Σε κρίσιμο σταυροδρόμι βρίσκεται η παγκόσμια οικονομία που αντιμετωπίζει σοβαρές απειλές με μια εξ αυτών να είναι η κλιματική κρίση. Σε έκθεση εμπειρογνωμόνων που ειδικεύονται σε θέματα κινδύνου γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο γεγονός πως προηγούμενες εκτιμήσεις δεν έλαβαν υπόψη τον παράγοντα περιβάλλον.
Σύμφωνα με νέα έκθεση του Institute and Faculty of Actuaries (IFoA) που δημοσιεύει ο Guardian, η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη (ΑΕΠ) θα μπορούσε να μειωθεί κατά 50% μεταξύ των ετών 2070 και 2090, από τους σαρωτικούς κλυδωνισμούς που επιφέρει η κλιματική κρίση, εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα από τους πολιτικούς ηγέτες για την απαλλαγή από τον άνθρακα, την αποκατάσταση της φύσης και της περιβαλλοντικής ισορροπίας.
Η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη (ΑΕΠ) θα μπορούσε να συρρικνωθεί ακόμα και κατά 50%
Η αυστηρή προειδοποίηση των εμπειρογνωμόνων διαχείρισης κινδύνων του IFoA αυξάνει σημαντικά την εκτίμηση του κινδύνου για την παγκόσμια οικονομική ευημερία εστιάζοντας στις επιπτώσεις που προκαλούν οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες, οι ξηρασίες, η άνοδος της θερμοκρασίας και η καταστροφή της φύσης.
Ηχηρά «καμπανάκια»
Σε μια έκθεση που επιμελήθηκαν επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Έξετερ και δημοσιεύθηκε την Πέμπτη το Ινστιτούτο, το οποίο χρησιμοποιεί μαθηματικά και στατιστικές για την ανάλυση του οικονομικού κινδύνου για τις επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις, κάλεσε τους πολιτικούς ηγέτες να αναλάβουν ταχύτερη δράση για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Η έκθεση δημοσιεύτηκε αντλώντας στοιχεία από την υπηρεσία Copernicus Climate Change Service (C3S) της Ε.Ε. που έδειξαν ότι η κλιματική κρίση οδήγησε την ετήσια παγκόσμια θερμοκρασία πάνω από τον διεθνώς συμφωνημένο στόχο του 1,5°C για πρώτη φορά το 2024, ενισχύοντας τα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Χωρίς επείγουσα δράση για την επιτάχυνση της απεξάρτησης από τον άνθρακα, την απομάκρυνση του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και την αποκατάσταση της φύσης, η πιθανή χειρότερη περίπτωση για τις παγκόσμιες οικονομίες θα ήταν συρρίκνωση κατά 50% στις δεκαετίες 2070 – 2080, αναφέρει η έκθεση του IFoA.
Σε περίπτωση θέρμανσης 3°C ή περισσότερο μέχρι το 2050, θα μπορούσαν να υπάρξουν περισσότεροι από 4 δισεκατομμύρια θάνατοι, σημαντικός κοινωνικοπολιτικός κατακερματισμός παγκοσμίως, αποτυχία των κρατών (με επακόλουθη ταχεία, διαρκή και σημαντική απώλεια κεφαλαίου) και φαινόμενα ερήμωσης.
«Κάνουν λάθος»
Ο Sandy Trust, επικεφαλής συντάκτης της έκθεσης, δήλωσε ότι δεν υπάρχει κανένα ρεαλιστικό σχέδιο για την αποφυγή αυτού του σεναρίου.
Είπε ότι οι οικονομικές προβλέψεις, οι οποίες εκτιμούν ότι οι ζημιές από την υπερθέρμανση του πλανήτη θα είναι μόλις 2% της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής για μια αύξηση της μέσης παγκόσμιας επιφανειακής θερμοκρασίας κατά 3°C είναι ανακριβείς και ρίχνουν στάχτη στα μάτια των πολιτικών ηγετών για τους κινδύνους που επιφέρουν οι πολιτικές τους.
Οι εκτιμήσεις κλιματικού κινδύνου που χρησιμοποιούνται από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τους πολιτικούς και τους δημόσιους υπαλλήλους για την εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων της παγκόσμιας θέρμανσης ήταν λανθασμένες, ανέφερε η έκθεση, επειδή αγνοούσαν τις αναμενόμενες σοβαρές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως η άνοδος της θερμοκρασίας της θάλασσας, η μετανάστευση και οι συγκρούσεις ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας θέρμανσης.
«[Δεν] αναγνωρίζουν ότι υπάρχει κίνδυνος καταστροφής. Κάνουν λάθος», αναφέρει η έκθεση.
«Χωρίς κοινωνία, δεν υπάρχει οικονομία»
Εάν ληφθούν υπόψη αυτοί οι κίνδυνοι, ο κόσμος αντιμετωπίζει έναν αυξανόμενο κίνδυνο «πλανητικής χρεοκοπίας», όπου τα συστήματα της Γης υποβαθμίζονται σε τέτοιο βαθμό ώστε οι άνθρωποι να μην μπορούν πλέον να λαμβάνουν αρκετές από τις κρίσιμες υπηρεσίες από τις οποίες εξαρτώνται για τη στήριξη των κοινωνιών και των οικονομιών.
«Δεν μπορείς να έχεις οικονομία χωρίς κοινωνία, και μια κοινωνία χρειάζεται κάπου να ζει», δήλωσε ο Trust.
«Η φύση είναι το θεμέλιό μας, παρέχοντας τροφή, νερό και αέρα, καθώς και τις πρώτες ύλες και την ενέργεια που τροφοδοτούν την οικονομία μας. Οι απειλές στη σταθερότητα αυτού του θεμελίου αποτελούν κινδύνους για τη μελλοντική ανθρώπινη ευημερία, τους οποίους πρέπει να αναλάβουμε δράση για να αποφύγουμε», συμπληρώνει.
Η έκθεση κάλεσε τους πολιτικούς ηγέτες και τις κυβερνήσεις να αλλάξουν πρότυπο για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας θέρμανσης.
Η έκθεση του Global Risks Report
Η 20ή έκδοση του Global Risks Report του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (World Economic Forum), που κυκλοφόρησε πρόσφατα, αποκαλύπτει ένα ολοένα και πιο κατακερματισμένο παγκόσμιο τοπίο, όπου οι αυξανόμενες γεωπολιτικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές και τεχνολογικές προκλήσεις απειλούν τη σταθερότητα και την πρόοδο.
Οι ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ κρατών αναγνωρίζονται ως ο πιο σημαντικός και άμεσος παγκόσμιος κίνδυνος για το 2025, με σχεδόν το ένα τέταρτο των ερωτηθέντων να τους κατατάσσει ως τη σοβαρότερη ανησυχία για τη νέα χρονιά.
Μια ζοφερή εικόνα
Οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι κυριαρχούν στη μακροπρόθεσμη προοπτική, με τα ακραία καιρικά φαινόμενα, την απώλεια βιοποικιλότητας και την κατάρρευση οικοσυστημάτων, τις κρίσιμες αλλαγές στα συστήματα του πλανήτη και τις ελλείψεις φυσικών πόρων να είναι ψηλά στις κατατάξεις κινδύνων για την επόμενη δεκαετία.
Ο πέμπτος στη σειρά περιβαλλοντικός κίνδυνος στη σχετική κατάταξη με τους δέκα κυριότερους κινδύνους είναι η ρύπανση, που επίσης θεωρείται σοβαρός κίνδυνος και βραχυπρόθεσμα.
Η έκτη θέση που καταλαμβάνει βραχυπρόθεσμα αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη αναγνώριση των σοβαρών επιπτώσεων στην υγεία και τα οικοσυστήματα από ένα ευρύ φάσμα ρύπων στον αέρα, το νερό και το έδαφος. Συνολικά, τα ακραία καιρικά φαινόμενα προσδιορίζονται εμφανώς ως άμεσοι, βραχυπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι.
Η έκθεση, που βασίζεται στις απόψεις άνω των 900 ειδικών στους παγκόσμιους κινδύνους, υπευθύνων χάραξης πολιτικής και ηγετών της αγοράς σκιαγραφεί μια ζοφερή εικόνα για τη δεκαετία που έρχεται.
«Από τις συγκρούσεις έως την κλιματική αλλαγή, αντιμετωπίζουμε διασυνδεδεμένες κρίσεις που απαιτούν συντονισμένη, συλλογική δράση», δηλώνει ο Mark Elsner, Επικεφαλής του Global Risks Initiative του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ. «Οι ανανεωμένες προσπάθειες για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και την προώθηση της συνεργασίας είναι επειγόντως αναγκαίες. Οι συνέπειες της αδράνειας θα μπορούσαν να γίνουν αισθητές στις επόμενες γενιές», συμπληρώνει ο ίδιος.