Με τις τιμές του μαύρου χρυσού να κυμαίνονται κοντά στα 70 δολάρια το βαρέλι, έχοντας πλησιάσει τα χαμηλότερα επίπεδα από το Δεκέμβριο του 2021 πριν να αυξηθούν ελαφρά ξανά, ο ΟΠΕΚ και οι σύμμαχοί του (ΟΠΕΚ+) αναβάλλει τις αυξήσεις στην παραγωγή για άλλους δύο μήνες ελπίζοντας να στηρίξει τις τιμές στο πετρέλαιο,
Την ίδια στιγμή και υπό τις εξελίξεις αυτές διεθνείς οίκοι αναθεωρούν τις προβλέψεις τους με βάση τα νέα δεδομένα, προβλέποντας πιο χαμηλές τιμές για το 2024 και πιθανώς το 2025.
Πρόκειται για εξέλιξη που ευνοεί τους καταναλωτές αφού δημιουργεί προϋποθέσεις για να πέσουν κι άλλο οι τιμές στα υγρά καύσιμα και γενικότερα ο πληθωρισμός.
Η Morgan Stanley προβλέπει πλέον τις τιμές να διαμορφώνονται στα 75 δολάρια το βαρέλι κατά μέσο όρο το τελευταίο τρίμηνο του 2024, από 80 δολάρια που προέβλεπε μέχρι τώρα. Η Goldman Sachs από την πλευρά της μείωσε τις προβλέψεις κατά 5 δολάρια για όλο το 2025. Τώρα η επενδυτική τράπεζα εκτιμά ότι το αργό πετρέλαιο θα φτάσει κατά μέσο όρο στα 80 δολάρια το βαρέλι το επόμενο έτος, με εύρος από 70 έως 85 δολάρια.
Η Citi στο πιο απαισιόδοξο σενάριο για τους πετρελαιοπαραγωγούς προβλέπει υποχώρηση των τιμών ακόμη και στα 60 δολάρια το βαρέλι του χρόνου εάν ο ΟΠΕΚ δεν προχωρήσει σε νέες μειώσεις της παραγωγής, καθώς θεωρεί ότι η ζήτηση από τις μεγάλες οικονομίες θα μειώνεται. Το σενάριο αυτό είναι το πιο απαισιόδοξο για τους παραγωγούς μαύρου χρυσού και το δυσκολότερο να επιβεβαιωθεί από τις εξελίξεις.
Η Morgan Stanley
Οι αναλυτές της Morgan Stanley βλέπουν αυξανόμενους αντίθετους ανέμους από την πλευρά της ζήτησης, κάτι που ήταν ο βασικός λόγος για να μειώσουν τις προβλέψεις τους για την τιμή του πετρελαίου στο τέταρτο τρίμηνο. «Η πρόσφατη τροχιά των τιμών του πετρελαίου έχει ομοιότητες με άλλες περιόδους με σημαντική αδυναμία ζήτησης», ανέφεραν οι αναλυτές της επενδυτικής τράπεζας στο Bloomberg.
Η αναθεώρηση των προβλέψεων προς τα κάτω για την τιμή του πετρελαίου είναι η δεύτερη τέτοια μείωση της Morgan Stanley σε λίγο περισσότερο από δύο εβδομάδες. Στα τέλη Αυγούστου, η τράπεζα της Wall Street μείωσε τις προβλέψεις για την τιμή του Brent για το τέταρτο τρίμηνο του 2024 στα 80 δολάρια ανά βαρέλι, από 85 δολάρια ΗΠΑ που εκτιμούσε νωρίτερα.
Η Goldman Sachs
Η ασθενέστερη κινεζική ζήτηση, τα υψηλά αποθέματα και η αυξανόμενη παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ ώθησαν την Goldman Sachs να μειώσει το αναμενόμενο εύρος τιμών του πετρελαίου Brent κατά 5 δολάρια στα 70 με 85 δολάρια το βαρέλι.
Τα αποθέματα παρέμειναν σταθερά στην περίοδο αιχμής της θερινής ζήτησης, σε αντίθεση με τις προσδοκίες για μείωσή τους έγραψαν οι αναλυτές της τράπεζας Wall Street. Η υψηλότερη προσφορά στις ΗΠΑ έχει αντισταθμίσει μέρος της εποχικής ζήτησης, σύμφωνα με την Goldman Sachs.
Η Citi
Η Citi αναφέρει ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις δεν έχουν προς το παρόν μεγάλο ούτε άμεσο αντίκτυπο στις τιμές του πετρελαίου. Άνοδοι στις τιμές από γεωπολιτικά γεγονότα είχαν ανεβάσει προσωρινά τις τιμές του πετρελαίου, αλλά η Citi σημειώνει ότι κάθε τέτοια ανάκαμψη είναι πιο αδύναμη από την προηγούμενη. Επιπλέον, η Citi αναφέρει πως η αγορά φαίνεται τώρα να κατανοεί ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις δεν σημαίνουν αμέσως διαταραχές της προσφοράς.
Η τράπεζα προσθέτει ότι εάν ο ΟΠΕΚ αποφύγει να επεκτείνει τις περικοπές παραγωγής πέρα από το τρέχον σχέδιό του, η αγορά μπορεί να χάσει την εμπιστοσύνη της στην ικανότητα του καρτέλ να κρατήσει το πετρέλαιο στα 70 δολάρια.
Πετρέλαιο: Κομβικός ο ρόλος του ΟΠΕΚ+
Οι προκλήσεις για την οικονομική ανάπτυξη από τις ΗΠΑ μέχρι την Ευρώπη και την Ασία και ειδικά την Κίνα κάνουν τον ΟΠΕΚ να μειώνει τις προβλέψεις του για αύξηση την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου το 2024.
Οι ασθενέστερες προοπτικές υπογραμμίζουν περαιτέρω την πρόκληση που αντιμετωπίζει ο ΟΠΕΚ+, ο οποίος περιλαμβάνει τον ΟΠΕΚ και συμμάχους όπως η Ρωσία.
Ο ΟΠΕΚ στη μηνιαία του έκθεση ανέφερε ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα αυξηθεί κατά 2,03 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως το 2024, αντί για ανάπτυξη 2,11 εκατ. βαρέλια που αναμενόταν τον περασμένο μήνα.
Ειδικά στην Κίνα η ζήτηση πετρελαίου αντιμετωπίζει αντίθετους ανέμους από τις οικονομικές προκλήσεις και τη στροφή προς καθαρότερα καύσιμα, εκτιμά ο ΟΠΕΚ.
Πηγή: ΟΤ