Θέσπιση νέου πλέγματος κριτηρίων για τα κοινωνικά επιδόματα, για δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών και ενίσχυση των πραγματικά ευάλωτων νοικοκυριών, κίνητρα για ηλεκτρονικές συναλλαγές και επανεξέταση των φοροαπαλλαγών που εφαρμόζονται, σήμερα συστήνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, μέσω της έκθεσής του για τη νομισματική πολιτική.
Να δοθεί προτεραιότητα στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, μέσω της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής επιμένει ο κεντρικός τραπεζίτης για να υπογραμμίσει ότι τα μέτρα που θεσμοθετήθηκαν πρόσφατα όπως η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS και το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα των ελεύθερων επαγγελματιών συμβάλλουν στη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών.
Ωστόσο η ΤτΕ θεωρεί ότι θα πρέπει να ληφθούν πρόσθετα μέτρα και συγκεκριμένα να δοθούν φορολογικά κίνητρα στους καταναλωτές «για τη μη απόκρυψη των συναλλαγών σε κλάδους με αυξημένη φοροδιαφυγή» αλλά και να επαναξιολογηθούν οι φοροαπαλλαγές.
«Τα μέτρα που θεσμοθετήθηκαν πρόσφατα – όπως η πληρέστερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ επιχειρήσεων και ΑΑΔΕ σχετικά με τις ηλεκτρονικές συναλλαγές (μεταξύ άλλων και μέσω της διασύνδεσης των ταμειακών μηχανών και των τερματικών αποδοχής καρτών – POS), το ηλεκτρονικό εμπόριο και οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες και η αλλαγή του τρόπου φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών με την εισαγωγή ενός ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος – αναμένεται να συμβάλουν θετικά στην αποτελεσματικότητα της φορολογικής πολιτικής και στη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών» σημειώνει η ΤτΕ.
Τα μέτρα που έχουν ληφθεί θα μπορούσαν να συνοδευτούν με ικανά φορολογικά κίνητρα προς τους καταναλωτές για τη μη απόκρυψη των συναλλαγών σε κλάδους με αυξημένη φοροδιαφυγή και με την επαναξιολόγηση των υφιστάμενων φοροαπαλλαγών με γνώμονα την καλύτερη στόχευση της κοινωνικής πολιτικής. Συνδυαστικά η προσέγγιση αυτή, όπως τονίζεται στην έκθεση, θα μπορούσε να αποφέρει όχι μόνο αυξημένα φορολογικά έσοδα, αλλά και ενίσχυση της φορολογικής δικαιοσύνης, της αποταμίευσης και των ιδιωτικών επενδύσεων
Φοροαπαλλαγές και επιδόματα
Σημειώνεται ότι σήμερα υπάρχουν 1.064 φοροαπαλλαγές με το ετήσιο κόστος για τον προϋπολογισμό να έχει ανέβει στα 15,5 δισ. Ευρώ. Τα τελευταία χρόνια, στη σκιά της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης προστέθηκαν στη λίστα των απαλλαγών και εκπτώσεων 245 νέες ρυθμίσεις με το συνολικό κόστος για τον προϋπολογισμό να έχει αυξηθεί από 8,96 δισ. ευρώ το Σεπτέμβριο του 2019 στα 15,55 δισ. ευρώ το Σεπτέμβριο του 2023.
Στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων υπάρχουν 239 απαλλαγές και εκπτώσεις που κοστίζουν 5,396 δισ. ευρώ με το μεγαλύτερο ποσό ύψους 3,85 δισ. ευρώ να προέρχεται από το αφορολόγητο όριο για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες. Στο φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων εφαρμόζονται 206 απαλλαγές και εκπτώσεις ύψους 1,846 ευρώ δισ. ευρώ με ωφελούμενες 48.248 επιχειρήσεις.
Στη φορολογία κεφαλαίου καταγράφονται 87 εκπτώσεις και απαλλαγές στον ΕΝΦΙΑ στον Ειδικό Φόρο Ακινήτων, στις μεταβιβάσεις, γονικές παροχές, κληρονομιές και δωρεές ύψους 5,514 δισ. ευρώ.
Παροχές και κοινωνική πολιτική
Στο μέτωπο της κοινωνικής πολιτικής ο κεντρικός τραπεζίτης προτείνει ανατροπές στο υφιστάμενο σύστημα για τα επιδόματα. Όπως αναφέρεται στην έκθεση «σε οικονομίες όπως η ελληνική, στις οποίες υπάρχει εκτεταμένη απόκρυψη των εισοδημάτων, η στόχευση των κοινωνικών δαπανών θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη κριτήρια πέραν των φορολογικών δηλώσεων».
Σύμφωνα με την ΤτΕ «η συνήθης πρακτική χορήγησης επιδομάτων με βάση μόνο τα δηλωθέντα εισοδήματα σε μια οικονομία με αυξημένη φοροδιαφυγή οδηγεί σε ανορθολογική και άδικη χρήση των δημόσιων πόρων. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής των κοινωνικών δαπανών στην Ελλάδα είναι χαμηλός, το οποίο υποδηλώνει ότι οι δαπάνες αυτές διαχέονται σε ευρύτερα εισοδηματικά στρώματα και δεν καταλήγουν στοχευμένα στα κατώτερα μέρη της εισοδηματικής κατανομής».
Για το λόγο αυτό, ο Γιάννης Στουρνάρας συνιστά την ενθάρρυνση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών ενώ όπως αναφέρει τα εν εξελίξει μέτρα ενίσχυσης του τεχνολογικού οπλοστασίου των φορολογικών αρχών συμβάλλουν στον περιορισμό της φοροδιαφυγής και ως εκ τούτου βελτιώνουν τη δυνατότητα στόχευσης των παροχών.
Πηγή: ΟΤ