Οι άνθρωποι και φυσικά οι εργαζόμενοι είναι πεπεισμένοι ότι η ζωή τους θα βελτιωνόταν αν μπορούσαν να ανέβουν μερικά σκαλοπάτια στη σκάλα του εισοδήματος.
Ποιο θα ήταν το ακριβές ποσό το οποίο θα μας έκανε πραγματικά ευτυχισμένους; Το ζήτημα είναι η ευχέρεια για το κάτι παραπάνω; Πόσο θα έπρεπε να διαμορφωθεί ο μισθός;
Μια νέα έρευνα από την εταιρεία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών Empower έθεσε το ερώτημα σε περίπου 2.000 άτομα
Πολλές μελέτες έχουν βρει μια σχέση μεταξύ του εισοδήματος και της ευτυχίας, τόσο όσον αφορά την καθημερινή διάθεση όσο και τη μακροπρόθεσμη ικανοποίηση από τη ζωή. Η ύπαρξη περισσότερων χρημάτων θα βοηθούσε πολλούς ανθρώπους να αντέξουν οικονομικά τα απαραίτητα, και κατά μέσο όρο, οι πλουσιότεροι άνθρωποι δηλώνουν πιο ευτυχισμένοι.
Πόσα ακριβώς περισσότερα χρήματα πιστεύουμε ότι χρειαζόμαστε για να είμαστε ευτυχισμένοι;
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences πέρυσι και αναδημοσιεύουμε από τη Wall Street Journal, διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι που έλαβαν τυχαία 10.000 δολάρια έτειναν να έχουν μια ώθηση ευτυχίας (σ.σ. Happiness Boost) που διήρκεσε τουλάχιστον έξι μήνες.
Τα 2 εκατομμύρια δολάρια που δόθηκαν συνολικά για τη μελέτη δόθηκαν από ένα πλούσιο ζευγάρι, το οποίο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, δημιούργησε 225 φορές περισσότερη ευτυχία από ό,τι αν είχαν κρατήσει οι ίδιοι τα χρήματα.
Στην έρευνα, οι περισσότεροι άνθρωποι δήλωσαν ότι θα χρειαζόταν μια αρκετά σημαντική αύξηση του μισθού για να προσφέρουν ικανοποίηση. Οι ερωτηθέντες, οι οποίοι είχαν μέσο μισθό 65.000 δολάρια ετησίως, δήλωσαν ότι ένας μέσος μισθός 95.000 δολαρίων θα τους έκανε ευτυχισμένους και λιγότερο αγχωμένους. Οι υψηλότερα αμειβόμενοι, με μέσο εισόδημα 250.000 δολαρίων, έδωσαν μια μέση απάντηση 350.000 δολαρίων.
Αντικειμενικά για να ήταν ευτυχισμένοι οι ερωτηθέντες χρειάζονταν αύξηση 50% – Θα πάρουν 3,9%
Οι εργοδότες σχεδιάζουν μια μέση αύξηση των μισθών κατά 3,9% το 2024 για τους μη συνδικαλισμένους υπαλλήλους, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας συμβούλων Mercer. Στην έρευνα της Empower, οι Αμερικανοί δήλωσαν ότι για να είναι ευτυχισμένοι, θα χρειάζονταν σχεδόν 50% αύξηση.
Το πόσο πιο ευτυχισμένο θα έκανε κάθε άτομο μια αύξηση 3,9% ή 50% είναι δύσκολο να προσδιοριστεί, δήλωσαν οι ερευνητές.
Μια άλλη, από το Review of Economic Studies του 2020, εξέτασε τους νικητές λαχείων στη Σουηδία, των οποίων τα βραβεία ήταν κυρίως μεταξύ 100.000 και 500.000 δολαρίων. Ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή τους περισσότερο από μια δεκαετία μετά το απρόσμενο κέρδος τους, σε σύγκριση με τους παίκτες του λαχείου που δεν κέρδισαν κανένα βραβείο ή ένα μικρό.
Το μέγεθος της επίδρασης μιας αύξησης, ωστόσο, μπορεί να μην είναι καθοριστικό για τη ζωή.
«Ο αντίκτυπος των χρημάτων στην ευτυχία δεν είναι τόσο μεγάλος όσο συνήθως υποθέτουν οι άνθρωποι», δήλωσε η Elizabeth Dunn, καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας και συν-συγγραφέας ενός βιβλίου για τα χρήματα και την ευτυχία. «Η ευτυχία καθορίζεται από τόσους πολλούς διαφορετικούς παράγοντες που αλλάζοντας ένα πράγμα, είναι δύσκολο να έχει τεράστιο αντίκτυπο».
Ευτυχία προς πώληση
Περίπου επτά στους 10 ερωτηθέντες στην έρευνα της Empower δήλωσαν ότι συμφωνούν απόλυτα ή κάπως με τη δήλωση αυτή: «Το να έχω περισσότερα χρήματα θα έλυνε τα περισσότερα από τα προβλήματά μου».
Παρόμοια ποσοστά ανθρώπων σε κάθε εισοδηματικό κλιμάκιο αισθάνθηκαν έτσι, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με μισθούς 200.000 δολαρίων και άνω.
Η Dunn δήλωσε ότι πολλοί άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι πιο ευτυχισμένοι αν επικεντρωθούν στους καλύτερους τρόπους χρήσης των χρημάτων που έχουν, αντί να προσπαθούν να αποκτήσουν περισσότερα από αυτά.
«Αυτό είναι κάτι που ξέρουμε ότι κάνει τη διαφορά και που οι άνθρωποι έχουν τον έλεγχο σε άμεσο χρονικό διάστημα», δήλωσε.
Η Dunn δήλωσε ότι πολλοί άνθρωποι δίνουν υπερβολική έμφαση στα χρήματα, σε σχέση με άλλες μεταβλητές, ως δρόμο προς την ικανοποίηση. Η έρευνά της δείχνει ότι όσοι δίνουν προτεραιότητα στο χρόνο έναντι των χρημάτων τείνουν να είναι πιο ευτυχισμένοι στη ζωή τους.
Λίγο περισσότερο
Και μόλις κάποιος φτάσει σε μια νέα μισθολογική βαθμίδα, συχνά αρχίζει να εστιάζει στην επόμενη, καθώς ο στόχος του επαναπροσδιορίζεται.
«Μπορεί να φαντάζονται ότι μόλις πάρουν τον υψηλότερο μισθό, τότε αυτό θα είναι αρκετό», δήλωσε ο Matt Killingsworth, ανώτερος συνεργάτης στη Σχολή Wharton του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, ο οποίος μελετά τα αίτια της ευτυχίας. «Στην πραγματικότητα, μόλις φτάσουν εκεί, μάλλον θα θέλουν λίγο περισσότερα».
Ακόμη και οι πολύ πλούσιοι άνθρωποι σκέφτονται έτσι. Μια μελέτη του 2018 ζήτησε από εκατομμυριούχους να βαθμολογήσουν την ευτυχία τους σε μια κλίμακα από το ένα έως το 10 και, αν δεν έλεγαν 10, να προβλέψουν πόσα χρήματα θα χρειάζονταν για να ανέβουν ένα βαθμό ψηλότερα. Λίγο περισσότεροι από τους μισούς από όσους είχαν καθαρή αξία 10 εκατομμυρίων δολαρίων ή περισσότερο είπαν ότι ο πλούτος τους θα έπρεπε να αυξηθεί κατά τουλάχιστον 50%.
«Είναι μέρος αυτού που κάνει τους ανθρώπους καταπληκτικούς», δήλωσε ο Killingsworth για την παρόρμηση να συνεχίσουν να προοδεύουν. «Αλλά σημαίνει επίσης ότι σπάνια κοιτάμε μια πτυχή της ζωής μας και λέμε: Να αυτό είναι απολύτως τέλειο».
Ως επίλογος καλό είναι να τονιστεί πως υπάρχει σαφές μισθολογικό χάσμα στην Ελλάδα με τις ΗΠΑ, με την Ελλάδα να είναι πρωταθλήτρια στις χαμηλότερες αμοιβές σε όλη την Ευρώπη, έχοντας πολύ ακριβό κόστος διαβίωσης. Ο μέσος ετήσιος μισθός της πρώτης Ισλανδίας είναι στα 73.642 ευρώ, ενώ στην Ελλάδα είναι 24.067 ευρώ.