Τα φωσφορικά άλατα απαντώνται σχεδόν παντού: από τον ανθρώπινο οργανισμό έως είδη καθαρισμού, τρόφιμα, μπαταρίες ηλεκτροκίνησης και ημιαγωγούς.
Όμως πουθενά στον κόσμο δεν φαίνεται να έχουν τέτοια συγκέντρωση, όσο σε ένα κοίτασμα φωσφορικών πετρωμάτων, που ανακαλύφθηκε πρόσφατα στη νοτιοδυτική Νορβηγία.
Εκτιμάται ότι περιέχουν έως και 77 δισεκατομμύρια τόνους πρώτης ύλης, που θα μπορούσαν να καλύψουν τη ζήτηση για «πράσινη» μετάβαση -από μπαταρίες ηλεκτροκίνηση έως φωτοβολταϊκά πάνελ- αλλά και για λιπάσματα ή ζωοτροφές για τουλάχιστον μισό αιώνα.
Στην παρούσα συγκυρία, δεδομένης της κλιματικής αλλαγής, αλλά και των ελλείψεων σε ρωσικές προμήθειες λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, η ανακάλυψη δεν θα μπορούσε να έρθει σε πιο κομβική στιγμή για την Ευρώπη.
Πλέον πανάκριβα, τα φωσφορικά λιπάσματα έχουν αναχθεί σε κομβικό παράγοντα στη διασφάλιση της παραγωγής τροφίμων.
Αποτελούν επίσης βασικό συστατικό και πολλών «πράσινων» τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένων των μπαταριών φωσφορικού σιδήρου λιθίου (LFP), που ως προσόν τους έχουν την υψηλή αντοχή στη θερμική διαφυγή.
Ως εκ τούτου, η ανακοίνωση της βρετανο-νορβηγικής εταιρείας εξορύξεων Norge Mining για τον εντοπισμό των κοιτασμάτων-«μαμούθ» έγινε δεκτή από πολλούς στην Ευρώπη σχεδόν ως… «μάννα εξ ουρανού».
Μέχρι τώρα, άλλωστε, τα μεγαλύτερα κοιτάσματα φωσφορικών αλάτων ήταν αυτά στη Δυτική Σαχάρα, κυρίως στο Μαρόκο.
Τη λίστα συμπληρώνουν η Ρωσία και η Κίνα, με την δεύτερη να αποτελεί σήμερα την μεγαλύτερη παραγωγό και κύρια πηγή εφοδιασμού της ΕΕ.
Το Ιράν και η Συρία διαθέτουν επίσης μεγάλα κοιτάσματα, αλλά οι γεωπολιτικές συγκυρίες δεν τα καθιστούν για τη Δύση προσβάσιμες αγορές.
Όχι τυχαία οι Βρυξέλλες περιλαμβάνουν τον φώσφορο στον κατάλογο των «κρίσιμων πρώτων υλών», τόσο από πλευράς οικονομικής βαρύτητας, όσο και του δυνητικού κινδύνου στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Ως εκ τούτου «το να βρει κανείς ένα τέτοιο κοίτασμα στην Ευρώπη, το οποίο είναι μεγαλύτερο από οποιαδήποτε άλλη πηγή γνωρίζουμε, είναι πολύ σημαντικό», δήλωσε ικανοποιημένος ο Μίκαελ Βούρμσερ: τραπεζίτης, ιδρυτής και αντιπρόεδρος της Norge Mining.
Οφέλη και ζημίες
Τα κοιτάσματα που εντοπίστηκαν στη δυτική Νορβηγία θα μπορούσαν πράγματι να εξασφαλίσουν αυτονομία στη Δύση.
Ειδικά για την Ευρώπη, η προοπτική ενός αξιόπιστου προμηθευτή όπως η Νορβηγία είναι εξαιρετικά ελκυστική.
Επιπλέον, η εκμετάλλευση του κοιτάσματος θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντική πτώση των τιμών σε ακόμη ένα αγαθό με πολλαπλές χρήσεις, που επί του παρόντος τουλάχιστον είναι σε υψηλή ζήτηση και ελεγχόμενα χαμηλή προσφορά.
Εκτός άλλωστε από το φωσφορικό άλας, στους εν λόγω νορβηγικούς ορεινούς σχηματισμούς έχουν εντοπιστεί κοιτάσματα τιτανίου και βαναδίου.
Μεταλλευμάτων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν αντίστοιχα από βηματοδότες, κατασκευή τεχνητών αρθρώσεων ισχίου και γονάτου ή οδοντιατρικά εμφυτεύματα, μέχρι την ενίσχυση του χάλυβα.
Τούτων λεχθέντων, οι απαραίτητες επενδύσεις για τη λειτουργία ορυχείου στη δυτική Νορβηγία έχουν ήδη εξασφαλιστεί, μεταξύ άλλων μέσω δύο κατασκευαστών αεροσκαφών που ενδιαφέρονται για την παραγωγή τιτανίου.
Ο αρχικός προγραμματισμός προβλέπει τη λειτουργία του το αργότερο μέχρι το 2028.
Η κυβέρνηση του Όσλο είναι κατ’ αρχήν θετική απέναντι στο σχέδιο.
Ο Νορβηγός υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας, Γιαν Κρίστιαν Βέστερ, τόνισε πρόσφατα πόσο σημαντικό είναι για τη Νορβηγία και για την ΕΕ «να έχουμε υψηλότερο ποσοστό αυτάρκειας σε κρίσιμες πρώτες ύλες, προκειμένου να εξασφαλίσουμε τα δομικά στοιχεία για έναν πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό».
Υπογράμμισε μάλιστα την ανάγκη επιτάχυνσης της διαδικασίας αδειοδότησης, υπό προϋποθέσεις.
Αυτές πρακτικά τις θέτει μεγάλο μέλος της -εν προκειμένω ισχυρής σε παρεμβατικότητα- κοινωνίας των πολιτών της Νορβηγίας, που ανεβάζει την «πήχη» των περιβαλλοντικών προαπαιτούμενων, βάσει διεθνών συνθηκών.
Η εξορυκτική δραστηριότητα στην περιοχή Ντάλανε, μια παραδοσιακή συνοικία στο νοτιοδυτικό τμήμα της σκανδιναβικής χώρας, προκαλεί ερωτήματα και προβληματισμό.
Το ερώτημα της επόμενης ημέρας
Συγκεκριμένα σχέδια για το εύρος μιας πιθανής εξορυκτικής δραστηριότητας στην εν λόγω περιοχή δεν έχουν ακόμη δημοσιοποιηθεί.
Ωστόσο, οι επικριτές επισημαίνουν ήδη τις πιθανές τεράστιες περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Η οργάνωση «La Dalane Leve» -ελληνιστί «Αφήστε το Ντάλανε να ζήσει»- προειδοποιεί για «μια από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές καταστροφές της Νορβηγίας».
Η υπόγεια εξόρυξη, λόγω της θέσης των κοιτασμάτων, θα συνεπαγόταν μεγάλες υπέργειες παρεμβάσεις στη φύση, επισημαίνει.
Είναι ορθάνοιχτα ζητήματα γύρω από τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας και τους απαραίτητους χώρους υγειονομικής ταφής.
«Τα τοξικά ορυκτά θα μπορούσαν να εξαπλωθούν σε στον αέρα και στο νερό», προειδοποιεί, με βάση τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί ως προς την περιεκτικότητα των εν λόγω κοιτασμάτων φωσφορικών αλάτων, τιτανίου και βανάδιου.
Κάνει λόγο για ένα πιθανό «λάκκο-τέρας» σε μια περιοχή, που μέχρι σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως για τη γεωργία, «απειλώντας τον άνθρωπο, τη φύση και την παραγωγή τροφίμων».
Μεταξύ άλλων, η απορροή ανάλογων λυμάτων έχει επίσης συνδεθεί με την εμφάνιση φυκιών, που απειλούν τους πληθυσμούς των ψαριών και παράγουν μεθάνιο, το κατ’ εξοχήν αέριο υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Την καχυποψία -δικαίως κατά πολλούς- εντείνει η μέχρι στιγμής στάση της κυβέρνησης του Όσλο.
Πρακτικά, η Νορβηγία παραμένει μόνη ευρωπαϊκή χώρα που εξακολουθεί να επιτρέπει θαλάσσιες «χωματερές».
Πρόσφατα έδωσε το «πράσινο φως» σε μια άλλη μεταλλευτική εταιρεία, την Nordic Mining, για την απόρριψη αποβλήτων που περιέχουν βαρέα μέταλλα σε φιόρδ, επίσης στα δυτικά της χώρας.
Περιβαλλοντικές οργανώσεις καταγγέλλουν παραβίαση των εθνικών και διεθνών περιβαλλοντικών κανονισμών και έχουν καταθέσει αγωγή.
Η υπόθεση θα εκδικαστεί στο Όσλο, αρχής γενομένης από τις 18 Σεπτεμβρίου.
Η δικαστική απόφαση αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς θα μπορούσε να αποτελέσει προηγούμενο για τα σχέδια της Norge Mining στo Ντάλανε και στο πράσινο «ποντάρισμα» της Ευρώπης.