Τρίτη, 11 Μαρτίου 2025
15.2 C
Athens

Πόσο έχει κοστίσει ο πόλεμος στην Ουκρανία; Και ποιος πληρώνει;

Τρία χρόνια μετά από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ποιο είναι το κόστος του πολέμου; Ποιες είναι οι συνέπειές του;

Ξεκινώντας από τις οικονομικές διαστάσεις, η Ρωσία έχει σήμερα Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) που εκτιμάται σε κάτι περισσότερο από 2 τρισ. δολάρια, ενώ π.χ. της Ιταλίας ανέρχεται σε 2,2 τρισ. δολάρια. Το ΑΕΠ της Ουκρανίας είναι το 1/10 του μεγέθους της Ρωσίας: περίπου 200 δισ. δολάρια.

Ο πόλεμος μείωσε το ΑΕΠ της Ουκρανίας κατά περίπου 20% -πολύ περισσότερο από της Ρωσίας- επιδεινώνοντας μια μακροχρόνια ανισότητα. Το ρωσικό κατά κεφαλήν εισόδημα είναι τώρα διπλάσιο από αυτό της Ουκρανίας.

Σε πραγματικούς όρους, το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ουκρανίας μειώθηκε στο μισό με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, αργότερα ανέκαμψε αλλά παρέμεινε κολλημένο στα 3/4 των επιπέδων της σοβιετικής εποχής.

Η Ρωσία γνώρισε την ίδια αρχική πτώση μετά το 1991, αλλά έκτοτε έχει διπλασιαστεί το κατά κεφαλήν εισόδημά της σε πραγματικούς όρους από το 2000.

Ανθρώπινες ζωές

Το ανθρώπινο κόστος του πολέμου είναι το πιο τραγικό. Τον Φεβρουάριο του 2024, ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε ότι 31.000 Ουκρανοί στρατιωτικοί είχαν σκοτωθεί.

Μέχρι τις 31 Αυγούστου 2024, η Αποστολή Παρακολούθησης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών είχε τεκμηριώσει τουλάχιστον 11.743 θανάτους αμάχων και 24.614 τραυματισμούς στην Ουκρανία από την έναρξη της εισβολής.

Έξι εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν τραπεί σε φυγή για να γλυτώσουν από τον πόλεμο και την επιστράτευση, ενώ υπολογίζεται ότι τέσσερα εκατομμύρια είναι εσωτερικά εκτοπισμένοι. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, ο πληθυσμός της Ουκρανίας έχει μειωθεί κατά το 1/4 από την έναρξη της εισβολής.

Οι καταστροφές που έχουν προκληθεί από τον πόλεμο είναι τεράστιες. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2023, οι διεθνείς θεσμοί υπολόγισαν τη ζημιά στα 152 δισεκατομμύρια δολάρια. Σήμερα, τα Ηνωμένα Έθνη προβλέπουν ότι η ανοικοδόμηση της χώρας μπορεί να κοστίσει 486 δισεκατομμύρια δολάρια – περίπου 2,5 φορές το ΑΕΠ της Ουκρανίας.

Τόσο η οικονομία της Ουκρανίας όσο και η πολεμική της προσπάθεια έχουν υποστηριχθεί από τη συλλογική Δύση. Σύμφωνα με το Ukraine Support Tracker από το Πανεπιστήμιο του Κιέλου, το Κίεβο έχει λάβει 267 δισ. ευρώ βοήθεια τα τελευταία 3 χρόνια.

Ουκρανοί βάλουν με ένα D-30 κατά των ρωσικών στρατευμάτων στη Ζαπορίζια

Τα μισά από αυτά αφορούσαν όπλα και στρατιωτική βοήθεια, με 118 δισ. ευρώ σε οικονομική υποστήριξη και 19 δισ. ευρώ για ανθρωπιστική βοήθεια.

Οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν συνεισφέρει περισσότερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες: 62 δισ. ευρώ σε όπλα και 70 δισ. ευρώ σε άλλη βοήθεια από την Ευρώπη, σε σύγκριση με 64 δισ. ευρώ σε όπλα και 50 δισ. ευρώ σε άλλη βοήθεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι ευρωπαϊκές προμήθειες όπλων προέρχονται από μεμονωμένα έθνη και την Ευρωπαϊκή Διευκόλυνση για την Ειρήνη, η οποία συγκεντρώνει πόρους από κράτη-μέλη της ΕΕ. Μαζί με το Ταμείο Βοήθειας για την Ουκρανία, το Κίεβο έχει λάβει 11,1 δισ. ευρώ σε όπλα από τις Βρυξέλλες τα τελευταία 3 χρόνια, σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Μεταξύ των εγχώριων δαπανών και της εξωτερικής βοήθειας, το άμεσο κόστος του πολέμου για την Ουκρανία έχει ήδη υπερβεί το διπλάσιο του όγκου του ΑΕΠ της χώρας.

Πέρα από την άμεση υποστήριξη, υπάρχει εκτεταμένη έμμεση στρατιωτική βοήθεια, η οποία είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί. Η πολεμική προσπάθεια της Ουκρανίας βασίζεται σε συστήματα «εντολής, ελέγχου, επικοινωνίας και πληροφοριών» (C3I) που παρέχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τα ευρωπαϊκά έθνη.

Τροχιοδεικτικά βλήματα στον νυχτερινό ουρανό του Κιέβου εν μέσω ρωσική επίθεσης με drone

Δορυφόροι, αναγνώριση πεδίου μάχης, πόλεμος πυραύλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών, συστήματα στόχευσης, υλικοτεχνική υποστήριξη και στρατιωτικός συντονισμός γίνονται όλα δυνατά από τη δυτική στρατιωτική τεχνολογία και υποστήριξη.

Επιπλέον, η δυτική υποστήριξη προς το Κίεβο διαδραμάτισε ρόλο στην αποτροπή περαιτέρω ρωσικής κλιμάκωσης στον τύπο των όπλων που αναπτύσσονται.

Ο Ντόναλντ Τραμπ τα έχει όλα αυτά υπ’ όψιν όταν απαιτεί από το Κίεβο να «αποζημιώσει» τις Ηνωμένες Πολιτείες για το κόστος ασφάλειας και εποφθαλμιά τους στρατηγικούς πόρους της Ουκρανίας.

Σύμφωνα με προσωρινές εκτιμήσεις που αναφέρθηκαν από τους Financial Times, τα αποθέματα στρατηγικών ορυκτών της Ουκρανίας εκτιμώνται σε περίπου 11,5 δισ. δολάρια.

Ωστόσο, ο Τραμπ ζήτησε ουκρανικούς πόρους αξίας 500 δισ. δολαρίων -όχι μόνον ορυκτά, αλλά και πετρέλαιο, φυσικό αέριο, λιμάνια και υποδομές- ως αποζημίωση για τη στρατιωτική βοήθεια που παρείχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, των οποίων η άμεση υποστήριξη στην Ουκρανία από το 2014 ανήλθε συνολικά σε 69,2 δισ. δολάρια.

Ουκρανικά εκπαιδευτικά πυρά με το γερμανικό Leopard 1A5 (5/2/2025)

Τι γίνεται με τη Ρωσία; Εκτιμήσεις από το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ -αν και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή- υποδηλώνουν ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ρωσίας έχουν κοστίσει στη Μόσχα έως και 211 δισ. δολάρια, περίπου το 1/10 του ΑΕΠ της. Οι ίδιες εκτιμήσεις δείχνουν ότι 315.000 Ρώσοι στρατιώτες έχουν σκοτωθεί ή τραυματιστεί.

Όπως η Ουκρανία, έτσι και η Ρωσία έχει βιώσει αυξανόμενο πληθωρισμό και έχει ανακατευθύνει σημαντικούς πόρους προς την παραγωγή όπλων. Ωστόσο, τα μεγάλα χρηματοοικονομικά αποθέματα που συσσωρεύτηκαν μέσω των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου συνέβαλαν στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων των δυτικών κυρώσεων.

Εν τω μεταξύ, οι νέες εμπορικές σχέσεις -συμπεριλαμβανομένων όσων τοιχοδομήθηκαν μέσω επιχειρηματικών τριγωνισμών- διατήρησαν τη ρωσική οικονομία εν λειτουργία. Οι αυξανόμενες τιμές της ενέργειας που προέκυψαν από τον πόλεμο ενίσχυσαν περαιτέρω την αξία των εξαγωγών της Ρωσίας.

Τα σκληρά γεγονότα τριών χρόνων πολέμου -λαμβάνοντας υπ’ όψιν τόσο το οικονομικό κόστος όσο και τις πολιτικές συνέπειες- παρουσιάζουν μια σκοτεινή πραγματικότητα.

Η Ουκρανία είναι ένα εύθραυστο έθνος, η οικονομία και η πολεμική της προσπάθεια υποστηρίζονται μόνον από τη συλλογική Δύση. Η ασυμμετρία με τη Ρωσία έχει διογκωθεί. Η Μόσχα επέδειξε οικονομική ανθεκτικότητα, επανατοποθετήθηκε διεθνώς και συσπείρωσε τον ρωσικό λαό γύρω από τον Βλαντίμιρ Πούτιν.

Η Ευρώπη δεν μπορεί να επιδιώξει μια πολεμική ατζέντα με οποιοδήποτε κόστος

Το κόστος του πολέμου βαραίνει δυσανάλογα στην Ευρώπη, η οποία βρέθηκε πολιτικά περιθωριοποιημένη από τις Ηνωμένες Πολιτείες τόσο υπό τον Μπάιντεν όσο και τον Τραμπ. Η Ευρώπη δεν μπόρεσε να προτείνει μια επίλυση της σύγκρουσης μέσω διαπραγματεύσεων.

Έχει διακόψει τη συνεργασία με τη Ρωσία, ενώ αντιμετωπίζει απροσδόκητες εντάσεις στη συμμαχία της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ιδιαίτερα υπό τον Τραμπ. Η ήπειρος υποφέρει από πληθωρισμό, οικονομική ύφεση και αυξανόμενη φτωχοποίηση, με βαθιές συνέπειες για το κοινωνικό και πολιτικό τοπίο της.

Με το πρόσχημα της υποστήριξης της Ουκρανίας, η Ευρώπη μεταμορφώνεται σε στρατιωτική δύναμη – εγκαταλείποντας τις ίδιες τις αρχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, τροφοδοτώντας περαιτέρω κούρσες εξοπλισμών και κατασκευάζοντας ένα στρατιωτικό-βιομηχανικό συγκρότημα που παραμένει υποταγμένο στην τεχνολογική υπεροχή των αμερικανικών όπλων.

Ο Λευκός Οίκος του Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποιεί τον πόλεμο και την αμερικανική στρατιωτική ισχύ για να πιέσει τόσο τους αντιπάλους όσο και τους συμμάχους.

Οι «δυτικές αξίες» έχουν παραμεριστεί καθώς η πολεμική λογική αναδιαμορφώνει τις παγκόσμιες σχέσεις, με συνέπειες που εκτείνονται πέρα ​​από την Ουκρανία – συμπεριλαμβανομένης της συνεχιζόμενης σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης.

Σημερινή εικόνα από την Μπέιτ Χανούν, μια μεθοριακή πόλη στο βορειοανατολικό άκρο της Λωρίδας της Γάζας

Τρία χρόνια μετά από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, αυτή η λογική του πολέμου πρέπει να σταματήσει. Μια νέα συμφωνία μεταξύ Τραμπ και Πούτιν δεν θα φέρει διαρκή ειρήνη στην Ουκρανία.

Αλλά η Ευρώπη δεν μπορεί να επιδιώξει μια πολεμική ατζέντα με οποιοδήποτε κόστος, ούτε πρέπει να κυνηγήσει την επικίνδυνη φιλοδοξία να γίνει μια (μικρή) στρατιωτική και πυρηνική δύναμη. Η νοσταλγία για μια διαλυμένη Ατλαντική συμμαχία έχει ελάχιστη χρησιμότητα.

Το μέλλον της Ευρώπης εξαρτάται τώρα από την ικανότητά της να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις και να οικοδομήσει μια διαρκή ειρηνευτική τάξη στην ήπειρο – με πολιτικά μέσα και όχι με στρατιωτική κλιμάκωση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA