Η διαμάχη για τις περικοπές δαπανών μεταξύ σκληροπυρηνικών και κεντρώων Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ αυξάνει τον κίνδυνο οι δραστηριότητες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να ανασταλούν για τέταρτη φορά μέσα σε μια δεκαετία, αυτό το φθινόπωρο.
Όπως σημειώνει το Reuters, τα μέλη της σκληροπυρηνικής ομάδας Freedom Caucus της Βουλής των Αντιπροσώπων πιέζουν για περικοπή δαπανών στο επίπεδο του οικονομικού έτους 2022, δηλαδή στα 1,47 τρισ. δολάρια. Πρόκειται για ποσό μικρότερο κατά 120 δισ. δολάρια μικρότερο από αυτό που είχαν συμφωνήσει ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι στο συμβιβασμό τους για το ανώτατο όριο χρέους, τον Μάιο. Η ομάδα ανακοίνωσε τη Δευτέρα την αντίθεσή της σε οποιοδήποτε προσωρινό μέτρο που οδηγεί σε διατήρηση της κυβέρνησης στη ζωή χωρίς να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της.
Με τους Ρεπουμπλικανούς να επιδιώκουν επίσης υψηλότερες δαπάνες για την άμυνα, τα επιδόματα των βετεράνων και την ασφάλεια των συνόρων, οι αναλυτές λένε ότι ο σκληρός στόχος θα σήμαινε περικοπές έως και 25% σε τομείς όπως η γεωργία, οι υποδομές, η επιστήμη, το εμπόριο, το νερό και η ενέργεια και η υγειονομική περίθαλψη.
Οι αναλυτές της Goldman Sachs σε ερευνητικό σημείωμα της Δευτέρας ανέφεραν ότι ένα shutdown μοιάζει «πιο πιθανό να συμβεί παρά να μη συμβεί».
Πονοκέφαλος
Οι κεντρώοι, οι οποίοι αυτοαποκαλούνται «κυβερνώντες» Ρεπουμπλικάνοι, λένε ότι οι σκληροπυρηνικοί συνάδελφοί τους αγνοούν το γεγονός ότι οι προτεραιότητές τους απορρίπτονται από τους Δημοκρατικούς που ελέγχουν τη Γερουσία και τον Λευκό Οίκο και ότι οι δαπάνες θα καταλήξουν ούτως ή άλλως κοντά στο επίπεδο που συμφώνησαν ο Μακάρθι και ο Μπάιντεν.
Το αποτέλεσμα αποτελεί ένα μεγάλο πονοκέφαλο για τους κεντρώους Ρεπουμπλικανούς που προέρχονται από περιφέρειες με ταλαντευόμενο εκλογικό σώμα, τις οποίες κέρδισε ο Μπάιντεν το 2020, καθώς και άλλους των οποίων οι ψηφοφόροι θα υποστούν πρώτοι τα αποτελέσματα της σκληρής λιτότητας που εισηγούνται οι ακραίοι Ρεπουμπλικανοί.
Οι σκληροπυρηνικοί θεωρούν το οικονομικό έτος 2024, που αρχίζει την 1η Οκτωβρίου, ως μια δοκιμασία της αποφασιστικότητας των Ρεπουμπλικάνων να μειώσουν το ομοσπονδιακό χρέος και να προχωρήσουν στη μεταρρύθμιση των κοινωνικών προγραμμάτων, όπως το Medicare και η κοινωνική ασφάλιση.
Οι εν λόγω Ρεπουμπλικανοί ζητούν να υπάρξουν περικοπές ακόμα και σε νομοσχέδια που έχουν ήδη ελεγχθεί από την 61μελή Επιτροπή Πιστώσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Περιθώριο 12 ημερών
Με τους Δημοκρατικούς να αντιτίθενται στις σκληροπυρηνικές προτάσεις, ο Μακάρθι έχει την πολυτέλεια να χάσει μόλις τέσσερις ψήφους από τους Ρεπουμπλικάνους αν ελπίζει να περάσει και τα 12 νομοσχέδια πιστώσεων πριν από τη λήξη της περιόδου κατά την οποίαν η χρηματοδότηση είναι εξασφαλισμένη, στις 30 Σεπτεμβρίου.
