Τετάρτη, 25 Ιουνίου 2025
28.2 C
Athens

Νέος δείκτης στα κόπρανα ανιχνεύει τον κίνδυνο θανάτου εντός 30 ημερών

Μπορεί να ακούγεται σοκαριστικό, όμως νέα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν πως κάτι τόσο καθημερινό όσο τα κόπρανά σας ίσως “κρύβει” σημαντικές πληροφορίες για την υγεία σας. Σύμφωνα με μελέτη, συγκεκριμένοι δείκτες στο μικροβίωμα του εντέρου ενδέχεται να προβλέπουν αυξημένο κίνδυνο θανάτου εντός 30 ημερών, ειδικά σε ευάλωτους ανθρώπους, όπως οι νοσηλευόμενοι ασθενείς.

Πώς τα κόπρανα προειδοποιούν για πρόωρο θάνατο

Σύμφωνα με την Ιατρική Σχολή Johns Hopkins, τα κόπρανα μπορούν να αποτελέσουν έναν πολύτιμο δείκτη της συνολικής υγείας μας. Πέντε βασικά χαρακτηριστικά —το σχήμα, το χρώμα, η συχνότητα, η οσμή και το αν επιπλέουν ή βυθίζονται— προσφέρουν ενδείξεις για πιθανές διαταραχές. Για παράδειγμα, κόπρανα που είναι μαύρα ή κόκκινα μπορεί να υποδηλώνουν εσωτερική αιμορραγία, ενώ πολύ ανοιχτό χρώμα σχετίζεται συχνά με προβλήματα στο ήπαρ ή τη χολή. Επίμονες αλλαγές στη συνοχή (πολύ σκληρά ή πολύ υδαρή), κακή οσμή ή κόπρανα που επιπλέουν λόγω λίπους ενδέχεται να υποδεικνύουν πεπτικές δυσλειτουργίες ή δυσαπορρόφηση. Αν και οι περιστασιακές μεταβολές είναι φυσιολογικές, κάθε μακροχρόνια ή ασυνήθιστη αλλαγή αξίζει ιατρικής αξιολόγησης.

Τώρα οι επιστήμονες έχουν προχωρήσει κι άλλο την έρευνα και είναι κοντά στο να βρουν αν τα κόπρανα μας μπορούν να προβλέψουν και τον πρόωρο θάνατο.

Τα περιεχόμενα του εντέρου ενός ασθενούς μπορεί να είναι το κλειδί για την εκτίμηση του πόσο κοντά βρίσκεται στον θάνατο.

Όχι, δεν πρόκειται για κάποια μορφή ζωντανής μαντείας. Μια ομάδα ιατρών με επικεφαλής τον Alexander de Porto από το University of Chicago και το University of Amsterdam δημιούργησε έναν δείκτη στα κόπρανα των ασθενών που μπορεί να βοηθήσει στην εκτίμηση του κινδύνου θνησιμότητας εντός 30 ημερών.

Τον ονόμασαν metabolic dysbiosis score (MDS) και θα μπορούσε να βοηθήσει στη διάσωση ζωών βαρέως πασχόντων ασθενών σε μονάδες εντατικής θεραπείας.

Τα αποτελέσματά της μελέτης τους, όπως τονίζουν, απαιτούν περαιτέρω έρευνα και επιβεβαίωση, αλλά προσφέρουν συναρπαστική προοπτική ως μελλοντικό εργαλείο για τη διαγνωστική ιατρική.

«Τα ευρήματα δείχνουν ότι η μεταβολική εντερική δυσβίωση στα κόπρανα, όπως ποσοτικοποιείται μέσω του MDS, έχει προοπτική ως βιοδείκτης για την αναγνώριση βαρέως πασχόντων ασθενών με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας», ανέφεραν οι de Porto και οι συνεργάτες του, Eric Pamer και Bhakti Patel από το University of Chicago, στο ScienceAlert.

«Αυτό υπογραμμίζει τη σημασία των μεταβολιτών που προέρχονται από το έντερο ως ανεξάρτητων παραγόντων ανθεκτικότητας του οργανισμού, προσφέροντας μια οδό για την εξατομικευμένη ιατρική».

Το μικροβίωμα του εντέρου στο επίκεντρο

Βαρέως πάσχοντες ασθενείς που εισάγονται σε μονάδες εντατικής θεραπείας συχνά αναπτύσσουν σοβαρά σύνδρομα όπως η σήψη και το οξύ σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας, όμως αυτά τα σύνδρομα δεν εξελίσσονται πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. Αυτή η ετερογένεια αποτελεί τεράστια πρόκληση για την προσπάθεια θεραπείας των ασθενών· δύο άτομα με το ίδιο σύνδρομο μπορεί να ανταποκριθούν πολύ διαφορετικά στην ίδια αγωγή.

Ένας τρόπος να ξεπεραστεί αυτή η πρόκληση, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι να εντοπίζονται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για θεραπεία αντί να στοχεύεται το σύνδρομο στο σύνολό του. Είναι ήδη γνωστό πως οι βαρέως πάσχοντες ασθενείς συχνά εμφανίζουν μειωμένη ποικιλότητα στη μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου τους, καθώς και μεταβολές στις συγκεντρώσεις μεταβολιτών που παράγονται από τα μικρόβιά τους.

Ο De Porto και οι συνεργάτες του ξεκίνησαν μια έρευνα πάνω στη «δυσβίωση», δηλαδή την ανισορροπία στη μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου, στους βαρέως πάσχοντες, ως χαρακτηριστικό που ίσως μπορεί να αντιμετωπιστεί. Μελέτησαν δείγματα κοπράνων από 196 ασθενείς που εμφάνιζαν αναπνευστική ανεπάρκεια ή καταπληξία, χωρίζοντάς τους σε μια ομάδα εκπαίδευσης 147 ασθενών και μια ομάδα επικύρωσης 49 ασθενών.

Χρησιμοποίησαν αυτά τα δείγματα για να αναπτύξουν το MDS, βασισμένο στις συγκεντρώσεις 13 διαφορετικών μεταβολιτών στα κόπρανα. Τα αποτελέσματα δείχνουν μια ενθαρρυντική κατεύθυνση για περαιτέρω μελέτη.

«Το MDS έδειξε καλή απόδοση στην πρόβλεψη της θνησιμότητας στην ομάδα εκπαίδευσης των ασθενών στην ιατρική ΜΕΘ, με 84% ακρίβεια, 89% ευαισθησία και 71% ειδικότητα», δήλωσαν οι ερευνητές».

«Ωστόσο, η ομάδα επικύρωσης, παρά το ότι εμφάνισε παρόμοιες τάσεις, δεν κατέγραψε στατιστικά σημαντικά αποτελέσματα, πιθανόν λόγω του μικρότερου μεγέθους δείγματος. Αυτά τα ευρήματα δείχνουν την προοπτική του MDS, αλλά και την αναγκαιότητα επιβεβαίωσης της προγνωστικής του ικανότητας και γενικευσιμότητας σε ανεξάρτητες ομάδες πριν από ευρεία εφαρμογή».

Χρειάζεται περισσότερη έρευνα για κλινική εφαρμογή

Αυτό που οι ερευνητές βρήκαν ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι, αν και η έλλειψη ποικιλότητας στο μικροβίωμα έχει στο παρελθόν συσχετιστεί με αρνητικά αποτελέσματα σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς, δεν κατάφεραν να εντοπίσουν καμία τέτοια σύνδεση. Αντίθετα, τα αποτελέσματά τους έδειξαν έναν ισχυρό σύνδεσμο μεταξύ της δυσβίωσης και της αυξημένης πιθανότητας θανάτου, υποδεικνύοντας ότι η ανισορροπία στο μικροβίωμα παίζει κρίσιμο ρόλο στην υγεία των ασθενών.

Απαιτείται ακόμη αρκετή δουλειά πριν η προσέγγιση της ερευνητικής ομάδας είναι κατάλληλη για κλινική εφαρμογή. Το μη στατιστικά σημαντικό αποτέλεσμα στην ομάδα επικύρωσης των μόλις 47 ασθενών δείχνει ότι απαιτείται σημαντική βελτιστοποίηση. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετά ενθαρρυντικά σημεία.

Το εργαστήριο έχει δείξει, για παράδειγμα, ότι οι μεταβολίτες στα κόπρανα μπορούν να εντοπίσουν ασθενείς με μεταμόσχευση ήπατος που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν μετεγχειρητική λοίμωξη. Επιπλέον, ενώ δεν έχουν ακόμα μελετηθεί ή προσδιοριστεί συγκεκριμένες θεραπείες, το MDS υποδεικνύει πιθανούς δρόμους για περαιτέρω έρευνα.

«Οι μεταβολίτες που συνθέτουν τον δείκτη, όπως τα λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας, τα χολικά οξέα και οι μεταβολίτες της τρυπτοφάνης, δείχνουν βιολογικές οδούς που μπορεί να αποτελέσουν θεραπευτικούς στόχους», δήλωσαν οι ερευνητές. «Πιθανές παρεμβάσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν αλλαγές στη διατροφή, χορήγηση προβιοτικών ή άμεση συμπλήρωση με αυτούς τους μεταβολίτες».

Το επόμενο βήμα είναι να προχωρήσουν σε επικύρωση του MDS σε νέα σύνολα ασθενών, και να εξεταστεί εάν η σύνδεση μεταξύ της παρατηρούμενης δυσβίωσης και του αυξημένου κινδύνου θνησιμότητας είναι αιτιακή ή απλώς σύμπτωμα άλλης αιτίας.

Πηγή: oloygeia.gr

Το ρόφημα που βοηθά τις γυναίκες να φτάσουν τα 70 χωρίς χρόνια νόσο

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA