύτερη.

Οι δύο κύριες συνιστώσες του κόστους εργασίας είναι οι μισθοί και το μη μισθολογικό κόστος (εργοδοτικές και κοινωνικές εισφορές).

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αποκλίσεις εντός της ΕΕ είναι τεράστιες, αφού στο συγκεκριμένο μέγεθος την πρώτη θέση καταλαμβάνει το Λουξεμβούργο με 55,2 ευρώ ωριαίο κόστος και την τελευταία η Βουλγαρία με 10,6 ευρώ μόλις.

Η Ελλάδα κινείται κοντά στις τελευταίες θέσεις, αφού εκτός της Βουλγαρίας, χαμηλότερο κόστος ανά ώρα εργασίας, καταγράφουν η Ρουμανία (12,5 ευρώ), η Ουγγαρία (14,1 ευρώ), η Λετονία (15,1 ευρώ), η Λιθουανία (16,3 ευρώ) και η Κροατία (16,5 ευρώ). Υψηλότερες τιμές από την χώρα μας καταγράφουν η Πολωνία (17,3 ευρώ), η Πορτογαλία και η Τσεχία (18,2 ευρώ), η Σλοβακία (18,5 ευρώ), η Μάλτα (19,1 ευρώ), η Εσθονία (19,6 ευρώ), η Κύπρος (21 ευρώ).

Η Ισπανία κατέγραψε το 2024, ωριαίο κόστος εργασίας 25,5 ευρώ και η Ιταλία 30,9 ευρώ, ενώ σύμφωνα με την Eurostat, στις βορειότερες χώρες της Ευρώπης το συγκεκριμένο μέγεθος είναι υψηλότερο.

Πηγή: ΟΤ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA