Κυριακή, 26 Οκτωβρίου 2025
23.5 C
Athens

Η μετανάστευση εργατικού δυναμικού στην εποχή του λαϊκισμού – Μια σύγκρουση δημογραφίας και πολιτικής

Η εξέλιξη του δημογραφικού στην Ευρώπη έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στις οικονομίες. Ο πληθυσμός γερνάει, τα συνταξιοδοτικά συστήματα στενάζουν και όλοι φοβούνται ότι σύντομα δεν θα υπάρχουν αρκετοί εργαζόμενοι για να παράξουν και κατά συνέπεια να «ταΐσουν» τα δημόσια ταμεία.

Την ίδια ώρα, η Ευρώπη δίνει μια μάχη κατά της μετανάστευσης. Οι Βρυξέλλες και τα κράτη-μέλη προσπαθούν να ανακόψουν τα μεταναστευτικά ρεύματα, είτε κλείνοντας τα σύνορα, είτε με αμφιλεγόμενες διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες, είτε αυστηροποιώντας τα προγράμματα ασύλου, όπως η Ελλάδα. Η μετανάστευση, επίσης, έχει γίνει κρίσιμο στοιχείο των προεκλογικών εκστρατειών. Και επέτρεψε στα κόμματα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς να αυξήσουν τις έδρες τους στα κοινοβούλια, ακόμη και να κυβερνήσουν.

Και όμως, δεν είναι όλοι οι μετανάστες ανεπιθύμητοι…

Ποιους μετανάστες θέλουν

Μπροστά στον κίνδυνο να ξεμείνουν από εργατικά χέρια, πολλές ισχυρές οικονομίες επιλέγουν τι είδους μετανάστες θα δεχθούν. Ακόμη και αν οι κυβερνήσεις τους απέχουν από τον ορισμό του πολιτικού κέντρου, πόσο μάλλον της αριστεράς. Και για να «χρυσώσουν» το χάπι των ψηφοφόρων τους, οι κυβερνήσεις που ανέβηκαν στην εξουσία με αντιμεταναστευτική ρητορική, επιλέγουν τα λεγόμενα προγράμματα φιλοξενούμενων εργαζομένων.

Παράδειγμα, η κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία. Ανέβηκε στην εξουσία με ακροδεξιά ατζέντα. Τη στηρίζουν κόμματα επίσης ακροδεξιά. Και όμως, το 2026 σκοπεύει να εκδώσει 165.000 βίζες εργασίας χαμηλής ειδίκευσης, από 30.000 πριν από πέντε χρόνια. Επίσης, έχει υπογράψει μια συμφωνία κινητικότητας εργατικού δυναμικού με την Ινδία. Μετανάστευση, δηλαδή, αλλά υπό τους όρους της ιταλικής κυβέρνησης.

Αλλά, όπως επισημαίνει ο Economist, και ο Βίκτορ Όρμπαν, που έχτισε τείχος στα σύνορα της Ουγγαρία για να μην μπαίνουν πρόσφυγες και μετανάστες, έχει κάνει το ίδιο. Μέσω προγράμματος φιλοξενούμενων μεταναστών, το 2024 στην Ουγγαρία εργάστηκαν περίπου 78.000 μετανάστες εκτός ΕΕ. Περίπου 92% περισσότεροι από ό,τι το 2019.

Αλλά και η κυβέρνηση Τραμπ, που έχει βγάλει στους δρόμους την περιβόητη ICE, για να συλλαμβάνει μετανάστες, κυρίως υψηλής ειδίκευσης, και στη συνέχεια να τους απελαύνει, υπόσχεται να επιταχύνει τις βίζες για τους αγρότες που προσλαμβάνουν βραχυπρόθεσμους εργαζόμενους.

Σύγκρουση δημογραφίας και πολιτικής

Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, μια ομάδα κυρίως πλούσιων χωρών, απασχόλησε το 2023 περίπου 2,5 εκατομμύρια ασκούμενους, εποχικούς και άλλους προσωρινούς εργαζόμενους, από 1,5 εκατομμύριο το 2014. Μεταξύ αυτών η Γαλλία, η Ιαπωνία και η Ισπανία, που κατέγραψαν απότομες αυξήσεις μεταναστών εργαζομένων.

Αυτό το μοντέλο μετανάστευσης έχει εφαρμοστεί πολύ στα πλούσια σε πετρέλαιο κράτη του Κόλπου και τη Σιγκαπούρη. Τώρα επεκτείνεται σχεδόν παντού.

Ο Economist εντοπίζει την επιτυχία του στη σύγκρουση μεταξύ δημογραφίας και πολιτικής. Ο πλούσιος κόσμος χρειάζεται νέους εργαζόμενους. Παρά το γεγονός ότι οι τεχνοκράτες προειδοποιούν ότι η προσέλκυση λιγότερο μορφωμένων και λιγότερο παραγωγικών εργαζομένων σε μόνιμη βάση μπορεί να είναι προβληματική για την οικονομία, ειδικά στις ευρωπαϊκές χώρες με γενναιόδωρα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας.

Την ίδια ώρα, ο αντιμεταναστευτικός λαϊκισμός αυξάνεται σε ολόκληρο τον πλούσιο κόσμο. Η προσωρινή μετανάστευση θεωρείται μια αρκετά καλή εναλλακτική λύση σε σχέση με τη μόνιμη.

Σχεδόν παντού στον πλούσιο κόσμο, το εγχώριο εργατικό δυναμικό συρρικνώνεται. Τομείς όπως η φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων, οι κατασκευές και η γεωργία έχουν ελλείψεις προσωπικού. Οι οποίες με τη σειρά τους θα επηρεάσουν προς το χειρότερο τις οικονομίες.

Οι προβλέψεις για τη Νότια Κορέα, για παράδειγμα, είναι τρομακτικές. Δείχνουν ότι το ΑΕΠ της χώρας θα αρχίσει να συρρικνώνεται στα τέλη της δεκαετίας του 2040 λόγω της κατάρρευσης του ποσοστού γεννήσεων. Αλλά, σύμφωνα με ειδικούς, αν η Νότια Κορέα φέρει τον πληθυσμό των προσωρινών μεταναστών της στο ίδιο επίπεδο με την Αυστραλία (από 3% σε 15% του συνόλου), θα μπορούσε να αντισταθμίσει το μεγαλύτερο μέρος της ύφεσης.

Τι κερδίζουν οι μετανάστες

Τα οφέλη μπορεί να είναι σημαντικά και για τους ίδιους τους μετανάστες. Σύμφωνα με τον Λαντ Πρίτσετ, από το London School of Economics, οι εργαζόμενοι στις 11 μεγαλύτερες αναπτυσσόμενες χώρες θα μπορούσαν να αυξήσουν τους μισθούς τους κατά μέσο όρο 424% εάν μπορούσαν να αναλάβουν θέσεις εργασίας χαμηλής ειδίκευσης στην Αμερική.

Από την άλλη πλευρά, βέβαια, υπάρχουν και σοβαρές ανησυχίες. Η πρώτη αφορά την ένταξη των μεταναστών στις τοπικές κοινωνίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρόγραμμα Gastarbeiter της Δυτικής Γερμανίας. Διήρκεσε από το 1955 έως το 1973 και έφερε περίπου 14 εκατομμύρια εργαζόμενους μετανάστες, συμπεριλαμβανομένων πολλών Τούρκων, αλλά και Ελλήνων. Πολλοί για δεκαετίες δεν μπορούσαν να αποκτήσουν γερμανική υπηκοότητα. Συνήθως μιλούσαν ελάχιστα γερμανικά και έκαναν αγώνα να φτιάξουν τη ζωή τους εκεί.

Η δεύτερη έχει να κάνει με τους κινδύνους για κακοποίηση και εκμετάλλευση που συνδέεται με τη μετανάστευση. Το παράδειγμα των χωρών του Κόλπου είναι χαρακτηριστικό. Πολλές βίζες συνδέονται με έναν εργοδότη, γεγονός που καθιστά δύσκολο για τον μετανάστη να παραιτηθεί. Το 2022, το υπουργείο Υγείας της Ιαπωνίας διαπίστωσε ότι το 74% των εταιρειών που απασχολούσαν ξένους εργαζομένους παραβίαζαν την εργατική νομοθεσία. Μεταξύ άλλων, δεν τηρούσαν τα πρότυπα ασφαλείας και δεν πλήρωναν τις υπερωρίες.

«Δανεικοί εργαζόμενοι»

Αλλά ακόμη και στην Ευρώπη, που θεωρητικά έχει αυστηρότερα εργασιακά συστήματα, μπορεί να παρακαμφθούν κανόνες. Κάποιες χώρες, όπως η Ολλανδία, εκδίδουν λίγες άδειες εργασίας εκτός ΕΕ κάθε χρόνο. Έτσι, οι εργοδότες χρησιμοποιούν μια άλλη λύση, εκμεταλλευόμενοι τους κανόνες ελεύθερης κυκλοφορίας στην ΕΕ. Προσλαμβάνουν, π.χ., στην Πολωνία ή τη Σλοβενία ​​και στη συνέχεια φέρνουν τον εργαζόμενο στην Ολλανδία. Στα χαρτιά, ο εργαζόμενος απασχολείται στη χώρα όπου εκδόθηκε η βίζα. Και συχνά οι μετανάστες δεν γνωρίζουν ποιας χώρας νόμοι ισχύουν στην περίπτωσή τους. Έτσι, εξαρτώνται από μεσάζοντες και μπορεί να πέσουν θύματα εκμετάλλευσης.

Παρά τους κινδύνους, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες ενθαρρύνουν τους πολίτες τους να μεταναστεύσουν. Τα εμβάσματα που στέλνουν πίσω είναι ζωτικά για τις οικονομίες τους.

Οι συμφωνίες προσωρινής μετανάστευσης διαρκώς αυξάνονται. Σύμφωνα με τον Economist, το Ουζμπεκιστάν έχει υπογράψει συμφωνίες σε όλη την Ευρώπη. Από την αρχή του χρόνου και έως τον Ιούνιο, μέσω εμβασμάτων, μπήκαν στην οικονομία του 8,2 δισεκατομμύρια δολάρια. Την ίδια περίοδο το 2024, είχαν μπει 6,5 δισ. Τα ποσά αυτά είναι κρίσιμα για μια χώρα με ΑΕΠ 132 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ανάλογες συμφωνίες για μετανάστευση έχει υπογράψει η Ινδία με τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ιαπωνία και άλλες χώρες. Και για να μην υπάρχουν αντιδράσεις στο εσωτερικό των χωρών, η ινδική κυβέρνηση υπόσχεται να βοηθήσει στον επαναπατρισμό όποιου παραμείνει πέρα ​​από τον προκαθορισμένο χρόνο.

Το Βιετνάμ, επίσης, σχεδιάζει φέτος να στείλει 130.000 εργαζόμενους στο εξωτερικό.

Φεύγουν εργάτες, γυρίζουν επιχειρηματίες

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, τα οφέλη για τον αναπτυσσόμενο κόσμο από τις συμφωνίες για μετανάστευση εργαζομένων μπορεί να υπερβαίνουν τις εισροές μετρητών. Σε έκθεση διαπιστώνεται ότι οι μετανάστες που επιστρέφουν είναι πολύ πιο πιθανό να ξεκινήσουν τις δικές τους εταιρείες, χρησιμοποιώντας χρήματα που έχουν κερδίσει στο εξωτερικό.

Για παράδειγμα, με βάση δεδομένα για την απασχόληση και τα οφέλη 5.000 μεταναστών από το Μπαγκλαντές, η μείωση κατά 50% του κόστους μετανάστευσης για τους εργαζόμενους που κατευθύνονται στο εξωτερικό αυξάνει το ποσοστό δημιουργίας επιχειρήσεων της χώρας κατά 8%.

Η Κενυάτισσα Μάργκαρετ Μουγκουάντζα είναι επικεφαλής της Silver RayHR, με έδρα το Ναϊρόμπι. Πρώην μετανάστρια η ίδια, αφού εργάστηκε στη Νότια Αφρική ως νοσοκόμα, ίδρυσε τη δική της εταιρεία προσλήψεων. Κάποτε προσλάμβανε προσωπικό υποστήριξης για αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στο Αφγανιστάν και το Ιράκ. Τώρα στέλνει Κενυάτες σε πλούσιες χώρες, όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Ιαπωνίας. Συνήθως είναι ηλεκτρολόγοι, επαγγελματίες πληροφορικής, νοσηλευτές και υδραυλικοί. Συνήθως έχουν ήδη εκπαιδευτεί στον τομέα της εργασίας τους, αλλά μαθαίνουν τη γλώσσα της χώρας υποδοχής πριν φύγουν από την Κένυα.

Το βλέμμα στον εργαζόμενο

Ωστόσο, αν όλα αυτά ακούγονται ιδανικά, δεν είναι. Τα σύγχρονα προγράμματα για προσωρινή μετανάστευση έχουν πολλούς περιορισμούς. Που επηρεάζουν τόσο τους εργαζόμενους όσο και τους εργοδότες τους.

Έρευνα του σουηδικού ερευνητικού ινστιτούτου IFAU εκτιμά ότι οι βραχυπρόθεσμοι μετανάστες έχουν βραδύτερη αύξηση παραγωγικότητας από τους μόνιμους συνομηλίκους τους, μειώνοντας τα οφέλη της μετανάστευσης για τους ίδιους, τον εργοδότη τους και τη χώρα υποδοχής. Οι εργοδότες, επίσης, συχνά διστάζουν να επενδύσουν στην εκπαίδευση. Ενώ, η αυξημένη παραγωγικότητα των μόνιμων μεταναστών συνδέεται και με τη δυνατότητα που έχουν να αλλάζουν εργοδότη.

Οι οικονομολόγοι που μελετούν τη μετανάστευση υποστηρίζουν τις βίζες με δυνατότητα φορητότητας ή ακόμη και ανανέωσης, ώστε να επιτρέπεται η αλλαγή εργασίας. Αυτή η ευελιξία θα αύξανε τον δυναμισμό των αγορών εργασίας και θα βοηθούσε στον περιορισμό της κατάχρησης. Η Αυστραλία παρέτεινε τον χρόνο που έχουν οι μετανάστες εργαζόμενοι για να βρουν νέο εργοδότη μετά την αποχώρηση από τον ανάδοχό τους από 60 σε 180 ημέρες. Ο Καναδάς και η Ιαπωνία διευκολύνουν επίσης τους μετανάστες εργαζόμενους να αλλάζουν θέσεις εργασίας εντός των βιομηχανιών. Ακόμη και οι Τεξανοί Ρεπουμπλικάνοι πιέζουν για μια φορητή βίζα για τους γεωργικούς εργάτες της πολιτείας.

Ο πραγματισμός σαν απάντηση στον λαϊκισμό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA