Δευτέρα, 11 Αυγούστου 2025
30.8 C
Athens

Οικογενειακά επιδόματα: Άλλη μια αρνητική πρωτιά της Ελλάδας

Nέο ρεπορτάζ του Εuronews Business για τα οικογενειακά επιδόματα στην Ευρώπη, απονέμει στην Ελλάδα την προτελευταία θέση, λίγο πιο πάνω από τη Βουλγαρία.

Όπως αναφέρεται, οι οικογενειακές  παροχές συμβάλλουν στην καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας και την προώθηση της κοινωνικής ένταξης, αλλά οι κρατικές δαπάνες ανά άτομο ποικίλλουν σημαντικά από χώρα σε χώρα.

Το ρεπορτάζ επικαλείται τα πιο πρόσφατα συγκεντρωτικά στοιχεία της Eurostat που αφορούν το έτος 2022 (δημοσιοποιήθηκαν τον Ιούλιο του 2025). Κατά μέσο όρο οι χώρες της ΕΕ δαπάνησαν 852 ευρώ κατ’ άτομο, για οικογενειακά επιδόματα. Πρόκειται για ένα ποσό που έχει αυξηθεί κατά 47% σε σύγκριση με το 2012.

Στην Ελλάδα το ποσό που αντιστοιχεί σε κάθε άτομο είναι 264 ευρώ το χρόνο – λιγότερο από το ένα τρίτο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Οφείλουμε πάντως να αναγνωρίσουμε ότι σε σύγκριση με την περίοδο της οικονομικής κρίσης έχει συντελεστεί πρόοδος, με ονομαστικές αυξήσεις που αγγίζουν το 57% μεσοσταθμικά (από 167 ευρώ το 2012).

Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, την ίδια περίοδο στη Βουλγαρία τα οικογενειακά επιδόματα υπερδιπλασιάστηκαν, από τα 99 στα 211 ευρώ.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορίζει ως οικογενειακά επιδόματα «όλες τις παροχές σε είδος ή σε χρήμα που αποσκοπούν στην κάλυψη οικογενειακών δαπανών βάσει της εθνικής νομοθεσίας κοινωνικής ασφάλισης κάθε κράτους μέλους». Περιλαμβάνουν επιδόματα γονικής άδειας και ανατροφής παιδιών, καθώς και την αποζημίωση για απώλεια εισοδήματος όταν ένας γονέας σταματά να εργάζεται. Στα οικογενειακά επιδόματα εμπίπτουν επίσης οι παροχές παιδικής μέριμνας για εργαζόμενους γονείς (π.χ. επίδομα βρεφονηπιακού σταθμού).

Δαπάνες για οικογενειακά επιδόματα στην ΕΕ (ευρώ κατ’άτομο) – Πηγή: Eurostat/επεξεργασία Euronews

Χάσμα Βορρά-Νότου και στα οικογενειακά επιδόματα

Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η στήριξη για την οικογένεια είναι πιο γενναιόδωρη στις χώρες της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης, από ό,τι στη Νότια και την Ανατολική Ευρώπη.

Τα πιο πλουσιοπάροχα οικογενειακά επιδόματα δίνει στους κατοίκους του το κρατίδιο του Λουξεμβούργου, με σχεδόν 3.800 ευρώ ανά άτομο. Πρόκειται άλλωστε για τη χώρα με τον υψηλότερο  μέσο προσαρμοσμένο μισθό πλήρους απασχόλησης, που έχει ξεπεράσει πλέον τα 81.000 ευρώ ετησίως (έναντι 17.000 ευρώ στην Ελλάδα)

Γαλαντόμες στη στήριξη της οικογένειας είναι και οι σκανδιναβικές χώρες: Η Νορβηγία ξοδεύει κατά μέσο όρο 2.277 ευρώ ανά άτομο για οικογενειακά επιδόματα, η Δανία 1.87 και η Σουηδία 1449 ευρώ.

Η Φινλανδία και η Ισλανδία επίσης πρωτοπορούν, με 1.874 και 1.440 ευρώ κατ’ άτομο αντίστοιχα.

«Οι σκανδιναβικές χώρες και η Γαλλία παραμένουν μεταξύ των χωρών με τις υψηλότερες συνολικές δαπάνες για οικογενειακές παροχές, αν και η προσέγγισή τους βασίζεται περισσότερο σε παροχές σε είδος, όπως η φροντίδα των παιδιών, οι οποίες δεν αποτυπώνονται πλήρως στα μέτρα για τις παροχές σε μετρητά ανά κάτοικο», δήλωσε στο Εuronews Business η δρ. Αν Νταγκέρ, καθηγήτρια κοινωνικής πολιτικής στο πανεπιστήμιο του Μπράιτον της Βρετανίας.

Η Γερμανία (1.616 ευρώ), η Ελβετία (1.375 ευρώ), η Αυστρία (1.340 ευρώ) και η Ιρλανδία (1.026 ευρώ) δαπανούν επίσης πάνω από 1.000 ευρώ ανά άτομο. Το Βέλγιο (976 ευρώ) και η Γαλλία (867 ευρώ) βρίσκονται πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά δεν φτάνουν τα 1.000 ευρώ.

Αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι τα οικογενειακά επιδόματα στην Ολλανδία είναι σημαντικά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ, στα 670 ευρώ ανά άτομο (διαφορά 160 ευρώ).

Επίσης χαμηλότερα από τον μέσο όρο βρίσκονται η Ιταλία και η Ισπανία, με 524 και 427 αντίστοιχα, μολονότι ανήκουν στις τέσσερις μεγαλυτερες οικονομμίες της ΕΕ (μετά τη Γερμανία και τη Γαλλία).

Επιφυλάξεις για τη μεθοδολογία

Αρμόδιοι επιστήμονες εκφράζουν επιφυλάξεις για το κατά πόσο είναι συγκρίσιμα τα ποσά των οικογενειακών επιδομάτων από χώρα σε χώρα, αφού δεν κατανέμουν τις παροχές με τον ίδιο τρόπο.

«Ορισμένες χώρες εστιάζουν στην υποστήριξη των γονέων ή των κηδεμόνων ενός παιδιού. Άλλες εστιάζουν στα ίδια τα παιδιά και τους φοιτητές. Κάποιες οικογενειακές παροχές είναι καθολικές, άλλες είναι στοχευμένες», δηλώνει στο Εuronews ο Γκρεγκ Στρμπαν, καθηγητής δικαίου της Εργασίας και της Κοινωνικης Ασφάλισης στο πανεπιστήμιο της Λουμπλιάνα στη Σλοβενία. O ίδιος αναφέρει ότι μορφές οικογενειακών επιδομάτων μπορεί να είναι και κάποια επιδόματα αναπηρίας ή κοινωνικά βοηθήματα.

Πώς έχουν αλλάξει τα οικογενειακά επιδόματα τα τελευταία 10 χρόνια;

Μεταξύ 32 χωρών τα οικογενειακά επιδόματα ανά άτομο μειώθηκαν σε μόνο δύο χώρες: Στη Νορβηγία κατά 5% (-130 ευρώ) και στην Κύπρο κατά 18% (μείον 62 ευρώ).

Ωστόσο δεν πρόκειται για συγκρίσιμα μεγέθη. Όπως είδαμε η Νορβηγία έχει τις δεύτερες υψηλότερες κατά κεφαλήν δαπάνες για οικογενειακά επιδόματα, ενώ η Κύπρος είναι ουραγός, στην τρίτη χειρότερη θέση μετά την Ελλάδα.

Οι μεγαλύτερες ποσοστιαίες αυξήσεις σημειώθηκαν στην Πολωνία (320%), τη Λετονία (245%) και τη Λιθουανία (198%).

Οι οικογενειακές παροχές ανά άτομο υπερδιπλασιάστηκαν επίσης στην Εσθονία (125 %), τη Σερβία (115 %), τη Βουλγαρία (112 %), την Ισλανδία (110 %) και την Κροατία (101 %).

Η αύξηση ήταν κάτω του 30 % στο Λουξεμβούργο, την Αυστρία, τη Φινλανδία, την Ουγγαρία, τη Γαλλία, τη Σουηδία, τη Δανία και την Ιρλανδία. Οι περισσότερες από αυτές τις χώρες παρείχαν ήδη υψηλότερες παροχές, με εξαίρεση την Ουγγαρία.

Διαφορετικές προτεραιότητες

«Οι δαπάνες για οικογενειακές παροχές ανά άτομο έχουν αυξηθεί σημαντικά σε ολόκληρη την ΕΕ από το 2012, αλλά οι παράγοντες αυτής της αύξησης διαφέρουν επίσης σημαντικά μεταξύ των χωρών», δήλωσε η δρ Νταγκέρ.

Για παράδειγμα, οι εντυπωσιακές αυξήσεις των οικογενειακών επιδομάτων σε χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Πολωνία, συνδέονται με επιλεκτικές πολιτικές προώθησης των γεννήσεων, που αποσκοπούν στην αύξηση των ποσοστών γονιμότητας και τη στήριξη των παραδοσιακών οικογενειακών μοντέλων. Η βρετανίδα καθηγήτρια θεωρεί ότι οι συγκεκριμένες στρατηγικές, που απαιτούν υψηλή χρηματοδότηση, αντανακλούν μια ευρύτερη συντηρητική στροφή σε θέματα κοινωνικής πολιτικής. Η ίδια συμπληρώνει ότι σε παρόμοια ρότα κινείται και η Ιταλία, επί της πρωθυπουργίας της Τζόρτζια Μελόνι, από το 2022.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι και οι επιδοματικές πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη, όπως το εφάπαξ επίδομα γέννησης παιδιού, που αυξήθηκε στα 2.400 ευρώ για το πρώτο παιδί (από 2.000 ευρώ, με αναδρομική ισχύ από το 2023), κινούνται στην ίδια κατεύθυνση.

Διαφορετική στόχευση έχουν επιδόματα με καθολική ισχύ, όπως το καθολικό επίδομα τέκνου που εισήγαγε η Λιθουανία το 2018. Η μεταρρύθμιση αυτή είχε ως κύριο στόχο τη μείωση της παιδικής φτώχειας και τη διασφάλιση καλύτερης πρόσβασης στην στήριξη, ιδίως για τις οικογένειες με χαμηλό εισόδημα που είχαν προηγουμένως αποκλειστεί από τα φορολογικά συστήματα, εξηγεί η δρ Ντάγκερ.

Στην Ελλάδα τα νοικοκυριά με δύο εργαζομενους γονείς και δύο παιδιά (με πράσινο) έχουν αναλογικά μεγαλύτερες κρατήσεις απο τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά χωρίς παιδί (σκούρο μπλε) / πηγή: Eurostat-επεξεργασία Εuronews

Αρνητικό παράδειγμα η Ελλάδα

Η Ελλάδα μαζί με την Κύπρο, αναφέρεται στο δημοσίευμα του Euronews ως αρνητικό παράδειγμα. Όπως τονίζεται, η αύξηση των δαπανών για οικογενειακά επιδόματα είναι πολύ μικρή, ενώ τα ποσοστά γονιμότητας είναι επίμονα χαμηλά.

Σύμφωνα πάντως με τα στοιχεία της Eurostat, τα οικογενειακά επιδόματα στην Ελλάδα αποτελούν μόνο το 5,5% του συνόλου των κοινωνικών επιδομάτων, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι σχεδόν 8,2%. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι στην Ελλάδα η φορολογία προς το παρόν δεν φαίνεται να ευνοεί ιδιαίτερα τις οικογένειες με παιδιά, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τις «τιμωρεί» κιόλας.

Από τον σχετικό πίνακα που παραθέτει το Εuronews, βασισμένο σε στοιχεία της Eurostat για τη διαφορά μικτού και καθαρού μισθού, προκύπτει ότι ένας εργαζόμενος στην Ελλάδα που ζει σε μονοπρόσωπο νοικοκυριό, χωρίς παιδιά, βάζει στην τσέπη ως καθαρό ποσό το 75,2% των μικτών αποδοχών του. Ένα νοικοκυριό με δυο εργαζόμενους γονείς και δύο ανήλικα παιδιά, εισπράττει αναλογικά μικρότερο ποσοστό των ακαθάριστων αποδοχών, το 74,1% (αφού όσο αυξάνεται το εισόδημα, αυξάνονται οι κρατήσεις). Ένα μονογονεϊκό νοικοκυριό στην Ελλάδα, με δύο παιδιά, εισπράττει ως καθαρό ποσό το 77% των μικτών αποδοχών του εργαζόμενου γονέα.

Αντιθέτως, κατά μέσο όρο στην ΕΕ οι μονογονεϊκές οικογένειες έχουν πολύ μεγαλύτερες ελαφρύνσεις, εισπράττοντας ως καθαρό ποσό σχεδόν το 83% του μικτού μισθού

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA