Η επαγγελματική ζωή και οι δεξιότητες αλλάζουν με γρήγορους ρυθμούς και οι εργαζόμενοι, ειδικά εκείνοι που ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα άνω των 50 ετών, καλούνται να προσαρμοστούν.
Ορισμένες θέσεις εργασίας βρίσκονται σε άνθηση, ενώ άλλες εξαφανίζονται, σύμφωνα με την έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ με τίτλο «Το μέλλον της απασχόλησης το 2025», ενώ ο ΟΟΣΑ προειδοποιεί: «Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να ενισχυθούν οι δεξιότητες των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας».
Ωστόσο, οι εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας (55-65 ετών) συμμετέχουν σε μη τυπική μάθηση και κατάρτιση σε πολύ μικρότερο βαθμό από ό,τι οι εργαζόμενοι ηλικίας 25-54 ετών, σύμφωνα με τα ευρήματα του ΟΟΣΑ. Κατά μέσο όρο, το ποσοστό αυτό είναι 32% έναντι 49% σε 23 ευρωπαϊκές χώρες, αν και το χάσμα διαφέρει μεταξύ των χωρών.
Πού μαθαίνουν περισσότερο – και λιγότερο – οι ηλικιωμένοι; Τι προτείνουν οι ειδικοί και ο ΟΟΣΑ;
Πότε σταματάμε να μαθαίνουμε;
Σύμφωνα με την έκθεση «OECD Employment Outlook 2025», η συμμετοχή στην επίσημη και μη επίσημη εκπαίδευση ενηλίκων μειώνεται με την ηλικία.
Το 2023, μόνο το ένα τρίτο των ατόμων ηλικίας 60-65 ετών συμμετείχε σε προγράμματα εκπαίδευσης ενηλίκων κατά τους 12 μήνες πριν από την έρευνα, σε σύγκριση με περισσότερο από το ήμισυ των ατόμων ηλικίας 25-44 ετών. Οι μέσοι όροι καλύπτουν 29 χώρες, 22 από τις οποίες βρίσκονται στην Ευρώπη.
Ποσοστό του πληθυσμού που συμμετείχε σε προγράμματα εκπαίδευσης ενηλίκων
Το ποσοστό του πληθυσμού που συμμετέχει στην εκπαίδευση ενηλίκων υπερβαίνει το 60% στην ηλικιακή ομάδα των 25-29 ετών, αλλά μειώνεται στο 39% για την ηλικιακή ομάδα των 55-59 ετών και στο 31% για την ηλικιακή ομάδα των 60-65 ετών.
Το ποσοστό αυτό αρχίζει να μειώνεται σαφώς μετά την ηλικία των 45 ετών.
Η μη τυπική εκπαίδευση ήταν πολύ πιο διαδεδομένη από την τυπική μάθηση (εκπαίδευση που οδηγεί σε πιστοποίηση) σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα για τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, με μόνο το 1% των ατόμων ηλικίας 60-65 ετών να συμμετέχουν σε τυπική μάθηση.
Η μάθηση μέσω της εμπειρίας στην πράξη μειώνεται επίσης με την ηλικία.
Γιατί οι μεγαλύτεροι άνθρωποι συμμετέχουν λιγότερο στη μάθηση;
Η χαμηλότερη συμμετοχή των μεγαλύτερων ατόμων στη μη τυπική μάθηση μπορεί να οφείλεται στη μειωμένη προθυμία τους να παρακολουθήσουν μαθήματα ή σε άλλα εμπόδια, όπως περιορισμός χρόνου ή κόστος των μαθημάτων.
Σύμφωνα με την έκθεση, η μειωμένη προθυμία για κατάρτιση είναι πιθανώς ένας βασικός παράγοντας. Το ποσοστό των ατόμων που ήθελαν να συμμετάσχουν σε προγράμματα κατάρτισης – ανεξάρτητα από το αν τελικά το έκαναν – μειώνεται από περίπου 60% μεταξύ των ατόμων ηλικίας 25-44 ετών σε 37% μεταξύ των ατόμων ηλικίας 60-65 ετών.
Παρόμοιο μοτίβο παρατηρείται στο ποσοστό των ατόμων που συμμετείχαν σε λιγότερα προγράμματα εκπαίδευσης από ό,τι επιθυμούσαν, το οποίο μειώνεται από 28% στην ηλικιακή ομάδα 25-34 ετών σε 17% στην ηλικιακή ομάδα 55-65 ετών.
Η έκθεση δείχνει ότι οι χρονικοί περιορισμοί αποτελούν μικρότερο εμπόδιο για την εκπαίδευση των μεγαλύτερων ατόμων σε σύγκριση με τις νεότερες ηλικιακές ομάδες.
Μεταξύ των ατόμων ηλικίας 55-65 ετών, το 7% συμμετείχε σε λιγότερες εκπαιδευτικές δραστηριότητες από ό,τι θα ήθελε λόγω χρονικών περιορισμών, με το 5% να αναφέρει λόγους που σχετίζονται με την εργασία και το 2% οικογενειακούς λόγους.
Αντίθετα, το 15% των ατόμων ηλικίας 35-44 ετών ανέφερε τους χρονικούς περιορισμούς ως εμπόδιο, με το 8% να επισημαίνει την εργασία και το 7% τις οικογενειακές ευθύνες.
Μεγάλες διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών
Σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, συμπεριλαμβανομένων 22 ευρωπαϊκών χωρών, τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας (55-65 ετών) συμμετέχουν σε μη τυπική μάθηση λιγότερο από την ομάδα των ατόμων σε ηλικία ακμής (25-54 ετών). Ωστόσο, τόσο τα ποσοστά συμμετοχής τους όσο και το μέγεθος της διαφοράς ηλικίας ποικίλλουν σημαντικά.
Η υψηλότερη συμμετοχή σε μη τυπική κατάρτιση μεταξύ των ατόμων ηλικίας 55-65 ετών παρατηρείται στις σκανδιναβικές χώρες – Νορβηγία, Φινλανδία και Δανία – με ποσοστό περίπου 50%. Η Σουηδία κατατάσσεται πέμπτη με 43%.
Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος (22 χώρες) είναι 31,7%, σε σύγκριση με το 34,9% που καταγράφεται συνολικά στον ΟΟΣΑ (29 χώρες).
Η χαμηλότερη συμμετοχή σε μη τυπική εκπαίδευση για αυτή την ηλικιακή ομάδα παρατηρήθηκε στην Ελλάδα, την Πολωνία, την Σλοβακία και την Ουγγαρία, όπου ήταν κάτω από 18%.
Μεταξύ των πέντε μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρώπης, η Ιταλία έχει τη χαμηλότερη συμμετοχή με 18,5%, ακολουθούμενη από την Γαλλία με 21,7%. Η Γερμανία βρίσκεται στο 34,9%, ελαφρώς πάνω από τον μέσο όρο.
Εκτός των σκανδιναβικών χωρών, η Αγγλία έχει το υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής με 43,5%, ακολουθούμενη από την Ολλανδία (41,7%) και την Ιρλανδία (40,9%).
Το χάσμα συμμετοχής μεταξύ των ατόμων ηλικίας 25-54 ετών και 55-65 ετών είναι μεγαλύτερο στην Πορτογαλία με 24,7 ποσοστιαίες μονάδες και μικρότερο στην Ιταλία με 8,9. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία εργαζόμενοι είναι σε καλύτερη κατάσταση στην Ιταλία, καθώς το ποσοστό συμμετοχής τους είναι το τέταρτο χαμηλότερο στην Ευρώπη.
Γιατί δεν αποτελεί έκπληξη;
Ένας από τους λόγους για τους οποίους οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι είναι λιγότερο πιθανό να συμμετάσχουν σε προγράμματα κατάρτισης – και οι εργοδότες είναι λιγότερο πιθανό να τα χρηματοδοτήσουν – είναι η χαμηλότερη αναμενόμενη απόδοση μιας τέτοιας επένδυσης, λόγω της μικρότερης εναπομένουσας επαγγελματικής ζωής, σημειώνει η έκθεση. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη στην οικονομική θεωρία.
Σύμφωνα με την ManpowerGroup, το 75% των εργοδοτών σε 21 ευρωπαϊκές χώρες δεν μπόρεσαν να βρουν εργαζομένους με τις κατάλληλες δεξιότητες το 2023.
«Η συνεχής μάθηση είναι απαραίτητη»
Ο Pawel Adrjan, διευθυντής οικονομικών ερευνών της Indeed, δήλωσε στο Euronews Business ότι η συνεχής μάθηση είναι απαραίτητη σε μια ταχέως εξελισσόμενη αγορά. Όπως και με προηγούμενες τεχνολογικές καινοτομίες, οι επαγγελματίες που μαθαίνουν εγκαίρως νέα εργαλεία, πλατφόρμες και μεθοδολογίες θα είναι σε καλύτερη θέση να εργαστούν αποτελεσματικά με τις αναδυόμενες τεχνολογίες.
Ο ΟΟΣΑ σημείωσε ότι τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης μεταξύ των μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζομένων μπορούν να βοηθήσουν τους εργοδότες να διατηρήσουν πολύτιμες γνώσεις και δεξιότητες, ενισχύοντας παράλληλα την παραγωγικότητα.
«Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να ενισχυθούν οι δεξιότητες των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας και να προωθηθεί η συμμετοχή τους σε στοχευμένη κατάρτιση», συνιστά ο Οργανισμός.
Πώς μπορούν να ανταποκριθούν οι κυβερνήσεις;
Ο ΟΟΣΑ προτείνει τέσσερις βασικές ενέργειες που μπορούν να αναλάβουν οι κυβερνήσεις. Αυτές περιλαμβάνουν:
- Εστίαση στην ενίσχυση των δεξιοτήτων των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας.
- Αντιμετώπιση των εμποδίων στην κινητικότητα μεταξύ θέσεων εργασίας.
- Αντιμετώπιση της ηλικιακής διάκρισης και άλλων μορφών διακρίσεων.
- Αναζωογόνηση της αύξησης της παραγωγικότητας, μεταξύ άλλων μέσω της τεχνητής νοημοσύνης και της αυτοματοποίησης.
Σε ολόκληρη την ΕΕ, οι άνθρωποι ζουν περισσότερο από ό,τι στις προηγούμενες δεκαετίες. Γι’ αυτό, άλλωστε – και όχι μόνον – πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, έχουν ανταποκριθεί αυξάνοντας την ηλικία συνταξιοδότησης, διατηρώντας τους ανθρώπους στην αγορά εργασίας για περισσότερα χρόνια.