Σε χρονιά ασυνήθιστα υψηλής γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας εξελίσσεται το 2025 επηρεάζοντας το παγκόσμιο οικονομικό κλίμα λόγω της συνεχιζόμενης κλιμάκωσης των εμπορικών εντάσεων και της ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή. Ένα «νέο πληθωριστικό σοκ» δεν μπορεί να αποκλειστεί με τις αντοχές των ελληνικών νοικοκυριών να λιγοστεύουν παραδομένα στην ακρίβεια που τα έχει «γονατίσει».
Αστάθεια στις διεθνείς χρηματαγορές, σημαντική αύξηση στα ασφάλιστρα κινδύνου διακίνησης πετρελαίου και φυσικού αερίου, δυσμενείς συνθήκες για το διεθνές εμπόριο, μείωση προβλεψιμότητας για επενδυτές και νοικοκυριά «απειλούν με ένα νέο πληθωριστικό κύμα και επιβράδυνση της ανάπτυξης», σημειώνει, μεταξύ άλλων, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην τριμηνιαία έκθεσή του.
Με τρόμο παρακολουθούν τις γεωπολιτικές εξελίξεις τα νοικοκυριά βλέποντας την ακρίβεια να «καταπίνει» τα εισοδήματά τους
Η επιβολή ευρείας κλίμακας δασμών από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τα αντίμετρα από άλλες χώρες έχουν αποσταθεροποιήσει το διεθνές εμπόριο και έχουν επηρεάσει αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα παγκοσμίως.
Προκλήσεις και ρίσκα
Μέσα σε αυτό το διεθνές περιβάλλον σημαντικών προκλήσεων και ρίσκων, «η ελληνική οικονομία διατηρεί την ανοδική της πορεία με οδηγό τις καλές δημοσιονομικές επιδόσεις και την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών», σύμφωνα με την έκθεση. Όμως, ο δρόμος είναι μακρύς και έχει πολλά εμπόδια να ξεπεραστούν.
«Η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας μέσω επενδύσεων, καινοτομίας και παραγωγικότητας της οικονομίας είναι ο ασφαλέστερος δρόμος για την σύγκλιση του εισοδήματος των πολιτών της χώρας με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο και την διατήρηση ισχυρής ανάπτυξης και μετά το 2026.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι απαραίτητο να ενταθούν οι προσπάθειες για μεταρρυθμίσεις, βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου τομέα, απλοποίηση ρυθμιστικών πλαισίων για προσέλκυση επενδύσεων, και με οδηγό την δημοσιονομική σύνεση, αξιοποίηση του δημοσιονομικού χώρου για ενίσχυση της παραγωγικής δυναμικής της χώρας».
Αναθεώρηση προς τα κάτω της ανάπτυξης
Στο μεταξύ, η επικαιροποιημένη βασική εκτίμηση του Γραφείου για τον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ για το 2025 αναθεωρήθηκε οριακά προς τα κάτω, στο 2,2%, με εύρος πρόβλεψης μεταξύ 2,1% και 2,3%.
Η αναθεώρηση οφείλεται σε δύο πηγές αβεβαιότητας που ενδεχομένως θα επιδεινώσουν το επενδυτικό κλίμα και την καταναλωτική εμπιστοσύνη. «Αφενός η συνεχιζόμενη ρητορική περί επιβολής δασμών και αφετέρου η πρόσφατη ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή».
Η παγκόσμια οικονομία
Τριγμούς στην παγκόσμια ανάπτυξη προκαλεί η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ. Το ΔΝΤ (Αρπίλιος 2025) αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις του. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 2,8% για το 2025 και 3,0% για το 2026, με την πρόβλεψη για το 2025 να είναι κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη σε σχέση με εκείνη του Ιανουαρίου και κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη για το 2026.
Σε υποβάθμιση των προβλέψεών του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας προχώρησε ο ΟΟΣΑ, στην πρόσφατη επικαιροποίηση των προβλέψεών του. Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία, η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2,9% τόσο το 2025 όσο και το 2026 — έναντι 3,1% και 3,0% αντίστοιχα, σύμφωνα με την πρόβλεψη του Μαρτίου.
Για την Ευρωζώνη, το ΔΝΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις για το 2025 και 2026. Για το 2025 προβλέπει ρυθμό μεγέθυνσης 0,8% (από 1,0% στην έκθεση του Ιανουαρίου), ενώ για το 2026 η πρόβλεψη διαμορφώνεται στο 1,2% (από 1,4% στην προηγούμενη πρόβλεψη).
ΟΟΣΑ, ΕΕ, ΕΚΤ
Ο ΟΟΣΑ διατήρησε σταθερή τη πρόβλεψη για την Ευρωζώνη τόσο για το 2025 όσο και για το 2026. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση για το 2025 διαμορφώθηκε στο 1,0% και για το 2026 στο 1,2%.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές προβλέψεις της αναθεώρησε προς τα κάτω τις προοπτικές της Ευρωζώνης με τον ρυθμό μεγέθυνσης να διαμορφώνεται σε 0,9% για το 2025 (από 1,3% στις Φθινοπωρινές Προβλέψεις) και σε 1,4% για το 2026 (από 1,6% στις προηγούμενες προβλέψεις).
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) σύμφωνα με τις πρόσφατες μακροοικονομικές προβλέψεις (Ιούνιος 2025), διατήρησε αμετάβλητη την πρόβλεψη για τον ρυθμό μεγέθυνσης της Ευρωζώνης για το 2025 στο 0,9%, αναθεώρησε ελαφρώς προς τα κάτω την πρόβλεψη για το 2026 στο 1,1% (από 1,2%) και διατήρησε αμετάβλητη την πρόβλεψη για το 2027 στο 1,3%.
Οι προβλέψεις αυτές επηρεάζονται από την αύξηση των δασμών των ΗΠΑ κατά 10% στις εισαγωγές από την ΕΕ, την έντονη αβεβαιότητα στην εμπορική πολιτική και την πρόσφατη ανατίμηση του ευρώ, τα οποία επιβαρύνουν κυρίως τις εξαγωγές και τις επενδύσεις.
Σημαντικές προκλήσεις
Σε αυτές τις συνθήκες οι προκλήσεις για την ελληνική οικονομία είναι πολυεπίπεδες. Η επιτάχυνση της υλοποίησης μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης μπορεί να ενισχύσει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Ο δρόμος περνά από τις πρόσφατες προτάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Μεταξύ άλλων, αναφέρονται η ανάγκη για ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, επιτάχυνση στο χρόνο απονομής δικαιοσύνης που, παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, παραμένει από τους μεγαλύτερους στην EE, περαιτέρω ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης, αξιοποίηση της πλατφόρμας Strategic Technologies for Europe Platform (STEP) για επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς, και βελτίωση της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες.
Δημοσιονομικό ισοζύγιο
Το δημοσιονομικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης βελτιώθηκε σημαντικά το 2024, και το πρωτογενές ισοζύγιο αναμένεται να διατηρηθεί θετικό και τα επόμενα χρόνια εφόσον η οικονομία επιτυγχάνει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες προβλέπουν ετήσια μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ κατά μια ποσοστιαία μονάδα. Η Ελλάδα μειώνει τον λόγο αυτό με πολύ γρηγορότερους ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, ενώ και οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί μείωσης του χρέους για το μέλλον είναι ευνοϊκές.
Ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις Δημοσίου
Τον Απρίλιο του 2025 καταγράφηκε αύξηση των συνολικών ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου κατά 863 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το Δεκέμβριο του 2024. Ειδικότερα, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν κατά 834 εκατ. ευρώ 12 φτάνοντας τα 3.150 εκατ. ευρώ και οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων αυξήθηκαν κατά 29 εκατ. ευρώ φτάνοντας τα 760 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο στο τέλος του Απριλίου του 2025, διαμορφώθηκε στα 110,8 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 3,8 δισ. ευρώ σε σχέση με τον Απρίλιο του 2024. Σημειώνεται ότι ποσοστό 23,8% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, που αντιστοιχεί σε 26,3 δισ. ευρώ, αφορά σε οφειλές που χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης.
Ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις ασφαλισμένων
Σύμφωνα με την 1η Τριμηνιαία ΄Εκθεση Προόδου ΄Ετους 2025 του ΚΕΑΟ, το σύνολο των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών στο τέλος του Μαρτίου του 2025 διαμορφώθηκε στα 49,7 δισ. ευρώ17, δηλαδή παρουσίασε αύξηση κατά 1,8 δισ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.
Η μεταβολή αυτή οφείλεται σε αύξηση τόσο των κύριων οφειλών (κατά 295 εκατ. ευρώ), όσο και των πρόσθετων τελών (κατά 1,6 δισ. ευρώ).
Κοινωνική πρόνοια
Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025 ο ΟΠΕΚΑ κατέβαλε 645 εκατ. ευρώ, μειώνοντας τη δαπάνη για επιδόματα κατά 31 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Η μεγαλύτερη αύξηση στη δαπάνη παρατηρείται στα αναπηρικά επιδόματα (κατά 10 εκατ. ευρώ), η οποία συνοδεύεται από αύξηση του αριθμού των δικαιούχων κατά 8.819, συγκρίνοντας τον μέσο όρο των δικαιούχων του 2025 με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.
Μικρή αύξηση σημειώθηκε επίσης στο επίδομα γέννησης (κατά 7 εκατ. ευρώ) με τους δικαιούχους του εν λόγω επιδόματος να μειώνονται κατά 782 σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2024, αγγίζοντας τους 10.082 κατά μέσο όρο το 2025.
Μειώσεις επιδομάτων
Αντιθέτως, η μεγαλύτερη μείωση σε όρους δαπάνης καταγράφεται στο επίδομα παιδιού καθώς ο ΟΠΕΚΑ κατέβαλε 94 εκατ. ευρώ κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025, δηλαδή ποσό μειωμένο κατά 24 εκατ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.
Παράλληλα, ο αριθμός των δικαιούχων του συγκεκριμένου επιδόματος άγγιξε το πρώτο τρίμηνο του 2025 τους 237.543 (μέσο πλήθος), σημειώνοντας μείωση κατά 33.893 άτομα σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Χαμηλότερο κατά 17 εκατ. ευρώ είναι επίσης το ύψος της δαπάνης για το επίδομα στέγασης, ενώ το μέσο πλήθος των δικαιούχων του εν λόγω επιδόματος είναι μικρότερο κατά 45.459 σε σχέση το πρώτο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι εκτός των ανωτέρω δαπανών ο ΟΠΕΚΑ διέθεσε το πρώτο τρίμηνο του 2025 7,2 εκατ. ευρώ για την παροχή σχολικών γευμάτων.