Κυριακή, 10 Αυγούστου 2025
28 C
Athens

Γιατί οι φτωχότερες και όχι οι πλουσιότερες χώρες «πλήρωσαν τη νύφη» των δασμών;

Μπορεί κάποιες κυβερνήσεις ανεπτυγμένων κρατών να νιώθουν μια ανακούφιση που οι ΗΠΑ αρκέστηκαν σε ένα ποσοστό επιβολής δασμών 10% έως 15% στις εισαγωγές προϊόντων τους, όπως Νότια Κορέα, Ιαπωνία και ΕE, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο για τις φτωχότερες χώρες.

Για δεκαετίες, οι ΗΠΑ και άλλες πλούσιες χώρες παρείχαν ειδικά εμπορικά προνόμια σε πολλές φτωχές χώρες, μειώνοντας τους δασμούς και αυξάνοντας την πρόσβαση στις αγορές, ώστε να δώσουν στις αναδυόμενες χώρες ένα χέρι βοήθειας.

Μέχρι το 2020, πολλές φτωχές χώρες, όπως η Καμπότζη και το Μπανγκλαντές, επωφελούνταν από μια ειδική ρύθμιση γνωστή ως Γενικευμένο Σύστημα Προτιμήσεων (GSP), που καταργούσε τους εμπορικούς δασμούς σε προϊόντα από περισσότερες από 100 από τις φτωχότερες χώρες και περιοχές του κόσμου.

Οι χαμηλοί μισθοί έχουν μετατρέψει κάποιες από αυτές, όπως το Μπανγκλαντές και το Βιετνάμ, σε βιομηχανικές δυνάμεις, αλλά οι πολίτες τους δεν μπορούν να αντέξουν ακριβά αμερικανικά προϊόντα, πράγμα που σημαίνει ότι συχνά έχουν μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα με τις ΗΠΑ.

Αυτή η κατάσταση όμως δεν γίνεται πλέον αποδεκτή από την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, σύμφωνα με τη The Wall Street Journal που καταγράψει αύξηση των δασμών σε φτωχές χώρες.

Δύο από τις φτωχότερες χώρες της Ασίας, η Μιανμάρ και το Λάος, δέχθηκαν δασμούς 40%, κάτι που μπορεί να αποδειχθεί μοιραίο για τις εξαγωγές τους στις ΗΠΑ, οι οποίες περιλαμβάνουν προϊόντα όπως έπιπλα και ενδύματα. Η μικρή Καμπότζη, μεγάλος εξαγωγέας ενδυμάτων προς τις ΗΠΑ, δέχθηκε δασμούς 19%, γεγονός που προκάλεσε έντονη ανησυχία στη βιομηχανία ένδυσης της χώρας.

Η Αλγερία και η Λιβύη αντιμετωπίζουν δασμούς 30% στις εξαγωγές τους προς τις ΗΠΑ, ενώ τα προϊόντα του Ιράκ θα επιβαρύνονται με 35%. Από τους υψηλότερους δασμούς ήταν το ποσοστό 41% στα προϊόντα από τη Συρία. Έχοντας ζήσει επί χρόνια υπό τιμωρητικές κυρώσεις, η χώρα εξάγει ελάχιστα στις ΗΠΑ. Το ποσοστό αυτό είναι ακόμη υψηλότερο από τον δασμό 39% στην Ελβετία, μία από τις λίγες πλούσιες χώρες που επλήγησαν σοβαρά.

O Λευκός Οίκος επιβεβαίωσε ότι η Νότια Αφρική θα δεχθεί δασμούς 30%, παρά τις πολύμηνες προσπάθειες των Νοτιοαφρικανών αξιωματούχων να τους μειώσουν.

Γιατί αυτή η αδικία;

Οι οικονομολόγοι και οι εμπορικοί αξιωματούχοι συχνά αναρωτιούνται γιατί κάποιες χώρες αποφεύγουν το πλήγμα, ενώ άλλες το δέχονται.

Όπως υπογραμμίζει το αμερικανικό δημοσίευμα, σε μια νέα εποχή «σκληρών» εμπορικών διαπραγματεύσεων, αυτές οι φτωχότερες χώρες είχαν τη μικρότερη διαπραγματευτική ισχύ απέναντι σε μια χώρα του μεγέθους των ΗΠΑ.

Επιπλέον, ο πρόεδρος έχει απαιτήσει οι εμπορικοί εταίροι να επενδύουν στις ΗΠΑ, όμως λίγες αναπτυσσόμενες χώρες διαθέτουν την οικονομική δύναμη για να ανταγωνιστούν τις εκατοντάδες δισεκ. δολ. που έχουν υποσχεθεί να επενδύσουν η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Ε.Ε. στην αμερικανική οικονομία.

Ορισμένες χώρες με γεωπολιτικό ή οικονομικό βάρος για τις ΗΠΑ γλίτωσαν τους χειρότερους δασμούς. Οι ΗΠΑ δεν επέβαλαν δασμούς υψηλότερους από το βασικό 10% στη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ ή τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα – παραγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου, των οποίων οι ηγέτες έχουν στενές σχέσεις με τον Τραμπ.

«Αυτό έχει αφήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες με πολύ υψηλούς δασμούς», δήλωσε η Ντέμπορα Έλμς, επικεφαλής εμπορικής πολιτικής στο Hinrich Foundation, μια ασιατική δεξαμενή σκέψης. «Είναι μια σημαντική αλλαγή, ειδικά για τη μεταχείριση των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών» προσέθεσε.

Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως με το Βιετνάμ, αναπτυσσόμενες χώρες βρέθηκαν στο στόχαστρο του Λευκού Οίκου λόγω των στενών εμπορικών και διπλωματικών δεσμών τους με την Κίνα. Άλλες φορές, ο Τραμπ εξέφρασε οργή για την εσωτερική τους πολιτική.

Επέβαλε δασμούς 50% σε ορισμένα προϊόντα της Βραζιλίας, όπως ο καφές, επικαλούμενος ως αιτία νομικές ενέργειες κατά του πρώην ακροδεξιού προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρου και κατά αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA