Με αυξανόμενους ρυθμούς συνεχίζονται οι εξαγωγές φράουλας, οι οποίες από την αρχή του χρόνου καταγράφουν ανοδική πορεία κατά 6,5%.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Φρούτων και Λαχανικών Incofruit Hellas, από την αρχή του χρόνου μέχρι τις 15/2/2024 οι εξαγωγές φράουλας ανήλθαν σε 7.420 τόνους έναντι 6.968 τόνων το αντίστοιχο διάστημα 2023, με τη ζήτηση να σταθεροποιείται,
«Αυτή τη στιγμή, η κρίση της Ερυθράς Θάλασσας ασκεί πίεση στη διεθνή διακίνηση εμπορευμάτων και όσον αφορά τον κλάδο το ερώτημα, εάν ο όγκος φρούτων που αποστέλλονταν από την Αίγυπτο σε άλλες ηπείρους θα καταλήξουν να ανακατευθυνθούν στην Ευρώπη. Περίπου το 20% της παραγωγής της Αιγύπτου είχε προορισμό αγορές στην Ασία Το ίδιο πρόβλημα αλλά σε μικρότερο ποσοστό ισχύει και για το Μαρόκο», σχολιάζει ο ειδικός σύμβουλος του Συνδέσμου Γιώργος Πολυχρονάκης.
Τα πορτοκάλια και οι φράουλες που φτάνουν στην Ε.Ε. πρέπει να πληρούν τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς. «Είναι γνωστό ότι τα φρούτα καλλιεργούνται ανάλογα με την αγορά προορισμού, επειδή δεν έχουν όλες οι χώρες τα ίδια ΑΟΚ ή δεν επιτρέπουν τις ίδιες δραστικές ουσίες, χρειάζονται αυξημένοι έλεγχοι στα εισαγόμενα στην Ε.Ε. φρούτα και λαχανικά», σχολιάζει ο κ. Πολυχρονάκης.
Τα πορτοκάλια και οι φράουλες που φτάνουν στην Ε.Ε. πρέπει να πληρούν τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς
Τα μήλα
Με χαμηλούς ρυθμούς συνεχίζονται η εξαγωγή μήλων, η οποία από 1/9/23-16/2/24 ανέρχεται σε 22.614 έναντι 44.674 τόνων την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.
Προς Αίγυπτο κατευθύνθηκαν 10.112. τόνοι έναντι 29.040 τόνων πέρσι, προς Σαουδική Αραβία 1.308 τόνοι έναντι 1.769 τόνων, προς Ιορδανία 1.263 τόνοι έναντι 3.729 τόνων.
«Αυτή η μειωμένη ροή των εξαγωγών σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερα αυξημένες εισαγωγές μήλων το ίδιο χρονικό διάστημα που ανήλθαν σε 14.937 τόνους έναντι 4.060 πέρσι, εκ των οποίων 8.275 τόνοι ήταν από Βόρεια Μακεδονία, 2.044 τόνοι από Σερβία και 2.360 τόνοι από Πολωνία σε Πέλλα, Λάρισα, Κοζάνη κ.ά δημιουργεί ερωτήματα. Η τυχόν ελληνοποίησή τους και διάθεση τους στην εγχώρια αγορά αλλά και σε περιπτώσεις εξαγωγής εφιστάται αφ ενός να αναγράφεται η χώρα καταγωγής τους και να συνοδεύονται από αναλύσεις τους για υπολείμματα φυτοφαρμάκων», τονίζει ο κ. Πολυχρονάκης.
Αγγούρια και ντομάτες
Από 1/9/23-16/2/24 η εξαγωγή αγγουριών ανέρχεται σε 40.747 τόνους έναντι 39.414 την αντίστοιχη περίοδο 2022/23 καταγράφοντας άνοδο κατά 3,2%.
Επίσης η εξαγωγή ντοματών (από 1/1/2024-15/2/2024) ανήλθε σε 3.766 τόνους έναντι 4.869 τόνων το αντίστοιχο διάστημα 2023. Αντίστοιχα, από 1/9/23-15/2/24 οι εισαγωγές ντομάτας στη χώρα μας αυξήθηκαν, οι οποίες ανήλθαν σε 10.995 τόνους έναντι 4.834 τόνων το 2022/23, εκ των οποίων από Τουρκία εισήχθησαν 7.369 τόνοι έναντι 3.181 τόνων πέρσι.
Τα εσπεριδοειδή
Μειωμένη κατά 12,7% καταγράφεται η εξαγωγή πορτοκαλιών, η οποία φτάνει τους 171.636 τόνους έναντι 196.655 τόνων πέρσι.
Αντίστοιχα, η εξαγωγή μανταρινιών ανέρχεται στους 124.350 τόνους, μειωμένες κατά 14,3% έναντι 145.014 τόνων την περίοδο 2022/23.
Εντύπωση προκαλεί – όπως σχολιάζουν οι εξαγωγείς – η εισαγωγή πορτοκαλιών, η οποία από 1/1/24 ανέρχεται σε 472 τόνους εκ των οποίων οι 411 τόνοι ήταν από Αίγυπτο.
Τα ακτινίδια
Οι εξαγωγές ακτινιδίων από 1/9/2023 έως και 16/2/2024 ανέρχονται σε 139.529 τόνους (μειωμένες κατά 1,6%) έναντι 141.775 τόνων το αντίστοιχο διάστημα 2022/23. Από τις ποσότητες αυτές προς Καναδά εξήχθησαν 5.72 τόνοι έναντι 4.704 τόνων πέρσι, προς ΗΠΑ 13.011 τόνοι έναντι 10.959 τόνων, προς Ισπανία 22.241 τόνοι έναντι 21.481 τόνων και προς Ιταλία 22.561 τόνοι έναντι 15.704 τόνων, συμπεριλαμβανομένων και φορτίων για βιομηχανική χρήση (προς Ιταλία, κ.α. σε άλλους προορισμούς).
Παράλληλα, συνεχίστηκαν οι εισαγωγές ακτινιδίων, οι οποίες από 1/9/23-16/2/24 ανήρθαν σε 1.921 τόνους εκ των οποίων οι 1.158 τόνοι κατευθύνθηκαν προς Πέλλα. Επίσης, 623 τόνοι είναι προέλευσης Ιράν και 621 τόνοι Τουρκίας.
«Εκτιμάται ότι η αποφυγή της διαδρομής Ερυθράς θάλασσας μέσω Σουέζ έχει επιβαρύνει τις εξαγωγές ακτινιδίων μας προς την Ασία, με αύξηση του κόστους μεταφοράς και του χρόνου παράδοσης με επί πλέον 10-12 ημέρες αλλά και το κόστος μεταφοράς προς άλλους υπερπόντιους προορισμούς», σημειώνει ο κ. Πολυχρονάκης.