Δεν έχουν περάσει δεκαπέντε χρόνια από την ευρωπαϊκή κρίση χρέους και τα μαύρα πρόβατα της Ευρώπης, και τα ομόλογα των χωρών που ήταν μια ανάσα πριν καταρρεύσουν από το βάρος του χρέους, τώρα φιγουράρουν στην κορυφή των επενδυτικών επιλογών.
Η Ιταλία, η Ισπανία, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα συστήνονται από εταιρείες όπως η PGIM Fixed Income, με έδρα το Λονδίνο.
Τα ισπανικά, ελληνικά και πορτογαλικά ομόλογα έχουν πλέον χαμηλότερες αποδόσεις από τα γαλλικά. Η Ιταλία είναι σε πορεία να ξεπεράσει τη Γερμανία και τη Γαλλία για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά σε όρους συνολικών αποδόσεων, ισοφαρίζοντας τη μεγαλύτερη σειρά νικών που έχει καταγραφεί ποτέ
«Μετά την κρίση, η γενική άποψη ήταν ότι η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει δυσκολίες» εξηγεί στο ο GuillermoFelices της PGIM Fixed Income, αναφερόμενος στην ιστορία της αργής ανάπτυξης, των υπερβολικών δημόσιων δαπανών και των διαμαχών μεταξύ των κρατών μελών. «Αυτό δεν ισχύει πλέον, ειδικά όσον αφορά τη δημοσιονομική σπατάλη, ενώ οι ΗΠΑ ακολουθούν μια πιο ανορθόδοξη πολιτική».
Η αλλοπρόσαλλη εμπορική πολιτική του Αμερικανού προέδρου είχε αρνητικές συνέπειες στην αγορά ομολόγων, με ένα σημαντικό sell off να ξετυλίγεται τον Απρίλιο μετά την ανακοίνωση των αμοιβαίων δασμών ενώ οι επενδυτές ανησυχούν για το δημοσιονομικό μέλλον των ΗΠΑ.
Η ελκυστικότητα των ομολόγων των περιφερειακών χωρών, εν τω μεταξύ, οφείλεται στην οικονομική ανάκαμψη μετά την πανδημία, η οποία ξεπέρασε τα κέρδη των οικονομικών δυνάμεων της περιοχής, της Γερμανίας και της Γαλλίας. Η Ισπανία αποτελεί ένα ιδιαίτερα φωτεινό σημείο και αναμένεται να σημειώσει ανάπτυξη περίπου 2,5% φέτος, υπερδιπλασιάζοντας τον ρυθμό της ευρύτερης ευρωζώνης.
Η έκθεση των επενδυτών στις χώρες της περιφέρειας της Ευρώπης παραμένει κοντά στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών, σύμφωνα με μηνιαία έρευνα της Bank of America που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή.
Η στροφή της Γερμανίας
Ένα άλλο σημαντικό σημείο καμπής ήρθε τον Μάρτιο, όταν η Γερμανία εγκατέλειψε δεκαετίες δημοσιονομικής λιτότητας και δεσμεύτηκε να επενδύσει δισεκατομμύρια ευρώ στην άμυνα και τις υποδομές. Αν και αυτό θεωρείται ζωτικός καταλύτης για την ανάπτυξη της ΕΕ, η επερχόμενη πλημμύρα γερμανικών ομολόγων έχει κάνει ορισμένους επενδυτές επιφυλακτικούς και έχει μειώσει τις τιμές του χρέους της χώρας.
«Προτιμούμε χώρες με ισχυρή ανάπτυξη, οι οποίες δεν έχουν δεσμευτεί να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες όσο η Γερμανία» τονίζει ο Niall Scanlon, διαχειριστής χαρτοφυλακίου σταθερού εισοδήματος στη Mediolanum International Funds Limited. Η Ισπανία είναι η «κορυφαία επιλογή» του, αν και δηλώνει ότι φέτος έχει προτιμήσει και την Ιταλία.
Η Γαλλία αποτελεί πλέον απαγορευμένη περιοχή για πολλά ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια. Η χώρα βρέθηκε πέρυσι να καταγράφει το μεγαλύτερο δημοσιονομικό έλλειμμα στην ευρωζώνη και οι προσπάθειες της κυβέρνησης να περάσει τον προϋπολογισμό του 2026 τους επόμενους μήνες ενδέχεται να προκαλέσουν νέα περίοδο αστάθειας.
Ως αποτέλεσμα, η διαφορά στο κόστος δανεισμού μεταξύ Γαλλίας και Ιταλίας έχει μειωθεί: οι επενδυτές απαιτούν μόλις 12 μονάδες βάσης επιπλέον απόδοση για να δανείσουν στην Ιταλία για 10 χρόνια αντί για τη Γαλλία, το μικρότερο ποσό των τελευταίων δύο δεκαετιών.
«Προτιμούμε την Ιταλία και την Ισπανία από τη Γαλλία και τη Γερμανία» τονίζει ο Sachin Gupta, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην εταιρεία Pacific Investment Management Co., η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα των ομολόγων. Η υπεραπόδοση των περιφερειακών χωρών «μπορεί να συνεχιστεί, ακόμη και μετά από μια μακρά πορεία», πρόσθεσε.
Σε ομιλία του τον Ιούνιο, ο αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Philip Lane επεσήμανε τη σχετική σταθερότητα των ομολόγων της ευρωζώνης φέτος, ακόμη και όταν άλλες αγορές χρέους παρουσίασαν σημαντικές διακυμάνσεις στις τιμές. Αυτό πιθανώς οφείλεται σε παράγοντες όπως οι εισροές από εγχώριους και διεθνείς επενδυτές, οι οποίοι μείωσαν την έκθεσή τους σε αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία, καθώς και η «κοινή δέσμευση» για δημοσιονομική ευθύνη σε ολόκληρη την ευρωζώνη, είπε χαρακτηριστικά,
Βεβαίως, τα ομόλογα των περιφερειακών χωρών έχουν ήδη ανακάμψει τόσο πολύ που οι πιθανές αποδόσεις δεν είναι τόσο ελκυστικές όσο ήταν κάποτε. Η Ελλάδα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα πριν από λιγότερο από τρία χρόνια, τα 10ετή ομόλογά της απέφεραν απόδοση άνω του 5%. Από τότε, η απόδοση έχει μειωθεί σε περίπου 3,30%.
Πηγή: ΟΤ