Μπόλικα κανόνια, αλλά και ολίγο από βούτυρο περιλαμβάνουν οι προτάσεις της Κομισιόν για την αναθεώρηση των πολιτικών κοινωνικής συνοχής – στις οποίες περιλαμβάνονται και τα προγράμματα ΕΣΠΑ. Ψηλά στην ατζέντα βρίσκεται η άμυνα, καλώντας τα κράτη μέλη να ανακατευθύνουν τα κονδύλια των κοινοτικών προγραμμάτων στο «χτίσιμο υποδομών που θα εξυπηρετήσουν την κινητικότητα των στρατευμάτων». Επίσης προβλέπει την «ενίσχυση της παραγωγικής δυνατότητας των μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων στον τομέα της άμυνας, σε όλες τις περιοχές της ΕΕ».
Στην προσπάθεια να «χρυσώσει» το χάπι των υπέρογκων στρατιωτικών εξοπλισμών, με πόρους που θα αντληθούν και από τα ταμεία συνοχής, η Κομισιόν προτείνει επίσης δέσμη μέτρων για την προσιτή στέγαση. Στόχος ειναι να διπλασιαστούν τα κοινοτικά κονδύλια που αξιοποιούνται σε αυτή την κατεύθυνση.
Αυτό δε σημαίνει ότι θα δοθούν απευθείας περισσότερα χρήματα, αλλά ότι τα κράτη μέλη θα έχουν επιπρόσθετα κίνητρα για να ανακατανείμουν πόρους από τα υπάρχοντα προγράμματα 2021-2027 σε επενδύσεις για τη στέγαση.
Όπως ισχύει για την άμυνα, έτσι και στο θέμα της στέγασης, οι χώρες που ακολουθήσουν τις συστάσεις της Κομισιόν, θα επωφεληθούν με προκαταβολή του 30% του προϋπολογισμού των επενδύσεων για το 2026. Επιπλέον η ΕΕ θα χρηματοδοτήσει τις δράσεις για το στεγαστικό ως και 100%, χωρίς να υπάρχει δηλαδή εθνική συμμετοχή.
Οι προτάσεις της Κομισιόν για το στεγαστικό
Στο επίκεντρο της στεγαστικής πολιτικής της Κομισιόν, είναι η δυνατότητα άντλησης ιδιωτικής και δημόσιας χρηματοδότησης μέσω ενός νέου χρηματοδοτικού μέσου, με κομβική συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ). Ο νέος θεσμός θα συνδυάζει τα κονδύλια κοινωνικής συνοχής της ΕΕ με πόρους (βλέπε δάνεια) από την ΕΤΕπ, διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και από ιδιωτικές τράπεζες.
Η Κομισιόν αποδίδει τη στεγαστική κρίση στην αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης, που οδήγησε σε σημαντικές αυξήσεις στις τιμές των οικιστικών ακινήτων και των ενοικίων. Επίσης αναγνωρίζει ότι οι μισθοί δεν αυξήθηκαν όσο αυξήθηκε το κόστος στέγασης, διευρύνοντας το χάσμα μεταξύ της διαθεσιμότητας οικονομικά προσιτών κατοικιών και των αναγκών του πληθυσμού. «Το υψηλό κόστος στέγασης αναγκάζει πολλά νοικοκυριά να διαθέσουν δυσανάλογα μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους για το ενοίκιο ή τα στεγαστικά δάνεια, αφήνοντας λιγότερα για άλλες ανάγκες όπως η διατροφή, η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση – με κίνδυνο να πέσουν στη φτώχεια», σημειώνεται στη σχετική ανάλυση της Κομισιόν.
Ταυτόχρονα όμως προσθέτει ότι εκτός από τις αρνητικές επιπτώσεις στα νοικοκυριά, η έλλειψη προσιτής στέγασης δημιουργεί και πρόβλημα στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Για παράδειγμα, πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες αντιμετωπίζουν προβλήματα προσέλκυσης εργαζομένων, επειδή το κόστος στέγασης και διαβίωσης στις περιοχές που δραστηριοποιούνται είναι δυσανάλογα υψηλό σε σχέση με το εισόδημα.
Το ίδιο άλλωστε ισχύει και για τις δημόσιες υπηρεσίες, ιδίως σε τουριστικές περιοχές, που δυσκολεύονται να βρουν εκπαιδευτικούς, υγειονομικούς κ.λπ.
Ευρωπαϊκό σχέδιο για τη προσιτή στέγη
Στις προτάσεις της Κομισιόν γίνεται αναφορά στο «Ευρωπαϊκό Σχέδιο για την προσιτή στέγη», το οποίο όμως βρίσκεται ακόμα σε στάδιο επεξεργασίας.
Προς το παρόν, ο προγραμματισμός της περιόδου 2021-27 προβλέπει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο 7,5 δισεκ. ευρώ για τη βελτίωση της στέγασης – κυρίως για έργα ενεργειακής αναβάθμισης και πόρων για κοινωνικές κατοικίες.
Τα κράτη μέλη καλούνται «να αξιοποιήσουν τα προσφερόμενα εργαλεία, μεταξύ άλλων και μέσω της επικείμενης πανευρωπαϊκής πλατφόρμας επενδύσεων για οικονομικά προσιτή και βιώσιμη στέγαση». Επίσης η Κομισιόν ζητάει «να εξορθολογήσουν τους κανόνες αδειοδότησης και σχεδιασμού σε τοπικό και δημοτικό επίπεδο για να επιταχύνουν την υλοποίηση και να διασφαλίσουν ότι οι επενδύσεις μπορούν να αποφέρουν γρήγορα αποτελέσματα, τα οποία στη συνέχεια οδηγούν σε μακροπρόθεσμα βιώσιμα οφέλη, για παράδειγμα για ενοικιαστές με χαμηλό εισόδημα και αγοραστές για πρώτη φορά ή για στέγαση φοιτητών».
Αύξηση προσφοράς
Ένας προβληματισμός που εκφράζεται είναι ότι η η επιδότηση αγοράς κατοικίας απευθείας από τα νοικοκυριά, οδηγεί σε σημαντική αύξηση των τιμών και όχι σε αύξηση της προσφοράς κατοικιών. Πρόκειται για ένα πρόβλημα που το αντιμετωπίσαμε και στην Ελλάδα με το πρόγραμμα «Σπίτι Μου».
Γι’αυτό η Κομισιόν εξετάζει μοντέλα χρηματοδότησης που θα επιδοτούν απευθείας οργανισμούς και ιδιώτες επενδυτές, για την κατασκευή «οικονομικά προσιτών κατοικιών για τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα». Το μοντέλο ΣΔΙΤ που προτάσσεται, βρίσκεται στα σκαριά στην Ελλάδα, με το μέτρο της κοινωνικής αντιπαροχής, το οποίο προχωράει μετά από πολλές καθυστερήσεις.
Εκτός από τις μη επιστρεπτέες επιδοτήσεις, προτείνονται και άλλες μορφές χρηματοδότησης, με δάνεια ή εγγυήσεις. Τα νέα εργαλεία θα αφορούν την κατασκευή νέων κατοικιών ή την ανακαίνιση παλαιότερων, την αλλαγή χρήσης κτιρίων από εμπορικές σε οικιστικές. Μεταξύ άλλων προβλέπεται χρηματοδότηση για κοινωνικές κατοικίες, με εισοδηματικά και άλλα κριτήρια, φοιτητικές κατοικίες (εκτός πανεπιστημίων), κατοικίες για εποχικούς εργαζόμενους, οίκους ευγηρίας και άλλες υποστηριζόμενες κατοικίες.
Η κριτική των κινημάτων για τη στέγη
Από την πλευρά των κινημάτων για το δικαίωμα στη στέγη, έχουν εκφραστεί ενστάσεις για τον προσανατολισμό του Ευρωπαϊκού Σχεδίου για την Προσιτή Στέγαση.
Για παράδειγμα, τονίζεται ότι εκείνοι που επωφελούνται, με κρατικές εγγυήσεις και επιδοτήσεις, είναι οι ιδιωτικοί κατασκευαστικοί όμιλοι και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, που από τη φύση τους προσβλέπουν στο κέρδος. Χωρίς αυστηρό δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο είναι ορατός ο κίνδυνος για μεγαλύτερη απορρύθμιση της αγοράς κατοικίας και επιδείνωση της στεγαστικής ανισότητας.
Πρωτοβουλίες όπως η Ηοusing Europe, πιέζουν για μεγαλύτερη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στα στεγαστικά προγράμματα, έναντι των ιδιωτών και πολιτικές κοινωνικής κατοικίας που θα καλύπτουν πλατιά στρώματα του πληθυσμού και όχι μόνο τους πολύ φτωχούς.