Για δεκαετίες οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες προχώρησαν σε αθρόες εκδόσεις χρέους αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων, το κόστος εξυπηρέτησης των οποίων αυξάνεται και μειώνεται ανάλογα με τον πληθωρισμό. Όμως το κόστος αυτό που ήταν φθηνό όταν οι τιμές παρέμεναν στάσιμες, με γοργούς ρυθμούς μετατράπηκε σε ακριβό.
Ο προβληματισμός για τον πληθωρισμό για τις ευρύτερες προκλήσεις που προέκυψαν στο τέλος μια εποχής περισσότερο μιας δεκαετίας όπου το χρήμα ανά τον κόσμο κυκλοφορούσε εύκολα και φθηνά, μια περίοδος κατά την οποία στους δανειολήπτες χορηγήθηκαν τεράστια ποσά με πολύ χαμηλά, και μερικές φορές αρνητικά, επιτόκια.
Πλέον όμως, οι επενδυτές βρίσκονται σε επιφυλακή, μετά την κρίση στις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ φέτος, αλλά και από τις πιέσεις που αναδύονται στα εμπορικά ακίνητα.
Το κόστος δανεισμού έχει αυξηθεί απότομα για τις κυβερνήσεις, τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές, καθώς οι κεντρικές τράπεζες έχουν αυξήσει το βασικό τους επιτόκιο για να απορροφήσουν τις πιέσεις στις τιμές. Τα επιτόκια έχουν εκτοξευθεί στα δάνεια που συνδέονται με τον πληθωρισμό, όμως δεν αποτελούν τη μόνη πηγή πίεσης.
Όταν λήγουν τα ομόλογα με σταθερό επιτόκιο, πρέπει να αντικατασταθούν με ακριβότερο νέο χρέος. Εν τω μεταξύ, τα επιτόκια των δανείων συνήθως είναι κυμαινόμενα, κάτι που σημαίνει ότι σε αυτά επιδρούν γρήγορα οι αλλαγές στα επιτόκια.
Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων σταθερού επιτοκίου, ένα υποκατάστατο για το κόστος δανεισμού των κυβερνήσεων, έχουν σκαρφαλώσει σε περίπου 4,3% στο Ηνωμένο Βασίλειο και 3,9% στις ΗΠΑ. Και οι δύο αποδόσεις βρίσκονταν χαμηλότερα του 1% κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Τα 2,2 τρισ. δολάρια το κόστος πληρωμής των τόκων
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Fitch Ratings, μόνο για φέτος οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο θα πρέπει να πληρώσουν συνολικά περί των 2,2 τρισ. δολαρίων σε τόκους. Το κόστος για τους τόκους του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών αυξήθηκε κατά 25% στα 652 δισ. δολάρια τους εννέα μήνες μέχρι τον Ιούνιο. Το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της Γερμανίας αναμένεται να εκτοξευθεί στα 30 δισ. ευρώ φέτος, από 4 δισ. ευρώ το 2021.
Στα τέλη του 2022, οι κυβερνήσεις είχαν 3,5 τρισ. δολάρια σε ανεξόφλητο χρέος συνδεδεμένο με τον πληθωρισμό, σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, που μεταφράζεται σεχ σχεδόν 11% του συνολικού δανεισμού τους.
Το «μαύρο πρόβατο» στο πρόβλημα με το χρέος που συνδέεται με τον πληθωρισμό είναι η Βρετανία, η οποία έχει βιώσει την ταχύτερη αύξηση του κόστους του χρέους στη G7. Το Ηνωμένο Βασίλειο για πρώτη φορά είδε θετικά αυτού του είδους το χρέος υπό την πρωθυπουργία της Μάργκαρετ Θάτσερ και το 1981 έγινε μία από τις πρώτες ανεπτυγμένες οικονομίες που εξέδωσαν χρέος συνδεδεμένο με τον πληθωρισμό: τίτλους που είναι γνωστοί ως linkers στη Βρετανία και Treasury Inflation-Protected Securities, ή TIPS, στις ΗΠΑ. Τόσο το ποσό που οφείλεται στους επενδυτές όταν λήξουν τα ομόλογα όσο και οι τακτικές πληρωμές τόκων που λαμβάνουν κυμαίνονται βάσει του πληθωρισμού.
Περίπου το ένα τέταρτο του χρέους του Ηνωμένου Βασιλείου είναι πλέον συνδεδεμένο με τον πληθωρισμό, ακολουθώντας το παράδειγμα κάποιων αναδυόμενων αγορών με ιστορικό ανεξέλεγκτων τιμών, όπως η Ουρουγουάη, η Βραζιλία και η Χιλή.
«Ξεχωρίζουμε σαν πονεμένος αντίχειρας», επισημάνει ο Σανζάι Ράζα, επικεφαλής οικονομολόγος της Deutsche Bank στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Τα προβλήματα με το χρέος της Βρετανίας περιπλέκονται από τη μακροχρόνια εξάρτησή του από ένα μέτρο αύξησης των τιμών που βρίσκεται σε δυσμενή θέση: τον δείκτη τιμών λιανικής ή RPI. Περίπου 600 δισεκατομμύρια λίρες σε ομόλογα συνδέονται με αυτό το μέτρο, το οποίο αυξάνεται σταθερά ταχύτερα από τους πιο ευρέως χρησιμοποιούμενους δείκτες των τιμών καταναλωτή. Το Λονδίνο έχει δεσμευτεί να καταργήσει σταδιακά τον RPI έως το 2030.
Ο πληθωρισμός, όπως μετράται από τον RPI, ξεπέρασε το 14% τον Οκτώβριο και εξακολουθούσε να βρίσκεται στο 11% τον Ιούνιο σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα. Οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι ο πληθωρισμός του Ηνωμένου Βασιλείου θα συνεχίσει να υποχωρεί φέτος, αν και πιο αργά από ό,τι σε άλλες μεγάλες οικονομίες.
Η θεωρία απέχει από την πράξη
Θεωρητικά, οι υψηλότερες πληρωμές για τους τόκους θα έπρεπε να εξισορροπούνται από την αύξηση των εσόδων. Ενώ ο υψηλότερος πληθωρισμός σημαίνει μεγαλύτερες πληρωμές στους κατόχους ομολόγων, θα πρέπει επίσης να αποφέρει περισσότερους φόρους.
Αυτή η λογική ισχύει ιδιαίτερα σε αγορές όπως της Βρετανίας, όπου οι δείκτες του πληθωρισμού είναι βαθιά ενσωματωμένοι στην οικονομία. Τα φορολογικά όρια, οι συντάξεις και οι δαπάνες για την κοινωνική πρόνοια, τα εισιτήρια των σιδηροδρόμων και οι λογαριασμοί κινητής τηλεφωνίας συνδέονται συχνά με τους δείκτες τιμών.
Όμως το ενεργειακό σοκ που τροφοδότησε τον πρόσφατο πληθωρισμό ανέτρεψε αυτό το μαθηματικό σύστημα, καθώς οι υψηλότεροι λογαριασμοί ενέργειας οδήγησαν τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή σε άνοδο, ακόμη και όταν τα κέρδη και οι καταναλωτικές δαπάνες υστερούσαν. Το Ηνωμένο Βασίλειο βιώνει το «λάθος είδος πληθωρισμού», δήλωσε αυτό το μήνα το Γραφείο Ευθύνης του Προϋπολογισμού της Βρετανίας. Η ευαισθησία του χρέους του Ηνωμένου Βασιλείου στον πληθωρισμό είναι πρωτοφανής, προσθέτει.
Η βιωσιμότητα του χρέους του Ηνωμένου Βασιλείου βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής των επενδυτών μετά την κατάρρευση των αγορών το περασμένο φθινόπωρο, η οποία προκλήθηκε από τα σχέδια της τότε πρωθυπουργού Λιζ Τρας για μείωση των φόρων.
Ο διάδοχός της Ρίσι Σουνάκ και ο υπουργός Οικονομικών Τζέρεμι Χαντ προσπάθησαν να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των αγορών με δεσμεύσεις για τη συγκράτηση του πληθωρισμού και τη μείωση του χρέους. Καθώς το κόστος της Βρετανίας για τους τόκους ανεβαίνει και με το χρέος να ξεπερνά πλέον το 100% του ΑΕΠ, οι υποσχέσεις αυτές καθίστανται όλο και πιο δύσκολο να τηρηθούν διατηρώντας παράλληλα την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Το βάρος του χρέους υπονομεύει επίσης τις ελπίδες του Σουνάκ να πείσει τους ψηφοφόρους και να αναζωογονήσει την οικονομία με περικοπές φόρων και μέτρα για δαπάνες ενόψει των εκλογών που αναμένεται να διεξαχθούν το επόμενο έτος.
«Θα μπορούσαμε γρήγορα να βρεθούμε σε μια κατάσταση όπου θα αντιμετωπίσουμε εκ νέου κάποια αίσθηση κρίσης, ιδίως με οικονομικό υπόβαθρο τον στασιμοπληθωρισμού με πραγματικά αδύναμη ανάπτυξη και υπερβάλοντα πληθωρισμό», υποστηρίζει ο Μαρκ Ντάουντινκγ, επικεφαλής επενδύσεων στην RBC BlueBay Asset Management στο Λονδίνο. «Περαιτέρω λάθη πολιτικής θα μπορούσαν εύκολα να τιμωρηθούν από την αγορά».
Το κόστος εξυπηρέτησης ακολουθεί την ανιούσα
Οι υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων και ο επίμονος πληθωρισμός θα επιβαρύνουν με επιπλέον 30 δισ. λίρες το κόστος εξυπηρέτησης του κρατικού χρέους του Ηνωμένου Βασιλείου, εκτιμά ο οικονομολόγος της Bank of America Ρόμπερτ Γουντ.
«Η κυβέρνηση έχει τρεις επιλογές: Θα μπορούσε να αυξήσει τους φόρους ή θα μπορούσε να δανειστεί περισσότερα. Σίγουρα θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτή η αύξηση του κόστους των τόκων του χρέους είναι ασύμβατη με τη μείωση των φόρων», τονίζει ο ίδιος.
Η Βρετανία πουλάει λιγότερα ομόλογα συνδεδεμένα με τον πληθωρισμό, τα οποία είναι πιθανό να αποτελούν το 11% της έκδοσης ομολόγων κατά το τρέχον οικονομικό έτος, από περισσότερο από 20% καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 2010.
Ένας βετεράνος κεντρικός τραπεζίτης του Ηνωμένου Βασιλείου δήλωσε ότι τα linkers έχουν κάνει σε μεγάλο βαθμό τη δουλειά τους όπως την οραματίστηκαν τη δεκαετία του 1980.
«Βγαίναμε από μια δεκαετία κατά την οποία ο πληθωρισμός ήταν εξαιρετικά υψηλός. Ο κόσμος ήταν πολύ επιφυλακτικός ως προς την ικανότητα οποιασδήποτε κυβέρνησης, ιδίως της συντηρητικής κυβέρνησης, να μειώσει τον πληθωρισμό σε χαμηλό και σταθερό ποσοστό», αναφέρει ο Τσαρλς Γκούντχαρτ, ο οποίος ήταν σύμβουλος στην Τράπεζα της Αγγλίας από το 1969 έως το 1985.
Οι φόβοι ότι τα ομόλογα αυτά θα οδηγούσαν σε νέα σπιράλ μισθών-τιμών, καθώς τα συνδικάτα απαιτούσαν αυξήσεις που να συμβαδίζουν με τον πληθωρισμό, δεν επαληθεύτηκαν,. Η Θάτσερ, η οποία έχει αποκαλέσει τον πληθωρισμό «καταστροφέα των πάντων», είδε τα linkers ως «κοιμώμενους αστυνομικούς», διασφαλίζοντας ότι η κυβέρνηση δεν θα έμπαινε στον πειρασμό να αφήσει τον πληθωρισμό να τρέξει για να βοηθήσει στη διόγκωση του χρέους.
«Κάνει την τρέχουσα δημοσιονομική θέση πιο δύσκολη. Όμως αυτό είναι που ήθελε στην πραγματικότητα η κ. Θάτσερ. Ήθελε οι κυβερνήσεις να αντιστέκονται πιο σθεναρά στον πληθωρισμό», προσθέτει ο Γκούντχαρτ.
Οι εταιρείες αισθάνονται επίσης την πίεση από το χρέος που συνδέεται με τον πληθωρισμό. Η μεγαλύτερη εταιρεία ύδρευσης του Ηνωμένου Βασιλείου, η Thames Water, σχεδόν κατέρρευσε τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς οι επενδυτές αμφισβήτησαν την ικανότητά της να αποπληρώσει χρέος ύψους 14 δισ. λιρών, περίπου το ήμισυ του οποίου συνδέεται με τον πληθωρισμό. Το χρέος της Thames Water συνδέεται με τον πληθωρισμό, όμως οι τιμές των πελατών ακολουθούν πλέον τον δείκτη τιμών καταναλωτή, ο οποίος υστερεί έναντι του RPI κατά περίπου 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Πηγή: OT