Σάββατο, 23 Νοεμβρίου 2024
19.7 C
Athens

Κόλλησαν οι καταθέσεις μετά από 6 χρόνια ανόδου – Γιατί άλλαξε η τάση

Με επιβράδυνση του ρυθμού ανόδου της καταθετικής βάσης στις ελληνικές τράπεζες εκτιμάται ότι έκλεισε η περυσινή χρονιά, μετά από μία 6ετία ισχυρής μεγέθυνσής της. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα υπόλοιπα νοικοκυριών και επιχειρήσεων είχαν διαμορφωθεί τον περασμένο Νοέμβριο στα 188,48 δισ. ευρώ, χαμηλότερα κατά 260 εκατ. ευρώ από την αρχή του έτους.

Το αντίστοιχο διάστημα του 2022 είχαν καταγράψει αύξηση που προσέγγισε τα 4 δισ. ευρώ. Το 2023, η υποχώρησή τους οφείλεται στην πτώση των καταθέσεων των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, η οποία στο 11μηνο ανήλθε στα 2,4 δισ. ευρώ έναντι αύξησής τους κατά 872 εκατ. ευρώ την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2022.

Στον αντίποδα, οι αποταμιεύσεις των φυσικών πρόσωπων αυξήθηκαν το ίδιο διάστημα κατά 2,29 δισ. ευρώ, αναπληρώνοντας το μεγαλύτερο μέρος των προαναφερθέντων καθαρών εκροών. Ωστόσο, και αυτή η επίδοση είναι χειρότερη από την περυσινή, κατά τη διάρκεια της οποίας οι καθαρές εισροές σε λογαριασμούς ιδιωτών είχαν φτάσει τα 3,1 δισ. ευρώ.

Θετικό το τελικό πρόσημο

Όπως επισημαίνουν τραπεζικές πηγές, το σύνολο της χρονιάς του 2023 αναμένεται δίχως αμφιβολία να κλείσει με θετικό πρόσημο, καθώς παραδοσιακά κάθε Δεκέμβριο οι καθαρές εισροές στις τράπεζες είναι μεγάλες.

Ωστόσο, το εύρος της θετικής μεταβολής εκτιμάται ότι θα είναι σημαντικά χαμηλότερο των προηγούμενων ετών.

Υπενθυμίζεται ότι μετά από μία επταετία συρρίκνωσης της καταθετικής βάσης (2010 – 2016), σε συνέχεια της χρεοκοπίας του δημοσίου και της κατακρήμνισης της εμπιστοσύνης του αποταμιευτικού κοινού προς το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, η άνοδος (ποσό μεταβολής) που ακολούθησε είναι εντυπωσιακή.

Συγκεκριμένα ανήλθε:

  •  Το 2017 σε 4,96 δισ. ευρώ
  •  Το 2018 σε 8,14 δισ. ευρώ
  •  Το 2019 σε 8,63 δισ. ευρώ
  •  Το 2020 σε 20,1 δισ. ευρώ
  •  Το 2021 σε 16,75 δισ. ευρώ
  •  Το 2022 σε 8,77 δισ. ευρώ

Γιατί άλλαξαν οι τάσεις

Η επίδοση του 2023 αναμένεται να είναι η χειρότερη της τελευταίας επταετίας.

Σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, οι βασικοί λόγοι για αυτήν την εξέλιξη είναι οι εξής:

– Πολλές μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, κυρίως μεγάλου μεγέθους, προχώρησαν το 2023 σε πρόωρη αποπληρωμή των δανείων τους, κάνοντας χρήση της διαθέσιμης ρευστότητάς τους.

Με τον τρόπο αυτό μείωσαν το κόστος εξυπηρέτησης του τραπεζικού τους χρέους, μετά τη μεγάλη άνοδο των επιτοκίων δανεισμού, σε συνέχεια της αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ.

Από τις τράπεζες σημειώνουν πως δεν υπήρξαν σημαντικού ύψους μεταφορές κεφαλαίων στο εξωτερικό.

– Ένα μεγάλο ποσοστό των νοικοκυριών αξιοποίησε την αδρανή ρευστότητα που διατηρούσε σε λογαριασμούς πρώτης ζήτησης για διαφόρου τύπου επενδύσεις.

Μόνο στα αμοιβαία κεφάλαια οι καθαρές εισροές κατά την περυσινή χρονιά, με βάση τα στοιχεία της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών ξεπέρασαν τα 3 δισ. ευρώ.

Επίσης, δεν ήταν λίγοι οι αποταμιευτές που προχώρησαν σε αγορά εντόκων γραμματίων του ελληνικού δημοσίου, λόγω των πολύ πιο υψηλών αποδόσεών τους σε σχέση με τις προθεσμιακές καταθέσεις.

Τα τραπεζοασφαλιστικά προγράμματα

Παράλληλα, άνοδο σημείωσε η παραγωγή τραπεζοασφαλιστικών προγραμμάτων, ενώ φρέσκο χρήμα εισέρρευσε και στην αγορά του ΧΑ, η οποία κατέγραψε πέρυσι σημαντικά κέρδη.

– Υπάρχουν όμως και φυσικά πρόσωπα που είδαν τα έξοδα του οικογενειακού τους προϋπολογισμού να αυξάνονται λόγω πληθωρισμού.

Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, αρκετά τα νοικοκυριά αναγκάστηκαν να κάνουν χρήση των αποταμιεύσεών τους για να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.

Η τάση αυτή επιβεβαιώνεται και από την τελευταία έρευνα του ΙΟΒΕ, σύμφωνα με την οποία 1 στα 5 νοικοκυριά έχει χρεωθεί (8%) ή τρώει από τα έτοιμα (12%), ενώ ένα 59% τα βγάζει πέρας με τα βίας.

Πηγή: ot.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA