Σε μια κοινωνία όπου το ατομικό συμφέρον είναι η κινητήριος δύναμη των πάντων και τα φαινόμενα βίας όλο και πιο συχνά, η οικειοθελής και ανιδιοτελής στάση ενός ανθρώπου να προσφέρει το χρόνο, τις δεξιότητες και την ενέργειά του για το κοινό καλό, δίνει μια ελπίδα ότι η πανανθρώπινη αξία
της αγάπης για το συνάνθρωπο δεν έχει δια παντός χαθεί.
Γράφει η Στελλίνα Τρωιάνου – Γουλιέλμου*
Τα κίνητρα του εθελοντισμού μπορεί να είναι ποικίλα. Υπάρχουν άνθρωποι που αντλούν ικανοποίηση βοηθώντας τους άλλους και συμμετέχοντας σε δράσεις για την πραγμάτωση ενός κοινού σκοπού. Άλλοι που, μέσω του εθελοντισμού, επιδιώκουν να αποκτήσουν νέα ενδιαφέροντα, να διευρύνουν τις γνώσεις τους στα ήδη υπάρχοντα, να κάνουν νέες γνωριμίες ή να προβληθούν κοινωνικά. Άλλοι, κυρίως άνεργοι και συνταξιούχοι, βρίσκουν μια διέξοδο για να αξιοποιήσουν δημιουργικά το χρόνο τους, ενώ πολλοί νέοι καταφεύγουν στον εθελοντισμό προκειμένου να εμπλουτίσουν το βιογραφικό τους με εμπειρίες. Σε κάθε πάντως περίπτωση, για να έχει διάρκεια και ουσία η εθελοντική προσφορά, πρέπει να υπάρχει ένα προσωπικό εσωτερικό κίνητρο για ανιδιοτελή δέσμευση, αίσθηση συμμετοχής και αλληλεγγύη.
Ο εθελοντισμός έχει πολλά οφέλη για την κοινωνία. Οι εθελοντές είναι ευέλικτοι και μπορούν να ανταποκρίνονται σε ανάγκες που αλλάζουν γρήγορα, να προσφέρουν νέες ιδέες, μοναδικές δεξιότητες, χρόνο, ενθουσιασμό και αφοσίωση, σε βαθμό που δεν είναι εφικτό να προσφερθούν
από τις τοπικές αρχές και την πολιτεία.
Ωστόσο ο εθελοντισμός δεν μπορεί να υποκαθιστά τις υποχρεώσεις της πολιτείας και των τοπικών αρχών. Η εθελοντική δράση πρέπει να λαμβάνει χώρα μέσα σε ένα πλαίσιο ελέγχου και διαφάνειας, ώστε οι υπηρεσίες που παρέχονται από τους εθελοντές να μην είναι ελλιπείς και να αποφεύγονται
προβλήματα ασφάλειας και ποιότητας.
Ο εθελοντισμός δεν πρέπει επίσης, σε καμία περίπτωση, να αποτελεί δικαιολογία ώστε η πολιτεία να μειώνει την παροχή υπηρεσιών και να μεταθέτει στους εθελοντές την ευθύνη για τις δικές της υποχρεώσεις.
Η εθελοντική προσφορά δεν θα πρέπει να υποκαθιστά την αμειβόμενη εργασία. Ο ενθουσιασμός οδηγεί συχνά τους εθελοντές στο να παρέχουν υπηρεσίες οι οποίες θα μπορούσαν να παρασχεθούν στα πλαίσια εργασιακής σχέσης, με αποτέλεσμα να παραβιάζονται τα δικαιώματα και η αξιοπρέπεια
των εργαζομένων και των επαγγελματιών που ο βιοπορισμός τους εξαρτάται από την αντίστοιχη εργασία.
Ανάμεσα στην εθελοντική δράση και την παροχή της δημόσιας υπηρεσίας πρέπει να υπάρχει ένας ισορροπημένος συνδυασμός, καθώς η κάθε πλευρά έχει τον ρόλο της και μπορεί να συμπληρώνει την άλλη.
Οι εθελοντές συνήθως επιλέγουν να αφιερώσουν τον χρόνο και τις προσπάθειές τους ή ακόμα και χρήματα, σε συγκεκριμένα έργα ή δράσεις, όπως για παράδειγμα να προσφέρουν βοήθεια σε ένα άτομο που έχει ανάγκη, να περιθάλψουν ζώα, να καθαρίσουν μία ακτή, να σβήσουν γκράφιτι από ένα
μνημείο ή να φυτέψουν φυτά σε ένα πάρκο. Η αφοσίωση και η προθυμία τους να συμμετέχουν είναι πολύτιμες και μπορούν να έχουν εξαιρετικά αποτελέσματα, ιδίως σε τοπικό επίπεδο.
Από την άλλη, οι αρχές έχουν να αντιμετωπιστούν πάρα πολλές και σύνθετες προκλήσεις. Είναι υπεύθυνες για την παροχή βασικών υπηρεσιών, για την ασφάλεια των πολιτών, για την πραγματοποίηση μεγάλων έργων, για την εφαρμογή των νόμων και των κανονισμών και γενικά για το σχεδιασμό της πορείας της κοινωνίας προς την ευημερία και την αειφόρο ανάπτυξη.
Το εύρος των αναγκών που έχει να αντιμετωπίσει η πολιτεία είναι τεράστιο και θα πρέπει να υπάρξουν προτεραιότητες. Οι αρχές δεν μπορούν να ανταποκριθούν ταυτόχρονα σε κάθε ανάγκη, καθώς οι πόροι τους είναι περιορισμένοι και οι προκλήσεις πολλές. Εδώ είναι όπου η εθελοντική
προσφορά μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στην συμπλήρωση των προσπαθειών των αρχών. Οι εθελοντές μπορούν να επικεντρωθούν σε συγκεκριμένα έργα που τους αφορούν πιο άμεσα, αφήνοντας τις πιο σύνθετες και μακροπρόθεσμες προκλήσεις στις αρχές.
Συνεπώς, η συνεργασία μεταξύ εθελοντών και αρχών μπορεί να οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων και σε καλύτερη εξυπηρέτηση των αναγκών της κοινότητας. Οι αρχές μπορούν να παρέχουν κατευθυντήριες γραμμές, υποστήριξη και συντονισμό, ενώ οι εθελοντές
μπορούν να φέρουν την ενέργεια, την ενθουσιώδη προσέγγιση και τις ιδέες τους στην εκτέλεση των έργων.
Η βοήθεια των εθελοντών προς στην πολιτεία είναι πολύτιμη, σημαντικό όμως είναι και οι εθελοντές να συνεργάζονται με τις αρχές και όχι να τις αντιμετωπίζουν ανταγωνιστικά ή και εχθρικά, διαμαρτυρόμενοι συνεχώς για τυχόν ανεπάρκειες. Εάν υπάρχουν δυσλειτουργίες ή προτάσεις για βελτίωση, μπορούν να τις εκφράζουν με διαφάνεια και διάλογο, αντί να χρησιμοποιούν
τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για αντιπαράθεση και συστηματική προσπάθεια υποβάθμισης του έργου των αρχών.
Πρέπει επίσης να φροντίζουν να ενημερώνονται για τα προβλήματα μιας πόλης που είναι σύνθετα και ποικίλα. Οι αρχές αντιμετωπίζουν πολλές προκλήσεις και πρέπει να αποφασίσουν πώς να διαχειριστούν τους πόρους τους για να καλύψουν όσο το δυνατόν περισσότερες ανάγκες. Για παράδειγμα, ένα έργο που έχει προγραμματιστεί, ενδέχεται να μην είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί για διάφορους λόγους, όπως περιορισμούς πόρων, προτεραιότητες, νομικούς περιορισμούς, τεχνικά προβλήματα κ.λπ. Η εποικοδομητική προσέγγιση είναι σημαντική, καθώς μπορεί να συμβάλει
στον αμοιβαίο σεβασμό και την καλύτερη συνεργασία μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων.
Οι δήμοι πρέπει να ενθαρρύνουν την εθελοντική συμμετοχή μέσω προγραμμάτων, εκπαιδευτικών εκδηλώσεων και δημόσιων συζητήσεων. Η υποστήριξη και η ενίσχυση της εθελοντικής προσφοράς μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής, κυρίως σε τοπικό επίπεδο, και να ενισχύσουν
τον δεσμό ανάμεσα στις κοινότητες και τις αρχές.
Η εθελοντική προσφορά μπορεί επίσης να αποτελεί μία εξαιρετική ευκαιρία για ανθρώπους που έχουν συνταξιοδοτηθεί νέοι ή είναι άνεργοι και έχουν ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή τους. Αυτοί οι άνθρωποι συχνά έχουν την εμπειρία, τις γνώσεις και τις δεξιότητες που μπορούν να είναι πολύτιμες για την κοινωνία. Η συμμετοχή τους σε εθελοντικά προγράμματα μπορεί να ενισχύσει την αυτοπεποίθησή τους και να δημιουργήσει ευκαιρίες για νέες κοινωνικές επαφές. Επίσης, μπορεί να συμβάλει στην διατήρηση των δεξιοτήτων και της γνώσης τους, ενισχύοντας την αίσθηση ενεργού
συμμετοχής στην κοινωνία.
Συνοψίζοντας, ο εθελοντισμός είναι ένας σημαντικός τρόπος συμβολής στην κοινωνία, και οι εθελοντές μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στη βελτίωση της. Η συμμετοχή εθελοντών πρέπει να ενθαρρύνεται και να ανταμείβεται, αλλά πάντα με σεβασμό προς το έργο των αρχών και των
επισήμων φορέων, τα δικαιώματα των επαγγελματιών και τη δράση των άλλων εθελοντικών ομάδων. Αυτό δημιουργεί ένα ενεργό και ευαισθητοποιημένο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, που μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη δημοκρατία, συμμετοχή και κοινωνική αλληλεγγύη.
Στελλίνα Τρωιάνου – Γουλιέλμου
Δικηγόρος
Υποψήφια δημοτική σύμβουλος με τον συνδυασμό «ΝΑΙ στη
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ» του Δημάρχου Κωνσταντίνου Ζέρβα.