Η κακή αρχή έγινε όταν ανεχθήκαμε τήν άρνηση της Αλβανίας νά εφαρμόσει τήν υπογραφεισα συμφωνία μέ τήν Ελλάδα γιά τήν οριοθέτηση θαλασσίων ζωνων στό Ιόνιο…
Μιά χώρα μικρή καί ανίσχυρη προέβαλε μιά προσχηματική δικαιολογία, ότι τό συνταγματικό της δικαστήριο δέν ειχε απαρτία (!), καί κατήργησε μονομερως τήν συμφωνία. Ακόμη αυτή η οριοθέτησις ειναι «στόν αέρα», μέ τήν ελληνική Κυβέρνηση νά θριαμβολογει ότι συνεφώνησαν τά Τίρανα η «διαφορά» νά οδηγηθει στό διεθνές δικαστήριο της Χάγης. Τό ερώτημα ειναι: ποιά διαφορά; Διότι, μέ βάση τήν συμφωνία του 2009, διαφορά δέν υπάρχει. Απλως η Αλβανία αρνειται νά τήν εφαρμόσει. Καί εμεις, αντί νά τήν εγκαλέσουμε γιά αυτό, δεχθήκαμε ότι υπάρχει διαφορά! Δώσαμε όμως έτσι τήν χειρότερη δυνατή ένδειξη προθέσεων, όχι μόνον πρός τήν Αλβανία, αλλά καί πρός όλες τίς χωρες πού μας περιβάλλουν. Δείξαμε ότι είμαστε χώρα πού στερειται αποφασιστικότητος καί ειναι έτοιμη νά υποχωρήσει πρό πάσης αντιδράσεως.
Του Ευθ. Π. Πέτρου
Από τότε άλλως τε υποχωρουμε συνεχως. Μπορει νά επικαλούμεθα μέ κάθε ευκαιρία τό Διεθνές Δίκαιο, αλλά ουδέποτε δείξαμε ότι είμαστε πρόθυμοι νά επιβάλουμε τήν εφαρμογή του. Καί άν δέν επιβάλουμε εμεις τήν εφαρμογή του Διεθνους Δικαίου στά ζητήματα πού άπτονται της κυριαρχίας καί των κυριαρχικων μας δικαιωμάτων, από ποιόν περιμένουμε νά τό πράξει; Δέν αρκει νά κόπτεται η ελληνική Κυβέρνησις ότι «δέν παράγουν νομικό αποτέλεσμα» οι πράξεις Τούρκων, Λιβύων, Αιγυπτίων κ.λπ. πού αμφισβητουν τά δικαιώματά μας, διότι εν τέλει παράγουν ουσιαστικό αποτέλεσμα. Κατά θάλασσαν μας έχουν κλείσει στήν ζώνη των χωρικων μας υδάτων.
Στά έξι μίλια. Έξω από αυτά αλωνίζουν άλλοι. Καί εμεις καθόμαστε καί τούς κοιταμε. Μόλις χθές οι Τουρκοι απηγόρευσαν τήν πόντιση καλωδίου στήν θάλασσα της Κύπρου καί ανεχθήκαμε τήν απαίτησή τους νά τούς ζητειται η άδεια γιά οποιαδήποτε ενέργεια. Σέ λίγο δέν θά μπορουμε νά συνδέσουμε μεταξύ τους ελληνικά νησιά όπως η Κως καί η Σάμος, Μήν πουμε γιά Καστελλόριζο ή γιά Σύμη. Γιά νά μήν φθάσουμε εκει, θά πρέπει νά αντιδράσουμε. Θά υπάρξουν βεβαίως, καί στήν περίπτωση αυτή, οι «καλοθελητές» πού θά προβάλουν τόν υποβολιμαιο ισχυρισμό: «Καί τί νά κάνουμε; Πόλεμο;».
Ασφαλως καί δέν χρειάζεται νά κάνουμε πόλεμο, αλλά ούτε καί πρόκειται νά σημάνει πόλεμο μιά δυναμική αντίδρασις από τήν πλευρά μας. Άν, γιά παράδειγμα, στείλουμε πολεμικά πλοια όταν η Λιβύη εξουσιοδοτήσει έρευνες σέ περιοχές της ΑΟΖ μας. Δέν έγινε άλλως τε πόλεμος όταν η Τουρκία έστειλε πολεμικά νά σταματήσουν τήν πόντιση του καλωδίου ηλεκτρικης διασυνδέσεως στήν Κάσο, ούτε όταν η δική μας φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκας» έτρεψε εις φυγήν τουρκικό ερευνητικό στήν θάλασσα του Καστελλορίζου πρίν λίγα χρόνια. Στήν πολύπλοκη εποχή στήν οποία στήν οποία ζουμε, ο πόλεμος δέν ξεσπα από τήν μία στιγμή στήν άλλη. Τό σύνηθες ειναι νά έχουμε τήν εκδήλωση μιας κρίσεως, η κλιμάκωσις της οποίας συνήθως αποσοβειται, ενίοτε μέ παρέμβαση του διεθνους παράγοντος. Τό ζήτημα ειναι νά έχει η χώρα σχέδια καί μηχανισμούς γιά τήν αντιμετώπιση των προκλήσεων πού μπορει νά ανακύψουν. Νά ειναι έτοιμη νά χρησιμοποιήσει διπλωματικά καί στρατιωτικά μέσα (ο συνδυασμός καί των δύο ειναι απαραίτητος) ώστε νά επιβάλει τίς θέσεις της.
Στήν δική μας περίπτωση, οι θέσεις πού πρέπει νά επιβάλουμε ειναι τό Διεθνές Δίκαιο. Καί, όπως προαναφέραμε, άν δέν τό κάνουμε εμεις, δέν θά τό κάνει κανείς γιά λογαριασμό μας. Έλεγε πρό ετων ο Θεόδωρος Πάγκαλος ότι προτιμα έναν καλό διπλωμάτη από ένα σύνταγμα πεζικου. Η αλήθεια ειναι ότι χρειαζόμαστε καί τόν καλό διπλωμάτη καί τό σύνταγμα πεζικου. Ειναι απαραίτητο νά είμεθα πειστικοί πρός κάθε κατεύθυνση, προβάλλοντας ότι οι δηλώσεις καί τά σχόλια του Υπουργείου Εξωτερικων δέν ειναι απλως «έπεα πτερόεντα». Διότι μέχρι στιγμης τέτοια τά θεωρουν οι ηγέτες των χωρων πού μας περιβάλλουν καί γι’ αυτό δέν μας παίρνουν καί στά σοβαρά.