Κυριακή, 5 Ιανουαρίου 2025
12.1 C
Athens

Επενδυτικό κενό και χαμηλή παραγωγικότητα τα «αγκάθια» για την ελληνική οικονομία

Σημαντικό πρόβλημα παραμένει το επενδυτικό κενό και η χαμηλή παραγωγικότητα στην ελληνική οικονομία, κάτι το οποίο επισημαίνει πλήθος οικονομικών αναλυτών σχετικά με την ελληνική οικονομία. Αν και εμφανίζεται μια τάση μείωσης της απόστασης με την Ευρώπη, το ζήτημα παραμένει υπαρκτό και δείχνει ότι η χώρα μας θα πρέπει να κάνει πολλά βήματα ακόμη

Όπως σημειώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, παρά το γεγονός ότι αυτό έχει περιοριστεί στο 5,4% το 2023 από το σχεδόν διπλάσιο 10,7% το 2019, είναι ακόμη σχετικά υψηλό και ο στόχος πρέπει να είναι ο περιορισμός του και η σύγκλιση του λόγου επενδύσεων/ΑΕΠ με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών υποστηρίζουν δια του προϋπολογισμού ότι το επενδυτικό κενό της Ελλάδας σε σχέση με τις χώρες της Ευρωζώνης,  θα συνεχίσει να περιορίζεται το 2025, για έκτη συνεχή χρονιά.

Ωστόσο, στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, διαπιστώνεται ότι λόγω κυρίως των κοινοτικών πόρων που έχει εξασφαλίσει η Ελλάδα από το 2020 από το Ταμείο ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ 2021 -2027, το επενδυτικό κενό των μπορεί να μειωθεί κατά 74% ως το τέλος του 2026. Συνεπώς, ένα σημαντικό ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι το τι θα συμβεί μετά το τέλος της διάρκειας του Ταμείου Ανάκαμψης.

Ελληνική οικονομία: Επενδυτικό κενό και προβλέψεις

Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να σημειωθεί ότι ως επενδυτικό κενό, ορίζεται η διαφορά του ύψους των επενδύσεων της χώρας, σε σχέση με το ύψος των επενδύσεων, στον μέσο όρο της ΕΕ. Με βάση αυτό το κριτήριο, τα ετήσια στοιχεία της Eurostat και υπολογισμούς του Γραφείου, η κρίση έφερε αντιμέτωπη τη χώρα μας με ένα υψηλό επενδυτικό κενό, το οποίο έφτασε τις 10,7% του ΑΕΠ το 2019. Από το 2019 και μετά, το επενδυτικό κενό άρχισε να αμβλύνεται σταδιακά και σταθερά φτάνοντας τις 5,4 % του ΑΕΠ το 2023. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εξέλιξη των συνολικών επενδύσεων τα έτη 2024-2026, αναμένεται περαιτέρω μείωση του επενδυτικού κενού της χώρας σε 4 ποσοστιαίες μονάδες το 2024, σε 3% του ΑΕΠ το 2025 και σε 2,3% του ΑΕΠ το 2026.

Την ίδια ώρα, οι προβλέψεις για την μεγέθυνση των συνολικών επενδύσεων (δημοσίων και ιδιωτικών) στην Ελλάδα είναι θετικές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Φθινοπωρινές Προβλέψεις (Νοέμβριος 2024) για την Ελλάδα εκτιμά μεγέθυνση των συνολικών επενδύσεων της τάξεως του 7,4% για το 2024, του 8,9% για το 2025 και του 7,1% για το 2026, προβλέψεις αρκετά υψηλότερες από τις αντίστοιχες για την Ευρωζώνη (-1,9% για το 2024, 1,8% για το 2025 και 2,5% για το 2026).

Παρόμοιες είναι και οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ στην Οικονομική Επισκόπηση για το 2024 (Δεκέμβριος 2024), με τον Οργανισμό να προβλέπει για την Ελλάδα ρυθμό μεγέθυνσης των συνολικών επενδύσεων κατά 7,5% το 2024, 8,8% για το 2025 και 9,5% το 2026, προβλέψεις αρκετά υψηλότερες από αυτές για την Ευρωζώνη (-1,8% για το 2024, 0,8% για το 2025 και 2,0% για το 2026).

Ωστόσο, η πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα  αναδεικνύει σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στην ικανότητά τους να καινοτομούν και να αναπτύσσονται.

Παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις στις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον, οι ελληνικές επιχειρήσεις, και ιδιαίτερα οι μικρές και οι μικρομεσαίες, υστερούν στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και στην αύξηση της παραγωγικότητας.

Η χαμηλή παραγωγικότητα στην ελληνική οικονομία

Μια χώρα με χαμηλή παραγωγικότητα, κυριαρχία πολλών και μικρών επιχειρήσεων, έλλειψη επενδύσεων σε υψηλή τεχνολογία, χαμηλή συμμετοχή στην αγορά εργασίας, αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση κι ένα φορολογικό σύστημα που χρειάζεται απλοποίηση, είναι η άλλη όψη της Ελλάδας που προκύπτει από την έρευνα του ΟΟΣΑ.

Επί της ουσίας, η παραγωγικότητα παραμένει χαμηλή παρά την πρόοδο, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Η αύξησή της και η αύξηση της απασχόλησης εξαρτώνται από την ενίσχυση των επενδύσεων και την απόκτηση δεξιοτήτων από τους εργαζομένους. Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις απασχολούν το 47% των εργαζομένων και οι χαμηλές επενδύσεις τους, καθώς και οι περιορισμένες διοικητικές τους ικανότητες, καθυστερούν την αύξηση της παραγωγικότητας.

Από εκεί και πέρα, οι επενδύσεις παραμένουν χαμηλές, παρά την αύξησή τους, και το επενδυτικό κενό με τις χώρες της Ε.Ε. παραμένει μεγάλο. Καθοριστικός είναι ο ρόλος της περιορισμένης χρηματοδότησης και του μεγάλου μεριδίου μικρών επιχειρήσεων.

«Καμπανάκι» κινδύνου

Παράλληλα, αξίζει να υπενθυμιστεί ότι «καμπανάκι» κινδύνου για τη χαμηλή παραγωγικότητα στην Ελλάδα, η οποία συνδέεται άμεσα με τους μισθούς, έκρουσε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) Σπύρος Θεοδωρόπουλος, μιλώντας στο πλαίσιο του φόρουμ που διοργάνωσε πρόσφατα ο ΟΤ.

«Μέσα στους δείκτες που βελτιώνονται δεν είναι η παραγωγικότητα» επισήμανε ο κ. Θεοδωρόπουλος, συμπληρώνοντας πως «Η σκληρή αλήθεια ότι τα εισοδήματα βελτιώνονται σε συνδυασμό με την παραγωγικότητα, αλλιώς θα καταστούμε μη παραγωγικοί».

Στην Ελλάδα, ανέφερε, «έχουμε 38 ευρώ ανά ώρα εργασίας παραγόμενο προϊόν, ενώ στη Γερμανία είναι στα 75 ευρώ και στη Δανία 141 ευρώ». Γι’ αυτό «δεν είναι εύκολο να αυξηθούν οι μισθοί. Εκτός αν καταστούμε μη ανταγωνιστικοί».

Όλα τα παραπάνω προκαλούν προβληματισμό σε σχέση με την πορεία των εξελίξεων στην ελληνική οικονομία κατά τα επόμενα χρόνια.

Πηγή: ΟΤ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA