Πέμπτη, 6 Νοεμβρίου 2025
17.9 C
Athens

Είκοσι χρόνια μετά: Έκανε η ένταξη στην ΕΕ τα νέα μέλη πλουσιότερα;

Σχεδόν τα τρία τέταρτα (74%) των πολιτών της ΕΕ πιστεύουν ότι η χώρα τους επωφελήθηκε από την ένταξή της στην Ένωση, σύμφωνα με έρευνα του Ευρωβαρόμετρου που διεξήχθη στις αρχές του 2025, το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί από τότε που τέθηκε για πρώτη φορά η ερώτηση το 1983.

Οι ερωτηθέντες ανέφεραν την οικονομική ανάπτυξη (28%) και τις νέες ευκαιρίες απασχόλησης (26%) ως τα κύρια οφέλη της ένταξης της χώρας τους στην ΕΕ.

Τα στοιχεία φαίνεται να επιβεβαιώνουν την εκτίμησή τους, σύμφωνα με το euronews.

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Τσεχική Δημοκρατία αυξήθηκε από 45% του μέσου όρου της ΕΕ το 2004 σε 74% το 2024, σημειώνοντας άνοδο από 9.490 ευρώ σε 29.940 ευρώ. Στη Λιθουανία, αυξήθηκε από 26% σε 68% κατά την ίδια περίοδο, από 4.960 ευρώ σε 27.350 ευρώ.

Πενταπλάσια αύξηση στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία

Τα τελευταία 20 χρόνια, από το 2004 έως το 2024, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην ΕΕ αυξήθηκε κατά 88%, με τον δείκτη να ανεβαίνει από 100 σε 188 μονάδες, η ανάπτυξη στα 13 νέα κράτη μέλη σημείωσε θετική έκρηξη. Η Ρουμανία και η Βουλγαρία κατέγραψαν την ισχυρότερη ανάπτυξη, 558% και 500% αντίστοιχα, και ο δείκτης έφτασε τις 600 μονάδες και στις δύο χώρες.

Κατά την περίοδο αυτή, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη Ρουμανία αυξήθηκε από 2.820 ευρώ σε 18.560 ευρώ και στη Βουλγαρία από 2.710 ευρώ σε 16.260 ευρώ.

Παρόμοια εντυπωσιακά ποσοστά ανάπτυξης καταγράφηκαν και στις χώρες της Βαλτικής κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 405% στη Λιθουανία, 336% στη Λετονία και 305% στην Εσθονία.

Αύξηση της αγοραστικής δύναμης

Το πρότυπο αγοραστικής δύναμης (PPS) ρίχνει περισσότερο φως στις ιστορίες οικονομικής ανάπτυξης των νέων κρατών μελών.

Θεωρητικά, με ένα PPS μπορεί κανείς να αγοράσει την ίδια ποσότητα αγαθών και υπηρεσιών σε κάθε χώρα.

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε PPS στην ΕΕ έχει δείκτη 100. Το 2004, η Ρουμανία και η Βουλγαρία είχαν και οι δύο τη χαμηλότερη βαθμολογία, 35 η καθεμία, ή 65% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.

Ωστόσο, δύο δεκαετίες αργότ

ερα, η αγοραστική δύναμη της Ρουμανίας υπερδιπλασιάστηκε, φτάνοντας τα 78 στον δείκτη, ενώ η αγοραστική δύναμη της Βουλγαρίας αυξήθηκε στα 66.

Ο δείκτης αυξήθηκε από 50 σε 88 στη Λιθουανία, από 45 σε 71 στη Λετονία, από 52 σε 79 στην Πολωνία και από 56 σε 79 στην Εσθονία. Κάθε κίνηση προς τον μέσο όρο της ΕΕ των 100 σημαίνει ότι αυτές οι χώρες πλησιάζουν το πρότυπο της ΕΕ.

Πιο μέτριες αυξήσεις καταγράφηκαν στη Σλοβενία, όπου ο δείκτης αυξήθηκε από 87 σε 91, και στην Τσεχική Δημοκρατία, όπου αυξήθηκε από 81 σε 91 κατά την ίδια περίοδο.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιμένει ότι η διεύρυνση του 2004 «έφερε μια σειρά σημαντικών οφελών και εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη στα νέα μέλη και στην ΕΕ συνολικά».

Οι ακαδημαϊκές μελέτες υποστηρίζουν ευρέως αυτή την άποψη. Ο οικονομολόγος Basile Grassi του Πανεπιστημίου Bocconi διαπιστώνει ότι η προσχώρηση αυξάνει τα εισοδήματα στα νέα κράτη μέλη χωρίς να επηρεάζει αρνητικά τα εισοδήματα των υφιστάμενων μελών.

Σύμφωνα με τα λόγια του, η επέκταση της ΕΕ μοιάζει μάλλον με ένα «παιχνίδι με θετικό άθροισμα».

Πόσο μεγάλες είναι οι οικονομίες των υποψηφίων χωρών για ένταξη στην ΕΕ;

Εννέα χώρες είναι επί του παρόντος επίσημοι υποψήφιοι για ένταξη στην ΕΕ: οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο, Βόρεια Μακεδονία, Αλβανία, Σερβία, καθώς και η Ουκρανία, η Μολδαβία, η Γεωργία και η Τουρκία, συν ένας πιθανός υποψήφιος, το Κοσ

Η Ευρωπαία Επίτροπος για τη Διεύρυνση, Marta Kos, δήλωσε τον Απρίλιο ότι ένας νέος γύρος προσχωρήσεων έως το 2030 είναι «ρεαλιστικός», με την Ουκρανία, τη Μολδαβία, την Αλβανία και το Μαυροβούνιο να βρίσκονται στην πρώτη θέση της λίστας.

Με βάση το ΑΕΠ, οι περισσότερες από αυτές τις οικονομίες είναι σχετικά μικρές. Το 2024, το ΑΕΠ της ΕΕ ανήλθε συνολικά σε 18 τρισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με την Eurostat.

Οι 10 χώρες που επιθυμούν να ενταχθούν διαχειρίστηκαν 1,63 τρισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων τα 1,25 τρισεκατομμύρια ευρώ αντιστοιχούσαν μόνο στην Τουρκία.

Αν εξαιρέσουμε την Τουρκία, οι εννέα υπόλοιπες υποψήφιες χώρες παρήγαγαν συνολικά μόλις 381 δισεκατομμύρια ευρώ, λιγότερα από τα 392 δισεκατομμύρια ευρώ της Δανίας.

Εξαιρουμένων της Τουρκίας, της Ουκρανίας και της Σερβίας, το συνολικό ΑΕΠ των υπόλοιπων επτά χωρών μειώνεται στα 130 δισ. ευρώ, ποσό μικρότερο από το ΑΕΠ των δύο τρίτων περίπου των υφιστάμενων μελών της ΕΕ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA