Η επιβολή πρόσθετων δασμών στην Ινδία από τον Τραμπ, που οδηγεί σε αθροιστικούς δασμούς 50%, δημιουργούν για τους BRICS νέες συνθήκες στο παγκόσμιο εμπόριο και συνολικά την παγκόσμια οικονομία καθώς θέτουν σε πορεία «σύγκρουσης» δύο μεγάλες οικονομίες: Την πρώτη οικονομική δύναμη του κόσμου, τις ΗΠΑ και την Ινδία που φιλοδοξεί και αρκετοί αναλυτές διαβλέπουν ότι θα κατακτήσει τη θέση της τέταρτης μεγαλύτερης οικονομίας.
Παράλληλα, επειδή η απόφαση του Αμερικανού προέδρου ακολουθεί μια ανάλογη στάση εναντίον της Βραζιλίας (50%) και της Νότιας Αφρικής (30%), δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από τη συμμετοχή των τριών χωρών στην ομάδα των BRICS και συνιστά μια «επίθεση» που θέτει σε κίνδυνο το παγκόσμιο εμπόριο καθώς κανείς δεν αγνοεί ότι η Ινδία είναι μια χώρα με εκατοντάδες εκατομμύρια καταναλωτών που σε πιέσεις και περιορισμούς θα αναζητήσει διεξόδους και άλλες επιλογές.
Η κίνηση «σωφρονισμού» και τιμωρίας του Νέου Δελχί απηχεί μια συγκεκριμένη πολιτική στάση του Αμερικανού προέδρου
Πολιτικοί λόγοι και στους BRICS
Βέβαια, πίσω από την επιβολή υψηλών δασμών, σε Ινδία, Βραζιλία και Νότια Αφρική, υπάρχουν και σαφείς πολιτικοί λόγοι.
Η Ινδία τιμωρήθηκε, μόλις χθες, με πρόσθετους δασμούς 25% επειδή η χώρα συνεχίζει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο και η απόφαση αυτή ανεβάζει αθροιστικά τους δασμούς που αντιμετωπίζουν τα ινδικά προϊόντα στο 50%, το υψηλότερο ποσοστό που επιβάλει η Ουάσινγκτον στους εμπορικούς της εταίρους.
Μάλιστα, αυτή η κίνηση «σωφρονισμού» και τιμωρίας του Νέου Δελχί απηχεί μια συγκεκριμένη πολιτική στάση του Αμερικανού προέδρου που αφενός αντανακλά στο σύνθημα και δόγμα «America First» («Πρώτα η Αμερική») και αφετέρου την τακτική του να αξιοποιεί κάθε μέσο και μοχλό πίεσης προκειμένου να φτάσει στο στόχο του.
Στην περίπτωση της Βραζιλίας, ο Ντόναλντ Τραμπ επιμένει σε μια «επιθετική» στάση που δυναμιτίζει μια βασική σταθερά και πρακτική των διεθνών σχέσεων, αυτή της μη εμπλοκής στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών. Ο Αμερικανός πρόεδρος υποστηρίζοντας τον φίλο και πολιτικό του σύμμαχο, κατήγγειλε ανοικτά την βραζιλιάνικη κυβέρνηση για «κυνήγι μαγισσών» στην υπόθεση του πρώην προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρου – ο οποίος αντιμετωπίζει κατηγορία για πραξικόπημα στο Ανώτατο Δικαστήριο – και μάλιστα απαίτησε να σταματήσει η δίωξή του!
Η Νότια Αφρική βρίσκεται ήδη σε διπλωματική «απομόνωση» από την Ουάσιγκτον, σχεδόν από την έναρξη της προεδρικής θητείας του Ντόναλντ Τραμπ. Λίγο αργότερα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο αρνήθηκε να παραστεί στην υπουργική σύνοδο των G20 – στην «οικοδέσποινα» Νότια Αφρική – τον περασμένο Μάρτιο και μόλις τον περασμένο Ιούλιο στην ανάλογη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών και των διοικητών τραπεζών των 20 πιο ανεπτυγμένων οικονομιών του κόσμου στο Ντέρμπαν, οι ΗΠΑ δεν εκπροσωπήθηκαν από τον αρμόδιο υπουργό Σκότ Μπέσεντ αλλά από τον υφυπουργό Οικονομικών, Μάικλ Κάπλαν, σε μια ακόμα απόδειξη «περιφρόνησης».
Επιπλέον, η επιθετική στάση των ΗΠΑ εναντίον της κυβέρνησης του προέδρου Σιρίλ Ραμαφόσα ήταν έκδηλη στην επίσκεψη του Νοτιοαφρικανού ηγέτη στο Λευκό Οίκο, στη διάρκεια της οποίας ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υποδεχθεί τον ΣιρΊλ Ραμαφόζα με (αμφιλεγόμενους) ισχυρισμούς περί «γενοκτονίας των λευκών» και κατασχέσεων γης. Η συνάντηση ήταν σχεδόν «εχθρική», γεγονός που έκανε αρκετούς να τη συγκρίνουν με την επεισοδιακή «υποδοχή» του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Η πίεση που ασκεί ο Ντόναλντ Τραμπ οδηγεί -αντανακλαστικά- τους BRICS σε ανάλογες αντιδράσεις
Το ρίσκο Τραμπ
Βέβαια, η απόφαση Τραμπ είναι μια κίνηση υψηλού ρίσκου γιατί πλήττει άμεσα τα συμφέροντα μεγάλων κρατών και οικονομιών όπως η Ινδία και η Βραζιλία, που έχουν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία, συμμετέχουν σε πολυμερείς θεσμούς και οργανισμούς όπως η ομάδα των G20 (των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου) και έχουν σχεδόν «δεσπόζουσα θέση» σε βασικά αγαθά (commodities) όπως η Βραζιλία στην παραγωγή και στις εξαγωγές σόγιας και καφέ.
Η Ινδία έχει κομβικό ρόλο στην παραγωγή φαρμάκων (γενόσημα) με εξαγωγές που πλησιάζουν τα 30 δισ. ευρώ. Η Ινδία, επίσης, κυριαρχεί στην παραγωγή και στις αποστολές smartphone: Σχεδόν το 44% των συσκευών -μεταξύ των οποίων και αυτές της Apple- που εισάγονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, κατασκευάζονται στην Ινδία !
Όμως αυτή η «ασταθής» πολιτική Τραμπ που φεύγει από τη διαπραγμάτευση ονομάζεται TACO trade ή TACO policy (Trump Always Chickens Out) και σχηματικά αναφέρεται στο μοτίβο εξαγγελίας απειλών και υποχώρησης (στους δασμούς), δεν μπορεί να αποδώσει πάντα.
Ειδικά στην περίπτωση της Ινδίας, που εξαρχής έδειξε να καταβάλει προσπάθειες προσέγγισης αρκετά έγκαιρα: Ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι ήταν μεταξύ των πρώτων που πέρασαν το κατώφλι της προεδρικής κατοικίας στην Ουάσιγκτον, για την ακρίβεια ο δεύτερος μετά τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου.
Εξάλλου, η συνολικά θετική εικόνα – για την εξέλιξη των διμερών εμπορικών συναλλαγών – που δημιουργήθηκε και από την συνάντηση του πρωθυπουργού της Ινδίας με τον στενό (εκείνη την περίοδο) συνεργάτη του Αμερικανού προέδρου, Έλον Μάσκ, ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο με την επίσκεψη του Αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Τζέι ντι Βάνς στην Ινδία τον περασμένο Απρίλιο.
Ήδη, το Νέο Δελχί σχεδιάζει τον τρόπο που θα αντιδράσει απέναντι στην «αδικαιολόγητη» απόφαση Τραμπ και «θα λάβει, όπως κάθε μεγάλη οικονομία, όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διαφυλάξει τα εθνικά της συμφέροντα και την οικονομική της ασφάλεια», σύμφωνα με την ανακοίνωση του ινδικού υπουργείου Εξωτερικών που εκ παραλλήλου «καυτηρίαζε» την Ουάσιγκτον για τις συνεχιζόμενες εισαγωγές πρώτων υλών, όπως ουράνιο και χημικά, από τη Ρωσία.
Κίνηση «μπούμερανγκ»
Ο πρόεδρος της Βραζιλίας Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, αντεπιτέθηκε στις απειλές Τραμπ κάνοντας λόγο για «εκβιασμό» και υποστηρίζοντας ότι αυτές δεν έχουν κανένα νόημα, όπως και οποιαδήποτε συνομιλία για τους δασμούς. «Την ημέρα που η διαίσθησή μου λέει ότι ο Τραμπ είναι έτοιμος να μιλήσει, δεν θα διστάσω να τον καλέσω», δήλωσε ο Βραζιλιάνος πρόεδρος σε αποκλειστική συνέντευξη του στο πρακτορείο Reuters. «Αλλά σήμερα η διαίσθησή μου λέει ότι δεν θέλει να μιλήσει. Και δεν θα ταπεινώσω τον εαυτό μου».
Ο ίδιος ο πρόεδρος Λούλα κάλεσε τα κράτη των BRICS σε κοινή στάση απέναντι στους αμερικανικούς δασμούς κάτι που δεν ακούγεται για πρώτη φορά. Όπως επίσης και η επιδίωξη αρκετών μελών της ομάδας του «Παγκόσμιου Νότου» να απαντήσουν με ενιαίο τρόπο σε αυτό που ο Βραζιλιάνος πρόεδρος χαρακτηρίζει «αυτοκρατορική συμπεριφορά».
Τον περασμένο Δεκέμβριο στη Σύνοδο Κορυφής των BRICS στο Καζάν της Ρωσίας, η ρωσική προεδρία απαντώντας στον πρόεδρο των ΗΠΑ ότι θα επιβάλει δασμούς στις χώρες της ομάδας των BRICS εάν δημιουργήσουν το δικό τους νόμισμα, έστειλε ένα σαφές μήνυμα στην Ουάσιγκτον διευκρινίζοντας ότι οποιαδήποτε προσπάθεια των ΗΠΑ να εξαναγκάσουν τις χώρες να χρησιμοποιούν το δολάριο θα γυρίσει «μπούμερανγκ».
Σε κάθε περίπτωση, η πίεση που ασκεί ο Ντόναλντ Τραμπ οδηγεί -αντανακλαστικά- σε ανάλογες αντιδράσεις και ενισχύει την απόφασή τους -αρχικά τουλάχιστον των τριών κρατών- να απαντήσουν ενιαία στους υψηλούς δασμούς.
Η επίσκεψη του Ινδού πρωθυπουργού στην Κίνα εντός του Αυγούστου είναι μια ευκαιρία για να εξεταστούν οι δυνατότητες αλλά και τα όρια των μέτρων που μπορεί να ληφθούν. Το ταξίδι του Ναρέντρα Μόντι στο Πεκίνο, μετά από επτά χρόνια που εν πολλοίς «ομαλοποιεί» τις σχέσεις των δύο πολυπληθέστερων κρατών του πλανήτη, μπορεί να είναι μια ένδειξη…
Πηγή: ΟΤ