Όταν η Βουλή των Αντιπροσώπων επιστρέψει από τις θερινές διακοπές στις 12 Σεπτεμβρίου, οι νομοθέτες θα έχουν 12 ημέρες για να ολοκληρώσουν τα νομοσχέδιά τους και να καταλήξουν σε συμβιβασμό με τη Γερουσία ή να διακινδυνεύσουν ένα μερικό κλείσιμο της κυβέρνησης.
Ο Μακάρθι αναγνώρισε την περασμένη εβδομάδα ότι ίσως χρειαστεί να καταφύγουν σε ένα νομοσχέδιο προσωρινής χρηματοδότησης, γνωστό ως «διαρκές ψήφισμα» ή CR, για να κρατήσουν τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες ανοιχτές.
Αλλά αυτή η επιλογή θα μπορούσε να περιπλεχθεί από τις νέες απαιτήσεις της ομάδας Freedom Caucus της Βουλής των Αντιπροσώπων, ότι ένα προσωρινό μέτρο θα πρέπει να μειώσει τις δαπάνες, να επαναλάβει ορισμένες από τις συνοριακές πολιτικές του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, να αντιμετωπίσει την «εργαλειοποίηση» του υπουργείου Δικαιοσύνης και να εξαλείψει προγράμματα για θέματα διαφορετικότητας και διαφυλικών ατόμων.
Η κοινοβουλευτική ομάδα δήλωσε επίσης ότι αντιτίθεται σε νέα χρηματοδότηση για την Ουκρανία.
Θα ξεπεραστούν οι διαφωνίες;
Ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι της Βουλής των Αντιπροσώπων λένε ότι οι προκλήσεις σχετικά με τις πιστώσεις είναι παρόμοιες με τις διαφωνίες που έχει ξεπεράσει ο Μακάρθι σε άλλες σημαντικές νομοθεσίες, συμπεριλαμβανομένου ενός ρεπουμπλικανικού νομοσχεδίου για το ανώτατο όριο χρέους τον Απρίλιο, το οποίο εδραίωσε τη διαπραγματευτική του θέση στις συνομιλίες με τον Μπάιντεν.
Ενδεχόμενη αποτυχία των διαπραγματεύσεων στο εσωτερικό των Ρεπουμπλικανών αλλά και μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, θα σήμαινε ένα ακόμη δαπανηρό κλείσιμο της κυβέρνησης από τον Οκτώβριο, το οποίο θα ήταν το τέταρτο μέσα σε μια δεκαετία.
Τα μέλη της ομάδας Freedom Caucus της Βουλής των Αντιπροσώπων λένε ότι ένα shutdown θα μπορούσε να αποδειχθεί απαραίτητο για την επίτευξη των στόχων τους.
«Δεν είναι κάτι που γενικά επιθυμούν τα μέλη της Freedom Caucus», δήλωσε ο αντιπρόσωπος Σκοτ Πέρι, ο οποίος προεδρεύει της ομάδας. «Αλλά καταλαβαίνουμε επίσης ότι πολύ λίγα πράγματα συμβαίνουν στην Ουάσινγκτον που είναι δύσκολα, χωρίς κάποιος ή κάτι να επιβάλει να συμβούν», δήλωσε στο Reuters.
Ο επικεφαλής της πλειοψηφίας της Γερουσίας Τσακ Σούμερ, ο κορυφαίος Δημοκρατικός στο Κογκρέσο, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι οι Ρεπουμπλικάνοι θα είναι υπεύθυνοι για οποιοδήποτε νέο shutdown.
Όπως υπενθυμίζει το Reuters, αντίστοιχες διαφωνίες έχουν οδηγήσει σε κλείσιμο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης τρεις φορές την τελευταία δεκαετία: μία φορά το 2013 για τις δαπάνες υγείας και δύο φορές το 2018 για τη μετανάστευση. Ένα 35ήμερο shutdown που ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2018 και διήρκεσε μέχρι τον Ιανουάριο του 2019 κόστισε στην οικονομία 0,02% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου.
Αυτή τη φορά, ένα shutdown θα αναστάτωνε τη ζωή των Αμερικανών μόλις ένα χρόνο πριν από τις εκλογές του 2024, όταν οι Ρεπουμπλικάνοι πρέπει να υπερασπιστούν 18 έδρες στη Βουλή των Αντιπροσώπων σε περιφέρειες που κέρδισε ο Μπάιντεν το 2020.
Πηγή ΟΤ